Μετά την Σ.Αραβία οι ΗΠΑ δέχονται νέο γεωπολιτικό πλήγμα
Η Βραζιλία και η Κίνα συμφώνησαν να εγκαταλείψουν το αμερικανικό δολάριο υπέρ των δικών τους εθνικών νομισμάτων στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές.
Η συμφωνία, που ανακοινώθηκε θα επιτρέψει στην Κίνα και τη Βραζιλία να πραγματοποιούν απευθείας εμπορικές και χρηματοοικονομικές συναλλαγές, ανταλλάσσοντας γιουάν με ρεάλ – ή το αντίστροφο – αντί να μετατρέπουν πρώτα τα νομίσματά τους σε αμερικανικά δολάρια.
Ο Οργανισμός Προώθησης Εμπορίου και Επενδύσεων της Βραζιλίας (ApexBrasil) δήλωσε ότι η νέα συμφωνία αναμένεται να «μειώσει το κόστος» και «να προωθήσει ακόμη περισσότερο το διμερές εμπόριο και να διευκολύνει τις επενδύσεις».
Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Βραζιλίας, αντιπροσωπεύοντας περισσότερο από το ένα πέμπτο όλων των εισαγωγών, ακολουθούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία.
Η Κίνα είναι επίσης η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Βραζιλίας, αντιπροσωπεύοντας περισσότερο από το ένα τρίτο όλων των εξαγωγών.
Η Κίνα ξεπέρασε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ο κορυφαίος εμπορικός εταίρος της Βραζιλίας το 2009.
Σήμερα, η Βραζιλία είναι ο μεγαλύτερος αποδέκτης κινεζικών επενδύσεων στη Λατινική Αμερική, λόγω των δαπανών για γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής τάσης και εξόρυξη πετρελαίου.
Αξιωματούχοι και από τις δύο χώρες κατέληξαν σε μια προκαταρκτική συμφωνία για τη εγκατάλειψη του αμερικανικού δολαρίου τον Ιανουάριο και η συμφωνία ανακοινώθηκε μετά από ένα υψηλού επιπέδου επιχειρηματικού forum Κίνας-Βραζιλίας στο Πεκίνο.
Ο Πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίζ ντα Σίλβα, που ορκίστηκε τον Ιανουάριο, κινήθηκε για να ενισχύσει τους δεσμούς με το Πεκίνο μετά από μια περίοδο δύσκολων σχέσεων υπό τον προκάτοχό του, Ζαΐρ Μπολσονάρου, ο οποίος χρησιμοποίησε αντι-κινεζική ρητορική στην προεκλογική εκστρατεία και στην εξουσία.
Ο αριστερός πρόεδρος της Βραζιλίας επρόκειτο να επισκεφθεί το Πεκίνο το περασμένο Σαββατοκύριακο, αλλά αναγκάστηκε να ακυρώσει το ταξίδι του μετά από πνευμονία.
Μια αντιπροσωπεία αποτελούμενη από υπουργούς, γερουσιαστές, νομοθέτες και εκατοντάδες επιχειρηματίες – συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 100 εταιρειών από τον αγροτικό τομέα – είχε οριστεί να συνοδεύσει τον Λούλα κατά την πρώτη επίσημη επίσκεψή του από την ανάληψη των καθηκόντων του.
Η εξέλιξη αυτή είναι πολύ σημαντική για την παγκόσμια γεωπολιτική «σκακιέρα» καθώς έρχεται αμέσως μετά τις συμφωνίες Σαουδικής Αραβίας και Κίνας για εισαγωγές σαυοδαραβικού πετρελαίου και πληρωμές σε κινεζικά γουάν και την προσέγγιση Σαουδικής Αραβίας – Ιράν με τη διαμεσολάβηση του Πεκίνου.
Αν προσθέσουμε σε αυτά και την αναγνώριση της κυβέρνησης της Συρίας του Μπασάρ Άσαντ από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και έπεται και από την Σαουδική Αραβία, τότε οι ΗΠΑ μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα έχουν δεχτεί τέσσερα συντριπτικά πλήγματα.
Υπάρχουν δραστήριες κινήσεις και για μελλοντικό συντριπτικό γεωπολιτικό πλήγμα και από την Ινδία.
Η Σαουδική Αραβία αποφάσισε να συνδεθεί ως κράτος-«εταίρος στον διάλογο» με τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (ΟΣΣ), επικεφαλής του οποίου είναι το Πεκίνο και η Μόσχα, μετέδωσε χθες Τετάρτη το επίσημο σαουδαραβικό πρακτορείο ειδήσεων.
Η σαουδαραβική κυβέρνηση ενέκρινε την απόφαση κατά τη διάρκεια συνεδρίασης στην οποία προέδρευσε ο βασιλιάς Σαλμάν, μετέδωσε το SPA. Προβλέπει ότι το Ριάντ θα αποκτήσει «καθεστώς εταίρου στον διάλογο στο πλαίσιο του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης», κατά την ίδια πηγή.
Η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να συνδεθεί με τον ΟΣΣ καταγράφεται προτού συμπληρωθούν τρεις εβδομάδες από την ανακοίνωση της ιστορικής συμφωνίας αναθέρμανσης των σχέσεών της με το Ιράν, που κλείστηκε υπό την αιγίδα της Κίνας. Η συμφωνία έχει σκοπό την πλήρη αποκατάσταση των διμερών σχέσεων, που διακόπηκαν πριν από επτά χρόνια.
Ο ρόλος του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ στην επαναπροσέγγιση του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας προκάλεσε σοκ στις ΗΠΑ.
Στις ΗΠΑ, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Βεντάντ Πατέλ υποβάθμισε πάντως τη βαρύτητα της ανακοίνωσης περί σύνδεσης της Σαουδικής Αραβίας με τον ΟΣΣ, σημειώνοντας πως είναι κάτι που αναμενόταν εδώ και καιρό.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έκανε ότι περνούσε από το χέρι της για να χάσει τις εκλογές στην Βραζιλία ο πρώην πρόεδρος Ζαΐχ Μπολσοννάρου με την προοπτική ότι ο Λούλα, ο νυν πρόεδρος, θα ήταν φιλικότερος απέναντι της.
Ο Λούλα δεν ήταν ποτέ φίλοαμερικανός, σε αντίθεση με τον Μπολσονάρου που ήταν, όπως επίσης ήταν αντι-Κινέζος.
Ο Λούλα όμως πρωτίστως είναι Βραζιλιάνος στο φρόνημα και έπραττε πάντοτε σύμφωνα με τα συμφέροντα της Βραζιλίας. Ο Λούλα θεωρούσε ότι το συμφέρον της Βραζιλίας έγκειται στα BRICS.
Στις προηγούμενες προεδρίες του ήταν φίλα προσκείμενος και στην Ρωσία και στην Κίνα.
Το κριτήριο της απέχθειας προς τον Μπολσονάρου ήταν μόνο ως προς το ότι ο πρώην πρόεδρος ήταν… φιλοτραμπικός.
Σε ότι αφορά την Σαουδική Αραβία, η κυβέρνηση Μπάιντεν αμφιβάλουμε αν ακόμα και τώρα έχει κατάλβει τι ακριβώς έγινε και πόσο αρνητικά εξελίσσονται τα πράγματα για τις ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή.