Του Κώστα Ράπτη
Για τον ηγέτη των Πρασίνων, αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομίας και Κλιματικής Προστασίας της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, η επιστροφή την προηγούμενη εβδομάδα από τις πρωτοχρονιάτικες διακοπές υπήρξε περιπετειώδης, καθώς περίπου 300 αγρότες παρεμπόδισαν τον ελλιμενισμό του φέρι-μποτ που τον μετέφερε στη Βαλτική Θάλασσα. Επρόκειτο για ένα θεαματικό, αλλά έλασσον σε σχέση με τη συνολική αναταραχή, επεισόδιο των αγροτικών κινητοποιήσεων, που επέφερε η εσπευσμένη στροφή της Γερμανίας στη λιτότητα.
Ο τρικομματικός ομοσπονδιακός κυβερνητικός συνασπισμός του Όλαφ Σολτς βρέθηκε να αναζητά εναγωνίως 40 δισ. ευρώ προκειμένου να συντάξει Προϋπολογισμό, αφότου τον Νοέμβριο το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης έκρινε αντισυνταγματική την εκτροπή προς ευρύτερους αναπτυξιακούς στόχους κονδυλίων από το ειδικό ταμείο που είχε συσταθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Διεύρυνση των κινητοποιήσεων
Οι σκηνές που ακολούθησαν έμοιαζαν να ταιριάζουν περισσότερο στις εξεγερσιακές παραδόσεις της γείτονος Γαλλίας, παρά στη γερμανική ευταξία. Όμως η Γαλλία τις δικές της (ούτως ή άλλως προγραμματισμένες για λόγους κλιματικής μεταβολής) περικοπές των φοροαπαλλαγών στο αγροτικό ντίζελ τις έχει περιορίσει στο 35% με χρονικό ορίζοντα το 2030, ενώ η Γερμανία οδηγούνταν προς άμεση κατάργηση του συνόλου.
Το αποτέλεσμα ήταν χιλιάδες τρακτέρ και αγροτικά οχήματα να κατακλύσουν από τους αυτοκινητοδρόμους μέχρι την Πύλη του Βρανδεμβούργου, με την κυβέρνηση να υποχωρεί τον Δεκέμβριο στη σταδιακή απομείωση των φοροαπαλλαγών μέχρι το 2026. Ενθαρρυμένοι από αυτό (αλλά και από την κακοφωνία του τρικομματικού συνασπισμού), οι Γερμανοί αγρότες κλιμάκωσαν τις κινητοποιήσεις τους, αντί να συμβιβασθούν. Κορύφωση των αγροτικών κινητοποιήσεων αναμένεται να αποτελέσει το συλλαλητήριο της ερχόμενης Δευτέρας στο Βερολίνο.
Η απεργία των σιδηροδρομικών, ειδικότερα, επρόκειτο να ολοκληρωθεί για αυτήν τη φάση χθες το απόγευμα – όμως το σωματείο των μηχανοδηγών την τερμάτισε από το πρωί σε ό,τι αφορά την ιδιωτική σιδηροδρομική εταιρεία Transdev, η οποία φέρεται να έχει αποδεχθεί τα αιτήματα των εργαζομένων (αυξήσεις 555 ευρώ μηνιαίως και καταβολή εφάπαξ “επιδόματος πληθωρισμού”, αλλά και μείωση των ωρών εργασίας από 38 σε 35 εβδομαδιαίως με πλήρεις αποδοχές για τους εργαζόμενους σε βάρδιες), κάτι που εξακολουθεί να απορρίπτει η δημόσια Deutsche Bahn.
Οι αντιδράσεις
Επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ζήτησε ο υπουργός Μεταφορών, Φόλκερ Βίσινγκ, τονίζοντας ότι “πρέπει να βρεθεί τρόπος συνεννόησης των δύο πλευρών και, προκειμένου να συμβεί αυτό, θα πρέπει να συζητούμε”. Μια “γρήγορη” συμφωνία εργοδοτών και εργαζομένων ζήτησε και η Ένωση Επιβατών Σιδηροδρόμων Pro Bahn, επισημαίνοντας ότι στηρίζει το θεμελιώδες δικαίωμα στην απεργία, υπογραμμίζοντας όμως ταυτόχρονα ότι “αυτός πρέπει να είναι ο τελευταίος γύρος απεργιών”.
“Οι θεμιτές διαμαρτυρίες τελειώνουν εκεί όπου παραβιάζονται τα δικαιώματα των άλλων”, δήλωσε η υπουργός Εσωτερικών, Νάνσι Φέζερ, ενώ ο επικεφαλής του συνδικάτου των αγροτών, Γιοάχιμ Ρούκβιντ, ζήτησε την κατανόηση των πολιτών, καθώς, όπως είπε, “πρόκειται για το μέλλον των οικογενειών μας και της τοπικής αγροτικής παραγωγής”. Διαβεβαίωσε, επίσης, ότι σε κάθε κινητοποίηση οι λωρίδες έκτακτης ανάγκης παραμένουν ελεύθερες.
Στη δημόσια αντιπαράθεση για τις απεργιακές κινητοποιήσεις, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ING Κάρστεν Μπρζέσκι τάχθηκε υπέρ συμφωνιών για υψηλότερους μισθούς, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του πληθωρισμού, με το βλέμμα στον σημαντικό περιορισμό της ιδιωτικής κατανάλωσης. Στο ίδιο πλαίσιο, ο συνάδελφός του Κάρστεν Γιούνιους από την τράπεζα Safra Sarasin δήλωσε μάλιστα ότι στην Ελβετία, όπου εδρεύει το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, “επενδυτές και τραπεζίτες τρίβουν τα μάτια τους έκπληκτοι με το πώς συμπεριφέρονται πλέον κάποιοι στη Γερμανία, κάτι που ήταν ασυνήθιστο για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης”. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κινητοποιήσεις “δεν θα μπορούσαν να έρθουν σε πιο ακατάλληλη στιγμή από οικονομική άποψη, καθώς η γερμανική οικονομία βρίσκεται ήδη σε ύφεση, παλεύει με υψηλά επιτόκια και δεν προβλέπεται να ανακάμψει σημαντικά τις επόμενες εβδομάδες και μήνες”.