Με κάλεσε στο τηλέφωνο τέσσερις παρά τέταρτο το μεσημέρι, να μου ζαλίσει τα π… για τα εκατόν τόσα ευρώ που χρωστάω στη ΔΕΗ. Αγενέστατη και προσβλητική, όπως τόσοι και τόσοι συνάδελφοί της. Βέβαια τη δουλειά της έκανε, όπως της είπαν κι όπως της έβγαινε καλύτερα – για το μεροκάματο… Ο άλλος, τις προάλλες, έπιασε μια γυναικούλα και την έκανε σκουπίδι, γιατί τόλμησε να εμφανιστεί στην «Υπηρεσία» χωρίς ραντεβού. «–Το λένε οι εγκύκλιοι, κυρά μου! Ήρθαμε για το μεροκάματο, όχι να μας κολλήσετε τίποτα παληαρρώστιες…» Κάπως έτσι, οι λεβέντες οι ναύτες τον ρίξανε τον άνθρωπο από τον καταπέλτη, να πνιγεί. Εντολές εκτελούσαν – είπαν – για το μεροκάματο… Σας έχω γράψει ποιος άλλος το ισχυρίσθηκε αυτό στη δίκη του, πριν τον κρεμάσουν. Όμως μην επαναλαμβανόμαστε…
Μετράμε εγκλωβισμένους στις λαμαρίνες των βαγονιών, μετράμε καμένους, μετράμε πνιγμένους, μετράμε – πλέον – και δολοφονημένους. Γράφτηκαν πολλά, έγινε ντόρος και πολλά σύννεφα απώλεσαν αίφνης τους επιβάτες τους. «–Πώς μπόρεσαν να σκοτώσουν έναν άνθρωπο της τάξης τους;» ανακράζουν οι αφελείς. Λες και λέρωσαν ποτέ τα δικά τους τα χέρια με αίμα, τα αφεντικά… Στις κρίσιμες στιγμές είναι οι κοινωνικά κουρελιασμένοι – το «λούμπεν προλεταριάτο» κατά Μαρξ – που βγάζουν τα κάστανα από τη φωτιά ως απεργοσπάστες, δοσίλογοι ή παρακρατικοί.
Εδώ όμως μιλάμε για κάτι διαφορετικό: κανιβαλική, αντικοινωνική συμπεριφορά δεν εκδηλώνουν πλέον οι στερημένοι, άνεργοι και κοινωνικά εξανδραποδισμένοι της ταξικής μεθορίου. Εδώ βλέπουμε ένα όλο και μεγαλύτερο κομμάτι σχετικά «ευημερούντων» εργαζομένων να αρχίζει να γουρουνοφέρνει όλο και περισσότερο. Ας δούμε λοιπόν το πώς κι το γιατί.
Μερικοί ισχυρίζονται πως για όλα φταίει η αυξανόμενη δυσκολία του να βρει κανείς δουλειά, άπαξ και τη χάσει, και πως οι φουκαράδες τα κάνουν όλα αυτά για να μην πεινάσουν τα γουρουνάκια τους τα παιδάκια τους. Έτσι γινόταν πάντα, λένε, ανέκαθεν τα αφεντικά στρατολογούσαν ρουφιάνους, μπράβους και κάθε λογής τραμπούκους. Το βασικό σενάριο λοιπόν είναι πως για όλα φταίει η ρημάδα η ανεργία.
Σε παλιότερες εποχές είχε επίσης ανεργία και των γονέων, ωστόσο καταγράφονταν σαφώς δύο τάσεις: υπήρχαν κι απεργοί, εκτός από απεργοσπάστες. Εκτός από τις κλίκες, υπήρχαν κι οι συλλογικότητες των εργαζομένων – οντότητες με σάρκα και οστά, που στηρίζονταν στα στιβαρά ποδάρια της μαχητικότητας και της αλληλεγγύης κι όχι στις κομματικές γραφειοκρατίες. Τι έχει αλλάξει;
Κάποιοι λένε πως φταίει που τα πράγματα διαφέρουν από τους πρώτους άγριους αιώνες του καπιταλισμού. Τότε η ζωή όσων είχαν ένα μεροκάματο ελάχιστα απείχε από εκείνη όσων είχαν την ατυχία να κλειστούν έξω από την πόρτα του παράδεισου της εργασίας. Οι φράχτες βέβαια ήταν εξαιρετικά διαπερατοί, αλλά όχι για καλό: ένα κρυολόγημα και την αξίνα σου στο ανθρακωρυχείο την έπιανε ο επόμενος Τζο, μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και τη θέση σου στην κλωστική μηχανή την έπαιρνε μια άλλη Μαίρη, περισσότερο συνετή στη διαχείριση των παθών της…
Σήμερα ο εργαζόμενος έχει ασφάλιση, επιδόματα, αυτοκίνητο κι ένα άνετο σπίτι – ενίοτε δικό του. Οι συνδικαλιστικοί αγώνες πέτυχαν ένα σωρό κατακτήσεις, ενώ η αναδιανομή και τα νέα πόστα που απαιτούσε η όλο και πιο περίπλοκη οργάνωση της παραγωγής, έκαναν τα όρια μεταξύ των τάξεων λιγότερο ευκρινή. Τα σύνορα δηλαδή που χωρίζουν την εργατιά από τους μικροαστούς, γιατί τα λευκά μεταξωτά της αστικής τάξης απαιτούν και…πωπούς αντίστοιχης απόχρωσης.
Μια που μιλάμε για πάθη, στα 1850 ο Τζο δεν θα μπορούσε να παντρευτεί παρά τη Μαίρη ή στην καλύτερη περίπτωση μια άλλη εργάτρια, που θα έπινε ίσως κατά τι λιγότερο. Σήμερα ωστόσο ο Τάκης, που δουλεύει σε συνεργείο, κι η γυναίκα του η Κούλα, που μέχρι πέρυσι διατηρούσε μπουτίκ, μπορούν να συζητάν π.χ. για τους γάμους των ομοφύλων ζευγαριών με την κόρη τους την Μίνα, που είναι υπάλληλος στο Δήμο. Ακόμη κι αν έναν-έναν κάπου μπορούμε να τους τοποθετήσουμε ταξικά – που δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο – σε ποια συνομοταξία ακριβώς κατατάσσεται η φαμίλια;
Το αφήγημα λοιπόν πάει ως εξής: Η ταξική κινητικότητα, η διαμόρφωση νέων ρόλων στην παραγωγή και μια περίοδος σχετικής ευημερίας, μικροαστικοποίησαν την εργατική τάξη. Τώρα που ήρθαν τα ζόρια – δεδομένης και της υποχώρησης του συνδικαλισμού – τα μέλη της δαγκώνουν το ένα το άλλο μπας και γίνουν αρεστά στα αφεντικά και κερδίσουν μια ακόμη μέρα εκμετάλλευσης. Σας πείθει;
Εμένα όχι εντελώς. Πρώτον, η υποχώρηση του συνδικαλιστικού κινήματος κι αυτή κάπου οφείλεται – ας τα αφήσουμε όμως αυτά στην άκρη για σήμερα. Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι πως οι τάσεις που αναφέραμε συνυπήρχαν στην Ελλάδα και αλλαχού εδώ και δεκαετίες, χωρίς ωστόσο να οδηγούν ντε και καλά στον κανιβαλισμό. Μόλο που υπήρξαν περίοδοι κρίσης, η εργατική τάξη στεκόταν γενικά στο ύψος της, πάρα τις μεταλλάξεις που επισώρευε. Τι έχει αλλάξει σήμερα;
Η Ιστορία ίσως μας βοηθήσει να δώσουμε απάντηση. Υπήρξε κάποτε μια ανεπτυγμένη χώρα, με σημαντικούς εργατικούς αγώνες και κατακτήσεις, με έντονη ταξική και κοινωνική κινητικότητα, που ωστόσο παραδόθηκε πλήρως στον κανιβαλισμό, έπειτα από μια σοβαρή και εκτεταμένη χρονικά περίοδο κρίσης. Μιλάμε για τη Γερμανία των Ναζί.
Δεν έχω υπόψιν μου το πως αποτιμά το ζήτημα η εκείθε διανόηση, ωστόσο η ανάγνωση που επικρατεί στα πολιτικά καφενεία της χώρας μας είναι πως για τα εγκλήματα του Χίτλερ φταίνε οι μικροαστοί – άντε και οι άξεστοι βάρβαροι της γερμανικής αγροτικής υπαίθρου. Παρά τις διώξεις η εργατική τάξη αντιστάθηκε ηρωικά, με πλήθος πράξεων ανυπακοής, σαμποτάζ και ποικιλόμορφες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Όσοι δούλευαν για τη ναζιστική πολεμική μηχανή, το έκαναν με την κάνη στον κρόταφο. Στην τελική, είναι η Εργατική Τάξη, όχι τίποτες τέρατα…
Μην φάτε, έχουμε γλαρόσουπα, που έχει και ωμέγα-3… Τα τρένα δηλαδή, που κουβάλαγαν τους Εβραίους, πήγαιναν από μόνα τους όπως τα καινούρια αυτοκινητάκια του Έλον Μασκ; Τα κανόνια, τα άρματα και τα αεροπλάνα, φτιάχνονταν με τα κομμάτια τους να οργανώνονται αυθόρμητα, να πούμε, όπως τα βιομόρια στις ζεστές θάλασσες της αρχέγονης γης; Το ατσάλι του Κρουπ το δένανε οι νάνοι των Νιμπελούγκεν; Τι λέτε ρε μάγκες, έτσι βγαίνει πενταετής πόλεμος ενάντια στον μισό πλανήτη;
Η γερμανική εργατική τάξη έχει κι αυτή τις δικές της ευθύνες για το μεγάλο αιματοκύλισμα που συγκλόνισε την Ευρώπη. Αν έχει μια δικαιολογία, είναι πως τα χρόνια που προηγήθηκαν της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία και οι συστηματικές διώξεις που την ακολούθησαν, είχαν σαν αποτέλεσμα την εξόντωση των φυσικών ηγετών του εργατικού κινήματος και τη διάλυση των συνδικάτων, των κομμάτων και των άλλων οργανώσεων του. Αν στοχαστούμε λίγο πάνω σ’ αυτό της το ελαφρυντικό, ίσως βρούμε και το κομμάτι που λείπει από το δικό μας, γκροτέσκο παζλ.
Κάθε τάξη αξίζει όσο η ηγεσία της. Η ελληνική εργατική τάξη κράτησε την αξιοπρέπεια της με τον ανθό του ΕΑΜ στις φυλακές και τα ξερονήσια και τα καλύτερα παιδιά της στην ξενιτιά. Σήμερα επιτρέποντας στην πρωτοπορία της να την προδώσει, κινδυνεύει να αφήσει την άβυσσο να την καταπιεί. Το σύνολο σχεδόν των σχηματισμών της Αριστεράς αναδιατάσσονται, προσπαθώντας να συγκροτήσουν την Ελληνική εκδοχή του πολιτικού αστερισμού του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ. Φαίνεται όμως πως η διαλεκτική μας τιμωρεί: με τη χώρα πλήρως παραδομένη στη ΛΜΑΤ – τη «λούμπεν μεγαλοαστική τάξη» που έγραφε κι η «17Ν» – δίχως καμμιά αντιπολίτευση, γεννιούνται τέρατα.
Διανύουμε τα μαύρα φεγγάρια της λούμπεν εργατικής τάξης, ωστόσο για όσους παρακολουθούν προσεκτικά το «Πείραμα-Ελλάδα 2.0», τίποτε δεν είναι παράξενο. Πριν ένα χρόνο, στο κείμενο «Ερπυσμός και θραύση της ελληνικής κοινωνίας» γράφαμε: «…Πόση ζημιά έχει γίνει; Τι έχει χαθεί ανεπιστρεπτί; Τι δομικές, ποιοτικές αλλαγές έχουν συσσωρευτεί στο σώμα και την ψυχή του λαού μας;»
Φαίνεται πως το σημείο θραύσης του δοκιμίου μας πλησιάζει. Δεν είναι μόνο που το κράτος καταρρέει καθημερινά – είναι που δεν υπάρχουν αντίρροπες δυνάμεις. Έχουμε συχνά τονίσει πως η «υπαρκτή» αριστερά της μετά-Τσίπρα εποχής, εγκατέλειψε το ουσιαστικότερο καθήκον της – τον προλεταριακό διεθνισμό – και συντάχθηκε πλήρως με την ιμπεριαλιστική Δύση. Πρόδωσε έτσι τον ίδιο της τον εαυτό και τώρα επιζητά υλικές διεκδικήσεις και θέσεις εξουσίας στο όνομα ανθρώπων που ζουν μια ζωή ασφυκτικά γεμάτη από ανάγκες και απελπιστικά άδεια από αρχές.
Το ΕΑΜ είχε καταφέρει στην Κατοχή να σταματήσει την επιστράτευση των εργατών που προοριζόταν για τα γερμανικά εργοστάσια, στις μέρες μας όμως οι εθελόδουλοι, οι κυνικοί και οι πουλημένοι περισσεύουν. Το να εργάζεσαι για το ΝΑΤΟ ή τις ΜΚΟ είναι «μια δουλειά σαν όλες τις άλλες»… Στο τοπίο αυτό η αριστερά, πειθήνια και δύσοσμη σαν φρονιμίτης που σάπισε προτού ανατείλει, διαμορφώνει και διαμορφώνεται από ένα ακροατήριο δίχως πυξίδα, που στέκεται μόλις μια ανάσα μακριά από το υπέρτατο έγκλημα: να κυλήσει στο βούρκο του φασισμού και να γυρίσει τα γρανάζια του πολέμου.