Πώς οικοδομείται ένα παγκόσμιο νόμισμα-Η περίπτωση της Ινδίας

1021

Η Ινδία, πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο σήμερα, και με την πρόβλεψη αναλυτών ότι θα μπορούσε να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη μέχρι το 2027, θα ήθελε να δει το νόμισμά της να εξαπλώνεται και πάλι σε όλο τον κόσμο.

Πριν από εβδομήντα χρόνια η ρουπία έφτανε πολύ μακριά από την πατρίδα της. Ακόμη και μετά την ανεξαρτησία της χώρας από τη Βρετανία, το νόμισμά της εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται στα εμιράτα πέρα από την Αραβική Θάλασσα.

Σήμερα η εικόνα είναι μάλλον διαφορετική. Η ρουπία αντιπροσωπεύει ως νόμισμα, λιγότερο από το 2% των διεθνών συναλλαγών, παρόλη την οικονομική δυναμική που αναπτύσσει η χώρα, σύμφωνα με το Economist.

Ο Ναρέντρα Μόντι, πρωθυπουργός της Ινδίας, μιλώντας στην 90ή επέτειο της Κεντρικής Τράπεζας την 1η Απριλίου, ζήτησε από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, να επικεντρωθούν στο να κάνουν τη ρουπία πιο προσβάσιμη.

Ενθουσιώδεις αλλά με λίγο κουράγιο

Ιστορικά, οι εθνικοί ηγέτες ήταν πάντα ενθουσιώδεις με την ιδέα να κάνουν το νόμισμά τους παγκόσμιο. Αλλά δύσκολα είχαν το κουράγιο να θεσπίσουν τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να το πετύχουν.

Παρόλο που το αμερικανικό δολάριο είναι ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς των νομισμάτων, υπάρχουν πολλά ακόμη που πρωταγωνιστούν σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το ευρώ, η βρετανική λίρα, το ελβετικό φράγκο και τα δολάρια της Αυστραλίας, του Καναδά, του Χονγκ Κονγκ και της Σιγκαπούρης είναι κάποια από αυτά. Βρίσκονται σε συναλλαγματικά αποθέματα και ιδιωτικά χαρτοφυλάκια παγκοσμίως και χρησιμοποιούνται τόσο για εμπορικές όσο και για χρηματοοικονομικές συναλλαγές.

Θεωρητικά λοιπόν, δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο η ρουπία δεν θα πρέπει να ενταχθεί στην ομάδα των επιφανών νομισμάτων.

Τα οφέλη

Η ύπαρξη ενός ευρέως χρησιμοποιούμενου νομίσματος συνεπάγεται σημαντικά οφέλη.

Η ζήτηση από τους επενδυτές του εξωτερικού μειώνει το κόστος χρηματοδότησης για τις εγχώριες εταιρείες, οι οποίες δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένες να δανείζονται σε ξένο νόμισμα.

Μειώνει επίσης τους συναλλαγματικούς κινδύνους για εξαγωγείς και εισαγωγείς, καθώς δεν χρειάζεται να μετατρέπουν τα νομίσματα κατά τις συναλλαγές τους, και επιτρέπει στην κυβέρνηση να μειώσει το μέγεθος των συναλλαγματικών αποθεμάτων της.

Έχουν μπει οι βάσεις

Στην Ινδία έχουν θεσπιστεί ορισμένοι από τους βασικούς πυλώνες για τη δημιουργία ενός διεθνούς νομίσματος.

Η χώρα διαθέτει πλέον περιουσιακά στοιχεία που οι ξένοι θέλουν να αγοράσουν, καθιστώντας τη ρουπία μια εν δυνάμει υψηλή συναλλαγματική αξία στο εξωτερικό.

Τον Σεπτέμβριο η τράπεζα JPMorgan Chase ανακοίνωσε ότι θα συμπεριλάβει τα ινδικά κρατικά ομόλογα στον δείκτη για τις αναδυόμενες αγορές.

Οι εκρηκτικές επιδόσεις των μετοχών της χώρας, οι οποίες έχουν αυξηθεί κατά 37% σε σχέση με το δολάριο τον τελευταίο χρόνο, έχουν προκαλέσει παγκόσμιο ενδιαφέρον. Η ρουπία καθιερώνεται ολοένα και περισσότερο ως μέσο συναλλαγής.

Τράπεζες από 22 χώρες έχουν λάβει άδεια να ανοίξουν ειδικούς λογαριασμούς σε ρουπία, χωρίς τα συνήθη συναλλαγματικά όρια.

Τον Αύγουστο η Ινδία πραγματοποίησε την πρώτη πληρωμή ρουπίας για πετρέλαιο, στην Abu Dhabi National Oil Company.

Η «πάλη» της Κίνας

Ωστόσο, η Κίνα δείχνει πόσο δρόμο πρέπει να διανύσει η Ινδία.

Παρόλο που οι Κινέζοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προσπαθούν να καταστήσουν το γιουάν παγκόσμιο νόμισμα εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία, αυτό εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 3% των διεθνών συναλλαγών μέσω του swift, του δικτύου πληρωμών εκτός της ζώνης του ευρώ, παρά το γεγονός ότι η Κίνα αντιπροσωπεύει το 17% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Επιπλέον, το 80% των διεθνών συναλλαγών γιουάν πραγματοποιείται κυρίως στο Χονγκ Κονγκ.

Προστατευτισμός

Το σχετικά κλειστό ισοζύγιο κίνησης κεφαλαίων της Κίνας, το οποίο εμποδίζει τις επενδύσεις να ρέουν ελεύθερα πέρα από τα σύνορά της, αποτελεί το κύριο εμπόδιο για την ευρύτερη χρήση του νομίσματός της. Ο λογαριασμός κεφαλαίων της Ινδίας είναι λιγότερο κλειστός από ό,τι ήταν κάποτε, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ πιο προστατευμένος από οποιονδήποτε άλλο στις χώρες με παγκόσμιο νόμισμα.

Το παράδειγμα της Ιαπωνίας και η διατάραξη του οικονομικού μοντέλου

Η Ιαπωνία αποτελεί καλύτερο παράδειγμα. Το 1970 αντιπροσώπευε το 7% του παγκόσμιου ΑΕΠ – από το 4% που είναι τώρα- και οι εταιρείες της είχαν αρχίσει να αφήνουν το στίγμα τους στο εξωτερικό. Αλλά το γιεν παρέμενε ανύπαρκτο. Αυτό άλλαξε κατά την επόμενη δεκαετία: το 1970, μόνο το 1% των εξαγωγών της Ιαπωνίας τιμολογούνταν σε γεν, αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 1980 το 40%. Το 1989 το γιεν κάλυπτε το 28% του συνόλου των συναλλαγών σε συνάλλαγμα. Σήμερα εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει το 16%.

Για να κάνουν το άλμα, οι ηγέτες της Ιαπωνίας έπρεπε να μετασχηματίσουν την οικονομία της χώρας. Επέτρεψαν στους ξένους να κατέχουν ένα ευρύ φάσμα περιουσιακών στοιχείων, απελευθέρωσαν τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και μείωσαν τους ελέγχους στις ροές κεφαλαίων και τα επιτόκια.

Οι αλλαγές αυτές διατάραξαν το οικονομικό μοντέλο της χώρας που ήταν προσανατολισμένο στις εξαγωγές.

Αλλαγές εξίσου εκτεταμένες -και δυσάρεστες- θα απαιτηθούν για κάθε χώρα που θέλει τώρα να καθίσει στο πρώτο τραπέζι.

Λίγοι φαίνεται να έχουν το κουράγιο γι’ αυτές προς το παρόν. Πράγματι, χωρίς την αμερικανική πίεση και την απειλή δασμών, η Ιαπωνία ίσως να μην είχε προβεί σε τέτοιες μεταρρυθμίσεις. Η Αμερική δεν πρόκειται να στηρίξει ούτε την Ινδία.

Η επιθυμία για αλλαγή θα πρέπει να προέλθει από το εσωτερικό της χώρας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας