«Η αστάθεια στην περιοχή [της Δυτικής Ασίας] δεν είναι προς όφελος ούτε του Ιράν ούτε της Σαουδικής Αραβίας. Η κινεζική παρέμβαση σε μια περίοδο που τα γεράκια των ΗΠΑ κοιτάνε πιο επιθετικά προς το Ιράν, αποτελεί η ίδια ένα ισχυρότατο μήνυμα» Κρίστιαν Κόουτς Ούλρικσεν, Ινστιτούτο Μπέικερ, Πανεπιστήμιο Ράις
H είδηση της εξομάλυνσης των διπλωματικών σχέσεων Ιράν- Σαουδικής Αραβίας, πρώτη είδηση από χθες σε όλα τα μέσα ενημέρωσης του πλανήτη, δεν ήταν ούτε προβλεπόμενη ούτε αναμενόμενη. Η Κίνα δούλεψε σιωπηλά και κατόρθωσε αυτό που φαινόταν αδύνατο, σε μια χρονική περίοδο ιδιαίτερα ανησυχητική καθώς σε λίγο ξεκινά το Ραμαζάνι, βάζοντας γερή υποψηφιότητα για το Νόμπελ Ειρήνης. Πρόκειται για μια συμφωνία αντίστοιχη εκείνης για το Μεσανατολικό και της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, που και οι δύο ανταμείφθηκαν με Νόμπελ. Ο Άαρον Μίλλερ του Κληροδοτήματος Κάρναγκι για τη Διεθνή Ειρήνη, έλεγε χθες χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για «τεκτονικής σημασίας μετακίνηση στη Μέση Ανατολή».
Οι συνομιλίες, στο Πεκίνο, ξεκίνησαν την 6η Μαρτίου. Η ανακοίνωση έγινε χθες, Παρασκευή 10 Μαρτίου, στην ιερή ημέρα των μουσουλμάνων. Προβλέπει, μεταξύ άλλων, το άνοιγμα των πρεσβειών μες σε ένα δίμηνο, ώστε να συμπέσει και με το Ραμαζάνι και το ιερό προσκύνημα στη Μέκκα, που είχαν αποστερηθεί οι Ιρανοί τα τελευταία χρόνια. Επίσης χθες, το Πεκίνο πανηγύριζε την επικύρωση από το κομματικό συνέδριο και την έναρξη της τρίτης θητείας του προέδρου Ζι, με ειδική εκδήλωση στην Μεγάλη Αίθουσα του Λαού.
Το Ιράν εκπροσώπησε ο σύμβουλος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής του Αγιατολάχ Χαμενεϊ, Aλί Σαμχανί, και τη Σαουδική Αραβία ο υπουργός Προεδρίας της, Μουσάντ μπιν Μωχάμεντ αλ-Αϊμπαν. Την ίδια ώρα, μάλλον όχι τυχαία, ο υπουργός Εξωτερικών της Σ. Αραβίας βρισκόταν στη Μόσχα για συνομιλίες με τον Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέι Λαυρώφ.
Η συμφωνία φέρει τη σφραγίδα του Κινέζου προέδρου, του οποίου η «ευγενής πρωτοβουλία» χαιρετάται στην πρώτη παράγραφο της επίσημης ανακοίνωσης. Στην ίδια, πρώτη, παράγραφο, γίνεται αναφορά, επίσης, στο γεγονός ότι η συμφωνία έγινε δυνατή χάρη στις ηγεσίες των δύο μουσουλμανικών κρατών. Όπως όλα δείχνουν, η πρόσφατη επίσκεψη Ραϊσί στο Πεκίνο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επίτευξή της, που αποτελεί συνέχεια της πολιτικής που είχε χαράξει στην περιοχή ο δολοφονημένος από τις ΗΠΑ στρατηγός Κασέμ Σολεϊμανί, ο οποίος παρασύρθηκε σε παγίδα, άφησε τις προφυλάξεις και δολοφονήθηκε ακριβώς από την επιθυμία εξομάλυνσης των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία. Ο ρόλος της στρατηγικής Σολεϊμανί στην ειρήνευση της πολύπαθης περιοχής είναι βέβαιο πως θα αποτελέσει πεδίο μελέτης των ιστορικών του μέλλοντος.
Να θυμίσουμε εδώ πως βασικό ρόλο στην τότε προσπάθεια προσέγγισης έπαιξε το γεγονός ότι οι δύο χώρες, Ιράν και Σαουδική Αραβία, παρά τις βαθιές διαφορές τους, ενδιαφέρονται ειλικρινά και εμφανίζονται ανυποχώρητες στο Παλαιστινιακό.
«H διαμεσολάβηση της Κίνας είναι ένα ακόμη καρφί στο φέρετρο της αμερικάνικης ηγεμονίας και ένα καθαρό σημάδι της άφιξης ενός νέου, πολυπολικού κόσμου», λέει η Λιβανέζα ακαδημαϊκός και συνάδελφος, Μάρουα Οσμάν, που παρακολουθεί στενά την περιοχή. «Οι ΗΠΑ εργάζονταν σκληρά και μονίμως για να συντηρήσουν βαθύ ρήγμα μεταξύ των δύο κρατών. Η συμφωνία, με τη διαμεσολάβηση της Κίνας, αποτελεί μάθημα διπλωματίας για τα αμερικανικά γεράκια και μαζί ένα γερό χαστούκι, γιατί και η Σαουδική Αραβία επέλεξε την ειρήνη, και όχι τον πόλεμο, στον οποίο τόσο συχνά αναφερόταν ο Μωχάμεντ μπιν Σαλμάν, όταν μιλούσε για το Ιράν».
Οι κερδισμένοι
Οι τρεις πλευρές που σφυρηλάτησαν τη συμφωνία είναι οι προφανώς και άμεσα και μεσοπρόθεσμα ωφελημένες. Και, δίπλα σε αυτές, η Ρωσία, η Παλαιστίνη και οι BRICS.
Η Κίνα επιβεβαιώνει το ρόλο της ως παγκόσμιος παίκτης σε μια περιοχή που θεωρούσαν χωράφι τους οι ΗΠΑ και παράλληλα ανοίγει ασφαλέστερο δρόμο για τις επενδύσεις της. Να υπενθυμίσουμε πως η μόνη ναυτική βάση που έχει εκτός των εδαφών της η Κίνα είναι στο Τζιμπουτί, στην Αφρική, ακριβώς απέναντι από την Υεμένη. Γι αυτό και η Κίνα θα πιέσει και για ειρήνευση στην Υεμένη, αν ήδη δεν έχουν γίνει κάποιες συμφωνίες και γι’ αυτό, τουλάχιστον όσον αφορά τις δύο πλευρές που εμπλέκονται στον εκεί πρόξυ πόλεμο. Η Μάρουα Οσμάν, πάντως, θεωρεί ότι σε αυτό το πεδίο τον πρώτο λόγο έχουν οι Υεμενίτες. «Για πολλούς αναλυτές, η συμφωνία θεωρείται ότι θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο [επερχόμενων] ειρηνευτικών συνομιλιών στην Υεμένη, αλλά αυτό δείχνει μόνο πως δεν γνωρίζουν ποιοι είναι οι Υεμενίτες και πώς λειτουργούν. Αν ο τζόγος ήταν χαλάλ, θα στοιχημάτιζα τα πάντα στο να απαντήσει το Ιράν στους Σαουδάραβες “αν θέλετε ειρήνη στην Υεμένη, πηγαίνετε να μιλήσετε με τους Υεμενίτες”. Ο μπιν Σαλμάν θα πρέπει να μιλήσει Άμεσα με τους Ανσαρουλάχ [Χούθι] εάν θέλει το όραμά του για το 2030 να υλοποιηθεί με καθαρούς ουρανούς, κι όχι με ουρανούς γεμάτους από βομβαρδισστικά drones της Υεμένης, που θα εκδικούνται για τη συνεχιζόμενες σφαγές Υεμενιτών, με τις οποίες βαρύνεται. Γνωρίζει ήδη πως έφτασε ο καιρός να τελειώσει αυτή η παράλογη περιπέτεια στην Υεμένη, αλλά δυσκολεύεται πολύ να υποχωρήσει έναντι κάποιων που νόμιζε πως τους είχε στο τσεπάκι του». Ο μπιν Σαλμάν, πάντως, φαίνεται πως συνεχίζει να επιδιώκει το όραμά του για το 2030. Όραμα για τη Σαουδική Αραβία του μέλλοντος, που του χρειάζονται και η σταθερότητα και τα κεφάλαια. Η σταθερότητα περνά από την ειρήνευση και στη Συρία και στην Υεμένη, και τα κεφάλαια, όπως φαίνεται, από το Πεκίνο… Είναι χαρακτηριστικό πως λίγες ώρες μετά τη συμφωνία, η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας καλούσε τις ΗΠΑ να αποχωρήσουν από τη Συρία: «Καλούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες να σεβαστούν την ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα των άλλων κρατών, να σταματήσουν αμέσως την παράνομη στρατιωτική τους κατοχή και τη λεηλασία στην οποία επιδίδονται στη Συρία, να πάψουν τις μονομερείς και παράνομες κυρώσεις και να σταματήσουν να δημιουργούν και να θρέφουν ανθρωπιστικές καταστροφές»…
Το Ιράν, επίσης κερδίζει πολλαπλά. Ανοίγει ακόμη μια πόρτα αντιμετώπισης των, παράνομων και μονομερών, δολοφονικών κυρώσεων που υφίσταται από τις ΗΠΑ, σταδιακά σταθεροποιείται οικονομικά – και άρα αντιμετωπίζει την κύρια αιτία των εσωτερικών του προβλημάτων – και ανοίγει διάπλατο το δρόμο για τη συμμετοχή του στους BRICS, για τους οποίους έχει βάλει πλώρη και η Σαουδική Αραβία.
Θα διακινδυνεύσω να πω, με δεδομένα κάποια ψήγματα των σχεδίων της που αποκαλύπτει η Κίνα, και έναν ακόμη λόγο: πέραν της Υεμένης, για την οποία μπορεί να θεωρήσει κανείς πως τουλάχιστον ανακωχή μέχρι το τέλος του ραμαζανιού, μαζί με κάποιες προσπάθειες συνομιλιών, και πέραν της Συρίας, θα γίνουν σχετικά άμεσα, ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο είναι το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης για την ατομική ενέργεια του Ιράν, στο οποίο λογικά θα έχουμε εξελίξεις, θετικές για όλους. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι το σχέδιο έχει ναυαγήσει, παρά τις προεκλογικές υποσχέσεις Μπάιντεν. Οι πέντε συν ένας εγγυητές, στο σχέδιο, είναι ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία (συν ένας, η Γερμανία), από τη μία, και Ρωσία και Κίνα από την άλλη. Αν η Κίνα εμφανίζεται ως ο διπλωματικός κυρίαρχος του παιγνιδιού, είναι βέβαιο ότι και η Ρωσία έχει ρόλο, και μάλιστα σημαντικό, που ωστόσο δεν μπορεί να φανεί, ανοικτά, λόγω του Ουκρανικού. Πόσο τυχαίο να είναι πως την ώρα που στην Κίνα γινόταν η ανακοίνωση της συμφωνίας, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας βρισκόταν στη Μόσχα, για συνομιλίες με το Σεργκέι Λαυρώφ, ενώ υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία του Ιρανού Προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του αμέσως μετά την ανακοίνωση;
Ο άξονας Ρωσία – Κίνα, βάζει μπροστά την Κίνα διπλωματικά αλλά δρα από κοινού. Θα τολμήσω και θα διακινδυνεύσω, δε, να πω, πως, σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να δούμε σύντομα μιαν ακόμη κίνηση – ματ, στο θέμα των πυρηνικών του Ιράν, με κινεζική (και ρωσική) πρωτοβουλία, αφού ο έλεγχος τους θα μπορούσε να οδηγήσει και σε κάποιου είδους συνεργασία με την Σαουδική Αραβία, που δεν κρύβει τα ενεργειακά πυρηνικά της σχέδια στο σχέδιο 2030. Μια τέτοια συνεργασία θα αποτελέσει και την σημαντικότερη απόδειξη πως η αλλαγή στην περιοχή έχει μόνιμο χαρακτήρα.
Όλα αυτά, εφ’ όσον ευοδωθούν, οδηγούν σε μιαν άλλη Δυτική Ασία (Μέση Ανατολή) και πιθανώς σε μιαν ενισχυμένη Παλαιστίνη. Κι αυτό γιατί, όσο και αν η Σαουδική Αραβία έπαιζε ως τώρα στην πλευρά του Ισραήλ και των ΗΠΑ, το Παλαιστινιακό ήταν που την έχει αποτρέψει ως τώρα να νομιμοποιήσει τις σχέσεις της, ειδικά με το Ισραήλ, και να μπει στα αβρααμικά σενάρια.
Όπως τονίζει και η Μάρουα Οσμάν, «Σε κάθε περίπτωση, η διαμεσολάβηση της Κίνας, που οδήγησε σε αυτή την προσέγγιση, αποτελεί τεράστια νίκη για την ειρήνη και την πολυπολικότητα. Δεν θα εκπλαγώ καν αν αυτή η ειρηνευτική συμφωνία αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο για το ΠετροΓουάν: πετρέλαιο που πωλείται με κινεζικό νόμισμα θα είναι το τελευταίο καρφί στο μεσανατολίτικο φέρετρο των ΗΠΑ… Προφανώς, αυτή η άμβλυνση ανοίγει επίσης το δρόμο ένταξης στους BRICS τόσο για τη Σαουδική Αραβία όσο και για το Ιράν. Φανταστείτε ένα BRICS+ με τρεις πετρελαϊκούς γίγαντες: τη Ρωσία, τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Πόσο δύσκολο θα είναι να δημιουργηθεί ένα νέο νόμισμα που θα υποστηρίζεται από πετρέλαιο και φυσικό αέριο;». Ας θυμίσουμε εδώ ότι και η Αλγερία έχει βάλει πλώρη για τα BRICS όπως και το μεγαλύτερο πληθυσμιακά μουσουλμανικό κράτος, η Ινδονησία. Όσο για το 2030, δεν αποτελεί μόνο σχέδιο του μπιν Σαλμάν, αλλά και σημείο σταθμό στην ιστορία των BRICS+, που υπολογίζεται ότι ως τότε θα ελέγχουν τη μισή οικονομία και τη μισή επιφάνεια του πλανήτη. Σήμερα, πριν το άνοιγμά τους και σε άλλα κράτη, το 40% των κατοίκων του πλανήτη μετέχουν, μέσω των κρατών τους, στα BRICS, που κατέχουν και το 30% των εδαφών του. Ενεργειακά και σε επίπεδο πρώτων υλών, επίσης, ήδη η πλάστιγγα έχει γύρει.
Ενισχυμένος φαίνεται να βγαίνει και ο OHE, που εμφανίστηκε έτοιμος να αναλάβει τον ρόλο του, στις διαμάχες της περιοχής, ρόλο που είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει η Κίνα, αντιπαραθέτοντας το Διεθνές Δίκαιο (Law) στους «κανόνες» (Rules) που επιβάλλουν βίαια οι ΗΠΑ.
Οι χαμένοι
Οι δύο μεγάλοι χαμένοι είναι, προφανώς, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, με τις χώρες που υπέγραψαν Συμφωνίες του Αβραάμ να ακολουθούν – και να εκτίθενται στον ήδη αρνητικό σε αυτές αραβικό πληθυσμό. Η μετακίνηση της Σαουδικής Αραβίας σημαίνει ουσιαστική ακύρωση αυτών των συμφωνιών: μπορεί η ίδια να μην υπέγραψε, αλλά είναι βέβαιο και γνωστό ότι στήριξε. Όχι πια.
Για τις ΗΠΑ, η εμφάνιση ενός άλλου κυρίαρχου παίκτη στο διπλωματικό παιγνίδι, και μάλιστα στην Δυτική Ασία, ενός παίκτη του οποίου τις κινήσεις δεν γνωρίζουν και δεν μπορούν να προβλέψουν, είναι ήδη πλήγμα, και μάλιστα σοβαρό. Το μοιραίο για το πετροδολάριο, που φαίνεται να πλησιάζει όλο και περισσότερο, μπορεί και να αποδειχθεί θανάσιμο για τον αυτοκρατορικό τους ρόλο.
Παράλληλα, η εξασθένιση του Ισραήλ σημαίνει και ακόμη μεγαλύτερη, άμεση, εξασθένιση του δικού τους ρόλου στην περιοχή, και μάλιστα χωρίς να εμφανίζονται εναλλακτικές πολιτικές από πλευράς τους στον ορίζοντα*. Η ίδια ψυχροπολεμική πολιτική τους οδήγησε, την ημέρα ανακοίνωσης της συμφωνίας, να απαντήσουν με νέες κυρωσεις, μόλις χτες, σε κινεζικές εταιρίες που συνεργάζονται με ιρανικές, κυρώσεις που με την ενίσχυση του αναδυόμενου πολυπολικού κόσμου έχουν κάθε μέρα και μικρότερη σημασία. Παράλληλα, οι δεσμοί με τη Σαουδική Αραβία φαίνεται να έχουν διαρραγεί σε σημείο χωρίς επιστροφή, τουλάχιστον με αυτή την αμερικάνικη κυβέρνηση. Ο καθηγητής διεθνών σχέσεων στο πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, Σάιμον Μαμπόν, δήλωνε χτες στο France24 πως «οι Σαουδάραβες δεν θέλουν να δώσουν καμία νίκη στο Τζο Μπάιντεν». Σε αυτό το πλαίσιο είχε ιδωθεί, άλλωστε, και η άρνηση των Σαουδαράβων να αυξήσουν την παραγωγή πετρελαίου, προ λίγων μηνών, όπως και η εκ μέρους τους ενίσχυση του OPEC+.
Το Ισραήλ, με τα εσωτερικά του προβλήματα να επιδεινώνονται, ήδη βιώνει τη συμφωνία ως στρατηγικής σημασίας ήττα. Από το Πεκίνο, άλλωστε, ο Αλί Σαμχανί μίλησε ξεκάθαρα και για «συμφωνία που θα αποτελέσει, με βεβαιότητα, σοβαρό εμπόδιο στην παρουσία και εμπλοκή δυνάμεων εκτός της περιοχής αλλά και του σιωνιστικού καθεστώτος [Ισραήλ]». Το Ισραήλ το ξέρει πολύ καλά.
Την ώρα που η, ακροδεξιά και πολεμοκάπηλη, κυβέρνηση Νετανιάχου φώναζε όλο και δυνατότερα υπέρ μιας πολεμικής σύρραξης με το Ιράν και επιδιδόταν σε βάρβαρα πλήγματα κατά Συρίας και Παλαιστίνης, με τις ευλογίες του Αμερικάνου πρέσβυ εκεί, το παιγνίδι αλλάζει.. Και βρίσκει την χώρα διχασμένη και το ρόλο των ΗΠΑ εκεί να αμφισβητείται. Μια ημέρα μόλις πριν την συμφωνία η Χααρετζ δημοσίευε πως 45 ΜΚΟ ζητούσαν να «μαζέψουν» οι ΗΠΑ τον πρεσβυ τους γιατί δήλωνε «σε κάθε ευκαιρία» πως «το Ισραήλ μπορεί και πρέπει να κάνει ό,τι χρειάζεται να αντιμετωπίσει το Ιράν, κι έχει τη στήριξή μας», καλλιεργώντας συνθήκες προς σύγκρουση ή και πόλεμο (“Israel can and should do whatever they need to deal with [Iran] and we’ve got their back”).
Στο εσωτερικό πεδίο, με την ανακοίνωση της συμφωνίας, σύσσωμη η αντιπολίτευση επιτέθηκε στον Βενιαμίν Νετανιάχου, κατηγορώντας τον για «εγκατέλειψη της διπλωματίας, γενική αδυναμία και ευθύνη για τις εσωτερικές συγκρούσεις» που άφησαν έκθετη τη χώρα. Ο Μπίμπι βιάστηκε να της πετάξει πίσω το μπαλάκι της ευθύνης : «Αδύναμος Μπάιντεν» και «η προηγούμενη κυβέρνηση Μπένετ – Λαπίντ» οδήγησαν «τη Σαουδική Αραβία σε άλλους δρόμους», δήλωσε ο κύκλος του στους Τάιμς του Ισραήλ, προσθέτοντας πως «ότι συμβαίνει σε διπλωματικό επίπεδο δεν αντικατοπτρίζει και όσα συμβαίνουν κάτω από την επιφάνεια». Να σημειωθεί το γεγονός ότι κατονομάζεται ο Μπάιντεν στην απάντηση της κυβέρνησης Νετανιάχου, η οποία, όπως και η προηγούμενη κυβέρνηση, αντιτίθεται σε οποιαδήποτε συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν. «Η ακροδεξιά κυβέρνηση [Νετανιάχου] δεν επικεντρώνεται ούτε στο Ιράν, ούτε στις τρομοκρατικές επιθέσεις, ούτε στην οικονομία, ούτε στο κόστος ζωής. Νοιάζονται μόνο να καταστρέψουν τη δημοκρατία, να διχάσουν το λαό, α, και να πάνε διακοπούλες στη Ρώμη» ήταν η απάντηση Λαπίντ (ο Μπίμπι βρίσκεται αυτό το σαββατοκύριακο στη Ρώμη).