Οι δυτικές αυταπάτες για την Κίνα και η Ουκρανία

1271
αυταπάτες για την Κίνα και η Ουκρανία

Η άρνηση της Κίνας να καταδικάσει την εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία έχει προκαλέσει αναστάτωση στην Ευρώπη και απειλεί να επιδεινώσει τις σχέσεις με έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς της εταίρους.

Παρόλο που το Πεκίνο αυτοπαρουσιάζεται ως ουδέτερο μέρος και πιθανός μεσολαβητής, η κινεζική κυβέρνηση αρνήθηκε να συμμετάσχει στις κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας και συνεχίζει να κατηγορεί την Ουάσιγκτον για τη σύγκρουση.

Οι δυτικοί ηγέτες δεν θα έπρεπε βέβαια να σοκάρονται. Η προσέγγιση της Κίνας με τη Ρωσία είναι μια ιστορία η οποία πηγαίνει χρόνια πίσω, πολύ πριν από τη συνεργασία “χωρίς όρια και περιορισμούς” την οποία διακήρυξαν ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ και ο Πούτιν την παραμονή της έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του περασμένου μήνα.

Αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής στροφής η οποία αντανακλά τη μεταβαλλόμενη άποψη του Πεκίνου για τη συμμετοχή του σε μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων στη βάση διεθνώς παραδεκτών κανόνων. Αυτό που κάποτε θεωρείτο μια αμοιβαία επωφελής συνθήκη που βοήθησε να καταστεί δυνατή η ταχεία οικονομική ανάπτυξη της χώρας, θεωρείται πια ένας μηχανισμός ο οποίος κυριαρχείται από τις ΗΠΑ, αφιερωμένος στον περιορισμό της ανάδυσης της Κίνας.

Αυτή η σεισμικών διαστάσεων στροφή, η οποία χρονολογείται σε μεγάλο βαθμό από τότε που ο Σι ανέλαβε πρόεδρος το 2013, δεν έχει κρυφτεί. Αρκετές συμβολικές στιγμές ξεχωρίζουν, σηματοδοτώντας την αυξανόμενη εχθρότητα της Κίνας προς τις αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και την αποφασιστικότητά της να δημιουργήσει ένα νέο παγκόσμιο σύστημα, πιο ευνοϊκό για τα συμφέροντα των απολυταρχιών. Ακολουθούν τρία παραδείγματα:

1. Έγγραφο Νο. 9

Το 2013, οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος κυκλοφόρησαν ένα κομματικό έγγραφο-ανακοίνωση μεταξύ στελεχών, με βάση το οποίο “δυτικές” αξίες όπως η συνταγματική δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η κοινωνία των πολιτών και η ελευθερία του Τύπου παρουσιάζονταν ως εργαλεία που χρησιμοποιούνται από τις αντικινεζικές δυνάμεις για να υπονομεύσουν την ισχύ του κόμματος και να αποδυναμώσουν την εξουσία του. Το έγγραφο, με επίσημο τίτλο “Ανακοινωθέν για την τρέχουσα κατάσταση στη σφαίρα της Ιδεολογίας”, έγινε γνωστό από τον αριθμό που του δόθηκε από το εκδοτικό γραφείο του κόμματος.

Το Έγγραφο Νο. 9 αποτέλεσε προανάκρουσμα μια εντεινόμενη καταστολή σε νομικούς και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυστηρότερους ελέγχους στα μέσα ενημέρωσης, μείωση του χώρου για ελευθερία έκφρασης στο Διαδίκτυο και μεταξύ των ακαδημαϊκών και μια έξοδο από την Κίνα ξένων μη κυβερνητικών οργανώσεων. Ο Σι βρισκόταν κάποτε στο επίκεντρο των δυτικών ελπίδων για μια φιλελευθεροποίηση, τουλάχιστον στο πεδίο της οικονομίας. Το Έγγραφο Νο. 9 ήταν ένα κομβικής σημασίας μήνυμα ότι η κυβέρνησή του θα επιδίωκε αντ’ αυτής την επιστροφή στην κομμουνιστική ορθοδοξία, επιδιώκοντας να επιβεβαιώσει εκ νέου την εξουσία του κόμματος στην κοινωνία και την οικονομία.

Η πολιτική σχέσεων των ΗΠΑ με την Κίνα για πέντε δεκαετίες βασιζόταν εν μέρει στο στοίχημα ότι η τελευταία θα γινόταν πιο φιλελεύθερη καθώς θα αναπτυσσόταν – ότι δηλαδή, ακόμη κι αν δεν μετατρεπόταν σε πολυκομματική δημοκρατία, η χώρα θα ενστερνιζόταν όλο και περισσότερο τους κανόνες του δημοκρατικού κόσμου. Το ‘Εγγραφο Νο. 9 έδειξε ξεκάθαρα ότι το αντίθετο ήταν απολύτως δυνατό: ότι δηλαδή, καθώς η Κίνα γινόταν πλουσιότερη και ισχυρότερη, θα μπορούσε να γίνει πιο ανταγωνιστική προς τις θεμελιώδεις αξίες της μεταπολεμικής τάξης.

2. Η Στρατιωτική Παρέλαση του 2015

Για να τιμήσει την 70ή επέτειο από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 2015, η Κίνα πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη στρατιωτική παρέλασή της ιστορίας της στο Πεκίνο. Ο Πούτιν εμφανίστηκε δίπλα στον Σι στην πλατεία Τιενανμέν, ενώ είχαν σταθεί μαζί στη Μόσχα αρκετούς μήνες νωρίτερα για να τιμήσουν τη νίκη των Συμμάχων στην Ευρώπη. Οι περισσότεροι δυτικοί ηγέτες απέφυγαν να παραστούν, μποϊκοτάροντας τη ρωσική τελετή προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για την προσάρτηση της ουκρανικής Κριμαίας από τον Πούτιν το 2014.

Η κληρονομιά της Κίνας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι περίπλοκη. Τα δεινά και η συμβολή της χώρας στην πολεμική προσπάθεια υποτιμούνται γενικά στη Δύση. Η Κίνα έχασε τουλάχιστον 14 εκατομμύρια ανθρώπους, δεύτερος μεγαλύτερος τραγικός απολογισμός μετά από εκείνον της Σοβιετικής Ένωσης και πολέμησε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη συμμαχική δύναμη, έχοντας αντισταθεί στην εισβολή της Ιαπωνίας από το 1937 (μερικοί χρονολογούν την έναρξη του πολέμου στην Κίνα από την κατάληψη της Μαντζουρίας από τους Ιάπωνες, το 1931).

Ο ρόλος της Κίνας παραβλέφθηκε σχετικά, εν μέρει λόγω μιας κομμουνιστικής απροθυμίας δεκαετιών. Το εθνικιστικό Κουομιντάνγκ του Τσανγκ Κάι Σεκ κυβερνούσε την Κίνα κατά τη διάρκεια του πολέμου και ηγήθηκε της αντίστασης ενάντια στους Ιάπωνες, για να ανατραπεί τελικά από τους κομμουνιστές το 1949. Η αναγνώριση αυτού του γεγονότος σήμαινε την αναγνώριση εκ μέρους του ΚΚ Κίνας ενός ιδεολογικού εχθρού. Η παρέλαση του 2015 ήταν μέρος μιας προσπάθειας δημιουργίας ενός αφηγήματος το οποίο να αποτίει φόρο τιμής στις κινεζικές εθνικές θυσίες στον πόλεμο.

Ωστόσο, η κινεζική κυβέρνηση εξακολουθεί να βλέπει αυτήν την περίοδο μέσα από ένα ιδελογικό πρίσμα το οποίο έρχεται σε αντίθεση με λεπτούς μεν, σημαντικούς δε, τρόπους με τη Δύση. Γενικά αναφερόμενος στην Κίνα ως “Πόλεμος της Αντίστασης ενάντια στην Ιαπωνική Επίθεση”, η σύγκρουση είναι επίσης γνωστή και με έναν άλλο όρο: “Παγκόσμιος Αντιφασιστικός Πόλεμος”.

Αυτός ο γενικά αδιαμφισβήτητος τίτλος επινοήθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή με έδρα τη Μόσχα τη δεκαετία του 1930 και υιοθετήθηκε από τον Μάο Τσε Τουνγκ προς το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, προκειμένου να σηματοδοτήσει την πίστη του στον Ιωσήφ Στάλιν, γράφει ο Αυστραλός ακαδημαϊκός Τζον Φιτζέραλντ στο βιβλίο του “Η Χώρα των Στελεχών: Πώς η Κίνα μετατράπηκε σε ΚΚ Κίνας”. Ο όρος οριοθετεί τις δύο χώρες ως συντρόφους σε μια ευρύτερη σύγκρουση στην οποία “η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εχθροί της Σοβιετικής Ρωσίας και της Κίνας όχι λιγότερο από τις χώρες που πραγματικά εισέβαλαν σε αυτές”, σημειώνει ο Φιτζέραλντ.

Για τους περισσότερους Ευρωπαίους, οι οποίοι δεν έχουν  ταλαντεύσεις σχετικά με το νόημα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο ισχυρισμός του Πούτιν ότι στοχεύει να “αποναζιστικοποιήσει” την Ουκρανία φαντάζει διαφανώς παράλογος. Από τη συγκέντρωση στρατευμάτων στα σύνορα, μέχρι την υποτιθέμενη ανησυχία για την προστασία των εθνικά Ρώσων εκτός των συνόρων της Ρωσίας και τη διοργάνωση προβοκατσιών τις οποίες αποδίδει στους αντιπάλους της, είναι οι ενέργειες της Ρωσίας εκείνες που μοιάζουν παράξενα με Γερμανία του Χίτλερ.

Ωστόσο, από την οπτική γωνία του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, υπάρχει μια λογική στα ρωσικά επιχειρήματα. Όπως φαίνεται από την παρουσία του Πούτιν στο πλευρό του Σι το 2015, οι χώρες τους θεωρούνται εταίροι σε έναν αγώνα δεκαετιών ενάντια στις “ιμπεριαλιστικές καπιταλιστικές χώρες”. Είναι σαφές προς τα πού κλίνουν οι συμπάθειες του Πεκίνου – ακόμη κι αν δεν μπορεί να τις δηλώσει ανοιχτά.

3. Χονγκ Κονγκ

Η πρώην βρετανική αποικία ήταν το μέρος του κόσμου όπου το κομμουνιστικό σύστημα της Κίνας διασταυρωνόταν πιο ορατά από οπουδήποτε αλλού με τις ανοιχτές, φιλελεύθερες δημοκρατικές αξίες της Δύσης. Το ημιαυτόνομο καθεστώς της πόλης μετά την επιστροφή της το 1997 στην Κίνα έδειξε πώς μια ελεύθερη και πλουραλιστική κοινωνία θα μπορούσε να ανθίσει έστω και κάτω από τον μανδύα μιας αυταρχικής κυβέρνησης. Υπό αυτή την έννοια, το Χονγκ Κονγκ ήταν ένας καθρέφτης και ένας μικρόκοσμος του τρόπου με τον οποίο μια πολιτικά μη μεταρρυθμισμένη Κίνα καλωσορίστηκε στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.

Έτσι, το τέλος αυτής της “φωτισμένης”, αμοιβαία επωφελούς διευθέτησης είναι εξαιρετικά σημαντικό για το τι σηματοδοτεί για την αντίληψη της Κίνας για τις πιθανότητες ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ δύο συστημάτων τα οποία βασίζονται σε ριζικά διαφορετικές κοσμοθεωρίες. Η κοινωνία του Χονγκ Κονγκ έχει γίνει σχεδόν αγνώριστη από τότε που το Πεκίνο επέβαλε τον “Νόμο για την Εθνική Ασφάλεια” στην περιοχή πριν από δύο χρόνια.

Το Πεκίνο είχε τους λόγους του να παρέμβει. Το Χονγκ Κονγκ συγκλονίστηκε από διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας το 2019, οι οποίες μερικές φορές εκτρέπονταν σε βίαιες εκδηλώσεις και, αντί να τις δει ως μια προβλέψιμη αντίδραση σε μια σταθερή μείωση των ελευθεριών στην πόλη, το ΚΚ Κίνας τις θεώρησε προσπάθεια αποσταθεροποίησης της χώρας από πράκτορες ελεγχόμενους από τις ΗΠΑ. Η καταστολή ξεπέρασε κατά πολύ εκείνο που ήταν απαραίτητο για την αποκατάσταση της τάξης. Πρόκειται πια για ένα κίνημα “διόρθωσης” – αναμόρφωσης ολόκληρης της κοινωνίας, το οποίο θυμίζει την πρώιμη διακυβέρνηση του Κόμματος στην ηπειρωτική χώρα, σύμφωνα με το πνεύμα του Εγγράφου Νο. 9.

Η αντιπάθεια η οποία επιδεικνύεται για τις φιλελεύθερες αξίες στο Χονγκ Κονγκ είναι διδακτική εάν αναλογιστεί κανείς γιατί το Πεκίνο δεν υπήρξε πιο σθεναρός υπερασπιστής της παγκόσμιας τάξης στη βάση του διεθνούς δικαίου στην Ουκρανία. Η οικονομία της Κίνας εξαρτάται από αυτό το δυτικό κατασκεύασμα, ωστόσο το Κόμμα δεν αγαπά τις αρχές του. Οι διάφορες χώρες ανά τον κόσμο θα πρέπει να το έχουν αυτό κατά νου όταν εξετάζουν το πώς το Πεκίνο θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει το παγκόσμιο σύστημα στο μέλλον, όταν και εφ’ όσον διαθέτει τη δύναμη να το πράξει.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας