Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει επί του παρόντος μια σειρά προκλήσεων που αμφισβητούν τη βιωσιμότητά της ως σχετικού παράγοντα σε διεθνές επίπεδο και μάλιστα οδηγούν σε βέβαιη πτώση της από πολλές απόψεις.
«Μετά από δεκαετίες προειδοποιήσεων και χαμηλής ανάπτυξης, οι ηγέτες της περιοχής ξαφνικά έρχονται αντιμέτωποι με ένα μπαράζ αποδείξεων ότι η παρακμή είναι πλέον μια ασταμάτητη διαδικασία», προειδοποίησε το Bloomberg.
Η ανάλυση υπογραμμίζει ότι ένας συνδυασμός πολιτικής παράλυσης, εξωτερικών απειλών και οικονομικής δυσφορίας θα μπορούσε να τερματίσει τις φιλοδοξίες της ΕΕ να γίνει παγκόσμια δύναμη.
Αυτή η κατάσταση, προτείνει, οδηγεί τα κράτη μέλη του να δίνουν προτεραιότητα στα δικά τους συμφέροντα πάνω από αυτά του μπλοκ.
Το δημοσίευμα πρόσθεσε ότι αυτοί οι παράγοντες κατέστησαν σαφές ότι η ΕΕ έχει δείξει την αδυναμία της να ενεργήσει ως ομοιογενής ομάδα απέναντι σε οικονομικά προβλήματα, προβλήματα αγοράς, ασφάλειας και άμυνας, όπως η σύγκρουση στην Ουκρανία.
«Όλες αυτές οι εξελίξεις υποστηρίζουν την αποτυχία της ΕΕ να δράσει ως συνεκτικό και δυναμικό οικονομικό μπλοκ, διαβρώνοντας το καθεστώς της και υποβαθμίζοντας την ικανότητά της να ανταποκρίνεται σε ένα ευρύ φάσμα απειλών από την κινεζική βιομηχανική πολιτική έως τη ρωσική στρατιωτική επιθετικότητα ή ακόμη και μια μελλοντική ανταγωνιστική διοίκηση στην ΗΠΑ», πρόσθεσε το Bloomberg.
Το άρθρο ανέφερε αναλυτές που υποστηρίζουν ότι η Ευρώπη ανταποκρίνεται πολύ αργά στις παγκόσμιες αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της υπερθέρμανσης του πλανήτη, της δημογραφικής αλλαγής και της στροφής σε μια μεταβιομηχανική οικονομία στην οποία η Κίνα έχει γίνει σημαντικός ανταγωνιστής.
«Κάτι αλλάζει πολύ, πολύ δραματικά και πολύ, πολύ βαθιά σε αυτόν τον κόσμο», δήλωσε ο πρώην πρόεδρος της Πολωνίας, Aleksander Kwasniewski, σε συνέντευξή του στο Bloomberg.
«Δεν μπορούμε να αντιδράσουμε σωστά, γιατί είμαστε πολύ αργοί».
Πότε άρχισε η παρακμή
Ωστόσο, η παρακμή της ΕΕ μπορεί να ξεκίνησε ήδη από τη νομισματική ένωση του μπλοκ, με μια άλλη ανάλυση από το Bloomberg Economics να υποδηλώνει ότι η οικονομία του μπλοκ θα ήταν περίπου 3 τρισεκατομμύρια ευρώ μεγαλύτερη εάν είχε συμβαδίσει με τις ΗΠΑ τα τελευταία 25 χρόνια.
Τον Σεπτέμβριο, ο Mario Draghi, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), παρουσίασε ένα σχέδιο για την αναζωογόνηση του ευρωπαϊκού μπλοκ, ενώ περιέγραψε τον κίνδυνο παρακμής της περιοχής ως οικονομική δύναμη.
«Τα θεμέλια πάνω στα οποία χτίσαμε τώρα κλονίζονται», είπε ο Draghi στην εισαγωγή της έκθεσής του.
«Αυτή είναι μια υπαρξιακή πρόκληση».
Ωστόσο, το Bloomberg προσέθεσε ότι η έκθεση δεν έτυχε καλής υποδοχής, με ορισμένους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να φοβούνται ότι η περιοχή δεν έχει περιθώρια ελιγμών.
«Είναι προφανές ότι η Ευρώπη μένει πίσω από τους βασικούς εμπορικούς της εταίρους, τις ΗΠΑ και την Κίνα», δήλωσε ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης σε συνέντευξή του στις 24 Σεπτεμβρίου.
«Εάν δεν λάβει άμεσα μέτρα, η πτώση θα γίνει τελικά μη αναστρέψιμη».
Ευάλωτη σε κραδασμούς
Υπενθυμίζεται ότι στην εξαμηνιαία επισκόπηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας τον Μάιο του τρέχοντος έτους, η ΕΚΤ προειδοποίησε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες είναι «ευάλωτες σε δυσμενείς κραδασμούς» που προκύπτουν από γεωπολιτικές εντάσεις και επίμονα υψηλά επιτόκια λόγω της αδυναμίας τους να συνεχίσουν να μειώνουν το δημόσιο χρέος τους.
Η ΕΚΤ τόνισε ότι ένα χρόνο μετά την έκτακτη ανάγκη COVID-19, πολλά ευρωπαϊκά έθνη δεν έχουν ανατρέψει πλήρως τα μέτρα στήριξης που θεσπίστηκαν για την προστασία των καταναλωτών και των επιχειρήσεων από τις επιπτώσεις της έκτακτης ανάγκης για την υγεία και, στη συνέχεια, της σύγκρουσης στην Ουκρανία.
Αυτό, με τη σειρά του, προκάλεσε υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας.
Σε αυτό προστίθεται η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή και η επιρροή της στις τιμές των καυσίμων.
Το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα θεώρησε ότι «τα υψηλά επίπεδα χρέους και οι επιεικές δημοσιονομικές πολιτικές θα μπορούσαν να αυξήσουν περαιτέρω το κόστος δανεισμού και να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, μεταξύ άλλων μέσω διαρροών σε ιδιώτες δανειολήπτες και σε κατόχους κρατικών ομολόγων».
Η ΕΚΤ είπε επίσης ότι το δημόσιο χρέος θα παραμείνει πιθανότατα αυξημένο, επισημαίνοντας τις «χαλαρές δημοσιονομικές πολιτικές» ως την κύρια αιτία ανησυχίας.
Παρά αυτές τις μικρές προόδους, το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα αναμένει ότι το συνολικό δημόσιο χρέος θα παραμείνει πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα, στο 90% του ΑΕΠ το 2024 και θα αυξηθεί ελαφρά το επόμενο έτος.
Ωστόσο, αυτό δείχνει το γεγονός ότι η συλλογική ευρωπαϊκή οικονομία δεν είναι πλέον συγκρίσιμη με αυτή των ΗΠΑ και της Κίνας και θα ξεπεραστεί από την Ινδία μέσα στις επόμενες δεκαετίες, διασφαλίζοντας ότι το μπλοκ δεν θα είναι η μεγάλη δύναμη που οραματίζεται.
Χωρίς να αναφέρεται στην ανάλυση του Bloomberg ή από την ΕΚΤ, ο κύριος παράγοντας στα οικονομικά δεινά της ΕΕ είναι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας που έχουν γυρίσει μπούμερανγκ.
Η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία, οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, είναι οι χώρες που επλήγησαν περισσότερο από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, οι οποίες τις έχουν φέρει σε ύφεση.
Όσο η ΕΕ διατηρεί τις κυρώσεις στη Ρωσία, το μπλοκ δεν θα μπορέσει ποτέ να ανακάμψει, πόσο μάλλον να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ και την Κίνα.