Συνεχίζουν να…θησαυρίζουν οι τράπεζες από τη άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων δανείων, με αποτέλεσμα να ακριβαίνει το κόστος χρήματος για τους πολίτες. Όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων τείνει προς τις 6 μονάδες, έχοντας ήδη παρουσιάσει υψηλό 20ετίας, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ.
Το θέμα τέθηκε και στην επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου που έδωσε στην Αθήνα, στο πλαίσιο της συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίου στη χώρα μας.
Είναι χαρακτηριστικό πως η Κριστίν Λαγκάρντ παραδέχθηκε ότι η αύξηση των επιτοκίων έχει οδηγήσει σε πτώση της ζήτησης για δάνεια ενώ και τα κριτήρια δανεισμού από τις τράπεζες έχουν γίνει περισσότερο αυστηρά.
Απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με την «ψαλίδα» ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων, η ίδια τόνισε ότι η ΕΚΤ καθορίζει το ύψος των επιτοκίων του ευρώ και δεν έχει καμία ανάμειξη στη διαμόρφωση των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων από τις τράπεζες της κάθε χώρας.
Αυτή είναι αρμοδιότητα άλλων αρχών για να επιληφθούν, όπως είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σημείωσε. Συνεπώς, θα πρέπει να φανεί το τι θα πράξει η ελληνική επιτροπή προκειμένου να αλλάξει η κατάσταση, η οποία λειτουργεί εις βάρος τόσο των δανειοληπτών όσο και των καταθετών.
Τράπεζες: Διά στόματος Λαγκάρντ και επισήμως στην πρώτη ευρωπαϊκή ταχύτητα
Αξίζει να σημειωθεί πως οι ελληνικές συστημικές τράπεζες ετοιμάζονται να καταγράψουν ένα νέο ρεκόρ κερδών φέτος κοντά στα 4 δισ. ευρώ, το οποίο αναμένεται να σπάσει το περυσινό των 3,6 δισ. ευρώ.
Σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό αυτών των υπερκερδών αποτελεί η διευρυνόμενη από τρίμηνο σε τρίμηνο διαφορά μεταξύ των επιτοκίων σε καταθέσεις και δάνεια, η οποία οδηγεί σε ολοένα και υψηλότερα επίπεδα τα οργανικά έσοδα των τραπεζών και σε ταυτόχρονη αύξηση κόστους χρήματος για τους πολίτες
Υπενθυμίζεται ότι στο πρώτο εξάμηνο του 2023 οι Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς εμφάνισαν καθαρά έσοδα από τόκους 3,9 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο σε ετήσια βάση κατά 60%.
Το ρεκόρ 20ετίας
Παράλληλα, το ΙΟΒΕ αναφέρει σε έκθεσή του πως η προαναφερόμενη ψαλίδα έχει ήδη αγγίξει υψηλό 20ετίας. Σχετικά με το τραπεζικό σύστημα, οι κύριες παρατηρήσεις που κάνει το ΙΟΒΕ στην τριμηναία έκθεσή του είναι οι εξής:
· Το κόστος νέου δανεισμού στον ιδιωτικό τομέα κατέγραψε περαιτέρω άνοδο στο τρίτο τρίμηνο του 2023.
· Η διαφορά του μέσου επιτοκίου δανείων και καταθέσεων (περιθώριο επιτοκίου) έχει αυξηθεί σε διαχρονικά υψηλό επίπεδο (τουλάχιστον 20-ετίας).
· Οι ιδιωτικές καταθέσεις καταγράφουν μεν αύξηση στο διάστημα Ιουνίου-Αυγούστου, ηπιότερη ωστόσο από πέρυσι.
· Η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις κατέγραψε στασιμότητα στα μέσα του έτους, ενώ η πιστωτική συρρίκνωση προς τα νοικοκυριά συνεχίζεται.
· Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (ΜΕΔ) στους ισολογισμούς των τραπεζών κατέγραψαν στασιμότητα το δεύτερο τρίμηνο του 2023, στο 8,8% των συνολικών δανείων.
Ο ρυθμός της πιστωτικής επέκτασης στον ιδιωτικό τομέα έπιασε «ταβάνι» περίπου στο 6% (12μηνη μεταβολή) τον Αύγουστο του 2022 και έκτοτε οι στρόφιγγες άρχισαν να κλείνουν.
Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού, μη χρηματοπιστωτικού τομέα, ουσιαστικά η μοναδική κατηγορία όπου οι τράπεζες χορηγούσαν σημαντικές πιστώσεις (στα καταναλωτικά δάνεια οι ρυθμοί είναι σταθερά αρνητικοί), έφθασαν να αυξάνονται με διψήφιο ετήσιο ρυθμό το καλοκαίρι του 2022, αλλά έκτοτε άρχισαν να… στεγνώνουν, για να φθάσουμε στο τρίμηνο Ιουνίου – Αυγούστου όπου έπεσαν στο μηδέν.
Επιβάρυνση στις επιχειρήσεις
Αναμφίβολα, μείωση των χρηματοδοτικών ροών συνδέεται με την επιθετική αύξηση των επιτοκίων από τις ελληνικές τράπεζες, παράλληλα με την αύξηση των ευρωπαϊκών. Το μέσο επιτόκιο δανεισμού των επιχειρήσεων υπερδιπλασιάσθηκε σε σχέση με το καλοκαίρι του 2022, ξεπερνώντας το 6%, ενώ μικρότερες ήταν οι αυξήσεις σε άλλες κατηγορίες δανείων.
Τα επιτόκια νέου δανεισμού του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν στο 6,4% τον Αύγουστο, με την απόσταση από το μέσο κόστος δανεισμού στις χώρες του «νότου» της Ευρωζώνης να κυμαίνεται στις 98 μ.β., όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ.
Σχολιάζοντας αυτές τις εξελίξεις, το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα επηρεάζεται από μεταβολές στην προσφορά και τη ζήτηση δανείων, υπό την επίδραση των υψηλότερων επιτοκίων.
Στην πλευρά της προσφοράς, καθυστερήσεις στην εφαρμογή του δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» επιδρούν αρνητικά στην παροχή επιχειρηματικών πιστώσεων.
Γιάννης Αγουρίδης