Τις πρώτες πρωινές ώρες, σήμερα στις 10 του Μάρτη το 2023, έφυγε από τη ζωή ο Αλέξης Πάρνης.
Μαζί με τον Αλέξη που ήταν 99 ετών, έσβησε ένας ολόκληρος αιώνας που έκλεινε μέσα του γενιές, γνήσιων και σκληρών αγωνιστών, γενιές ηρώων που χάρις τις θυσίες τους ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι. Ένας αιώνας αγώνων και δημιουργίας. Ένας αιώνας που χάρη στον Αλέξη έμενε για όλους εμάς ακόμη ζωντανός. Ο Αλέξης έμελε να μείνει από τους τελευταίους θεματοφύλακες και να επωμιστεί όλο το βάρος να διατηρεί άσβεστη τη μνήμη τους και να δείχνει το δρόμο στις επόμενες γενιές.
Δεν φτάνουν αυτές οι λιγοστές γραμμές που γράφονται σήμερα κάτω από το βάρος της θλίψης και της συγκίνησης να μιλήσουν για τον Αλέξη και το έργο του, σε όσους τον ήξεραν και σε όσους θα έπρεπε να τον ήξεραν και σε όσους πρέπει να τον μάθουν. Αυτό μπορεί να γίνει κάποια άλλη, κάποια λιγότερο οδυνηρή στιγμή. Άλλωστε χρόνος υπάρχει. Η ζωή του Αλέξη ήταν τόσο πλούσια και το έργο του τόσο δημιουργικό, που θα χρειαστεί τουλάχιστον άλλος ένας αιώνας για να γίνει κτήμα όλων μας, αλλά κυρίως όλων αυτών που έρχονται μετά από εμάς.
Η περιουσία που άφησε ο Αλέξης είναι ένας αμύθητος πλούτος από το λαό για το λαό. Κατάφερε να κρατήσει άφθαρτα και αμόλυντα τα κατορθώματα του λαού μας και να τα αναδείξει σε πολιτιστική κληρονομία για όλους εμάς.
Ο Αλέξης αντιπροσώπευε στη πράξη, στη ζωή, στη καθημερινότητα την ιστορία των αγώνων του λαού μας, την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, την ιστορία της νεώτερης Ελλάδος, με τον πιο αγνό, τον πιο γνήσιο, τον πιο ζωντανό τρόπο, που καμία ιστορική πραγματεία, ανάλυση ή οποιοδήποτε ντοκουμέντο δεν μπορεί να αποδώσει με την πιστότητα, την ακρίβεια, την αλήθεια ή τη γλαφυρότητα που μπορούσε να πετύχει εκείνος χωρίς κόπο, αυθόρμητα, έμφυτα, έντεχνα και με αξιοζήλευτη αισθητική χάρη. Ως άριστος λογοτέχνης και ποιητής συνδύαζε με εκπληκτική μαεστρία στο γραπτό και προφορικό του λόγο τις καλύτερες παραδόσεις της ελληνικής λογοτεχνίας, αφού από μικρός λάτρευε τον Παπαδιαμάντη, αλλά και της ρώσικης παράδοσης, της λογοτεχνίας και ποίησης, σπουδαγμένος στη σχολή Μαξίμ Γκόρκυ της Μόσχας, με υποτροφία που του εξασφάλισε ο Νίκος Ζαχαριάδης, που είχε τη διορατικότητα να ανακαλύψει από πολύ νωρίς το ταλέντο του.
Ο Αλέξης όταν επαναπατρίστηκε από τη Μόσχα το 1963, ήταν ήδη καταξιωμένος θεατρικός συγγραφέας στη Ρωσία, όπου το θεατρικό του έργο: το Νησί της Αφροδίτης, που αναφέρονταν στον αγώνα της ανεξαρτησίας της Κύπρου, είχε καταρρίψει κάθε ρεκόρ στα χρονικά της ρωσικής θεατρικής σκηνής. Είχε όμως προηγηθεί η βράβευσή του για το περίφημο ποίημα αφιερωμένο στον ήρωα φίλο του Μπελογιάννη, από τον Ναζίμ Χικμέτ, τον Πωλ Ελυάρ και τον Πάμπλο Νερούντα !!!!!
Ο Αλέξης ενσάρκωνε το θρύλο του ακούραστου και ακατάβλητου συνεπή αγωνιστή που πέρασε από όλα τα μετερίζια του αγώνα κι από οποιαδήποτε θέση, από καπετάνιος του ΕΛΑΣ, από μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού, από στρατευμένος λογοτέχνης – ποιητής, γνήσιος και αυθεντικός κομμουνιστής, πρότυπο λιτού σεμνού αλλά άκρατης δημιουργικότητας τρόπου ζωής, κουβαλώντας περίσσεια γνώση, εμπειρίες, μαρτυρίες, όσο κανείς άλλος.
Στο πρώτο βιβλίο της «ελληνικής» τριλογίας του: «Η Οδύσσεια των διδύμων» είναι αποτυπωμένη ολόκληρη η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, του λαϊκού κινήματος , ολόκληρη η ιστορία της νεώτερης Ελλάδας. Ακολούθησαν τα άλλα δυο μέρη: Ο άλλος εμφύλιος και Ο ρυθμός του κόσμου.
Η «ρώσικη» τριλογία του: «Ο διορθωτής» (1978), «Λεωφόρος Πάστερνακ» (1979), «Μια Πράγα στον καθένα» (1979), αποτελεί ένα μνημειώδες έργο που αποτυπώνει τη κοινωνικοπολιτική ζωή στη Ρωσία σε τρεις περιόδους διαφορετικής διακυβέρνησης του Στάλιν, του Χρουστσόφ, του Μπρέζνιεφ. Η αξία του εν λόγω έργου αναγνωρίστηκε με την πρόσφατη μετάφραση και έκδοση της τριλογίας στη Ρωσική γλώσσα, που αξίζει να σημειωθεί ότι γνώρισε μεγάλη επιτυχία στο ρωσικό αναγνωστικό κοινό με εξαιρετικά ευνοϊκές κριτικές που επισήμαιναν το γεγονός ότι ένα τέτοιο έργο με τέτοια κριτική ματιά, έλλειπε μέχρι τότε στη Ρωσία.
Δεν είναι ούτε ο χώρος κατάλληλος ούτε η στιγμή να αναφερθούμε στο έργο του Πάρνη, το γνωστό και άγνωστο, αλλά κυρίως το ανέκδοτο, που είναι τεράστιο και κάποια στιγμή θα πρέπει να εκδοθεί. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθεί ότι Αλέξης έχει μεταφράσει στα ελληνικά σε ρίμα ένα τεράστιο υλικό, όλους σχεδόν τους Ρώσους ποιητές. Μια εβδομάδα πριν μας αποχαιρετήσει, είχε τελειώσει τη μετάφραση ολόκληρου του έργου του Πούσκιν.
Το έργο του Αλέξη δεν έτυχε της αναγνώρισης που του άξιζε. Ο ίδιος δεν επιδίωξε τη προβολή, αντίθετα την απέφευγε. Ωστόσο ο πολιτικός και λογοτεχνικός κόσμος είχε την υποχρέωση να το κάνει από μόνος του. Το γιατί δεν έγινε είναι αυτονόητο. Προφανώς δεν βόλευε, προφανώς ενοχλούσε. Προφανώς θύμιζε, αναμόχλευε μνήμες, δημιουργούσε πρότυπα επικίνδυνα για το πολιτικό σύστημα και τους συστημικούς καλλιτέχνες !!!
Ο ίδιος όμως δεν ενοχλούνταν από αυτό. Δεν αποζητούσε την αναγνώριση από το κατεστημένο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συγκίνηση και η αντίδρασή του όταν ο νεαρός φίλος του, ο ιστορικός και ερευνητής Νίκος Παπαδάτος του έφερε από τη Μόσχα την επιστολή του Νίκου Ζαχαριάδη που ξέθαψε από την έρευνα που έκανε στα αρχεία στη Μόσχα, μια επιστολή που μιλούσε για τον Πάρνη.
Συγκινημένος είπε: Για μένα η επιστολή αυτή του Νίκου Ζαχαριάδη είναι μεγαλύτερο κι από Νόμπελ.
Το πίστευε γιατί σε κάθε ευκαιρία μίλαγε με σεβασμό και αγάπη για τον «Νίκο».
Για όλους εμάς που είχαμε τη μεγάλη τύχη να τον γνωρίσουμε και να ζήσουμε μαζί του, ο θάνατος του Αλέξη είναι μια τεράστια απώλεια. Ο Αλέξης ήταν σαν μια μαγική πύλη που την πέρναγες και ζούσες μαζί του στο παρελθόν, σε εκείνο το αμπρί – όπως το λεγε – που είχε διαμορφώσει στο σπίτι του. Ένα ηρωϊκό ορμητήριο αλλά και ερημητήριο. Ήταν μια σανίδα σωτηρίας από τον κόσμο της παρακμής που μας περιβάλλει. Ήταν μια πηγή αισιοδοξίας ότι αφού υπάρχει αυτός, υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος για τον οποίον αξίζει να ζει κανείς και να παλεύει, όπως έκανε κι αυτός, κουβαλώντας μας στους ώμους του.
Ο Αλέξης δεν ταξιδεύει όπως λέμε για αυτούς που φεύγουν απ’ τη ζωή. Θα είναι πάντα εδώ σαν φάρος για να μας δείχνει το δρόμο του αγώνα.
Το Αμπρί του Αλέξη Πάρνη: