Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αλλάξει κατά πολύ τις σχέσεις μεταξύ των χωρών, με τη Σαουδική Αραβία, που άλλοτε ήταν ένας από τους πιο κοντινούς συμμάχους των ΗΠΑ, να βρίσκεται πλέον όλο και πιο κοντά στην Κίνα.
Αυτό επιβεβαίωσαν και οι δηλώσεις του Σαουδάραβα υπουργού Ενεργείας, πρίγκιπα Abdulaziz bin Salman Al Saud, ο οποίος υποστήριξε ότι το Πεκίνο «έχει καταλάβει και θα συνεχίσει να κατέχει ηγετική θέση παγκοσμίως».
Η Σαουδική Αραβία, ένας από τους βασικούς εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή, επιδιώκει να αναπτύξει συνεργασία με την Κίνα, παρά τις ανησυχίες των δυτικών χωρών, δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας μιλώντας στη Δέκατη Διάσκεψη Αράβων και Κινέζων επιχειρηματιών στο Ριάντ.
«Η σημερινή πραγματικότητα είναι ότι η Κίνα κατέχει, έχει καταλάβει και θα συνεχίσει να κατέχει ηγετική θέση. Δεν πρέπει να ανταγωνιστούμε την Κίνα, πρέπει να συνεργαστούμε μαζί της», είπε ο υπουργός, η ομιλία του οποίου μεταδόθηκε από το τηλεοπτικό κανάλι Asharq. «Η συνεργασία με την Κίνα είναι σκόπιμη γιατί έχουν αναλάβει την πρωτοβουλία να προσελκύσουν τους κατάλληλους κατασκευαστές δημοσίων έργων».
Όταν ρωτήθηκε πώς αντιλαμβάνεται ο υπουργός την κριτική που ασκούν οι δυτικές χώρες στη Σαουδική Αραβία για επέκταση των οικονομικών και πολιτικών δεσμών με την Κίνα, είπε ότι «στην πραγματικότητα την αγνοεί». «Όπως κάθε επιχειρηματίας, θα πάμε όπου υπάρχουν κατάλληλες ευκαιρίες», πρόσθεσε.
Όλο αυτό, λίγο καιρό αφότου Σαουδική Αραβία και Ιράν έγιναν από κοινού η πετρέλαιο δεξαμενή της Κίνας, με το Πεκίνο παράλληλα να συνεργάζεται και με τη Μόσχα.
Πρόκειται για ένα σενάριο που πριν από δύο χρόνια θα φαινόταν τρελό, ωστόσο όλο αυτό είναι απόρροια του πολέμου στην Ουκρανία και των πολιτικών που εφάρμοσε η Δύση, κάτι που έδωσε στη Κίνα το δικαίωμα να γίνει ο βασικός πελάτης των δύο χωρών και σιγά – σιγά να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ.
Να θυμίσουμε ότι Σαουδική Αραβία, η οποία είναι και η βασική χώρα που στηρίζει το αμερικανικό δολάριο, προειδοποίησε πρόσφατα τις ΗΠΑ ότι δεν πρόκειται να πουλήσει πετρέλαιο σε οποιοδήποτε κράτος επιχειρήσει να επιβάλλει ανώτατο όριο τιμών, δηλαδή πλαφόν. Ωστόσο η ίδια χώρα πλέον πιέζει για να μπει στις BRICS, τα οποία έχουν ξεπεράσει τους G7 στο συνολικό ΑΕΠ.
Οι BRICS είναι η πρώτη παγκόσμια οικονομική ένωση χωρίς δυτικά κράτη: Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, Νότια Αφρική, τα τελευταία 15 χρόνια έχουν προχωρήσει σε μια ένωση που πληθυσμιακά καλύπτει το 50% του πληθυσμού του πλανήτη, περίπου το 50% των πυρηνικών όπλων και αν ενταχθούν οι παραπάνω χώρες θα κατέχει και το 60% των παγκόσμιων αποθεμάτων υδρογονανθράκων και θα ελέγχει χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ, η Λιβύη, το Αζερμπαϊτζάν, η Βενεζουέλα επίσης μεγάλους παραγωγούς υδρογονανθράκων, αλλά και το 50% της παγκόσμιας παραγωγής σιτηρών, το 70% της εξόρυξης μετάλλων κλπ.
Ταυτόχρονα, σημαντικό είναι να σημειωθεί ότι όλες αυτές οι χώρες έχουν διακόψει τις αγορές όπλων από το Ισραήλ, κλασικό σύμμαχο των ΗΠΑ, ενώ έχουν αποκτήσει στενές σχέσεις με την Τουρκία, η οποία όπως σας έχουμε αναφέρει στο pronews.gr αναμένεται μέχρι το τέλος του έτους να έχει ενταχθεί στους BRICS.
Τέλος, να τονίσουμε ότι όλες αυτές είναι χώρες που έχουν αντίπαλα συμφέροντα με την Ελλάδα.
Το δέκατο Συνέδριο Αράβων και Κινέζων επιχειρηματιών πραγματοποιείται στις 11-12 Ιουνίου στο Ριάντ με σύνθημα «Συνεργασία για την ευημερία». Η εκδήλωση, που διοργανώνεται από το Υπουργείο Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας, έχει ως στόχο την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ της Κίνας και των χωρών του αραβικού κόσμου. Στο συνέδριο συμμετέχουν περισσότερα από 3 χιλιάδες άτομα – υψηλόβαθμα στελέχη και εκπρόσωποι μεγάλων επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Τύπου της Σαουδικής Αραβίας, την πρώτη ημέρα του συνεδρίου, οι συμμετέχοντες υπέγραψαν δεκάδες επενδυτικές συμφωνίες αξίας άνω των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μεταξύ αυτών είναι μια συμφωνία 533 εκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της Amar Al-Oula και του Zhonghuan International Group, η οποία περιλαμβάνει την κατασκευή εργοστασίου επεξεργασίας σιδηρομεταλλεύματος στη Σαουδική Αραβία, καθώς και μια συμφωνία 500 εκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ του ASK Group και της κινεζικής Εθνικής Γεωλογικής και Μεταλλευτικής Εταιρείας για την ανάπτυξη ενός έργου εξόρυξης χαλκού στο βασίλειο.