Οι κατευθύνσεις πολιτικής και οικονομίας, τα τελευταία 40 χρόνια, πρέπει να επανεξεταστούν τονίζει το Editorial Board των FT.
Οι κυβερνήσεις να αποδεχτούν πιο ενεργό ρόλο στην οικονομία και να δουν τις κοινωφελείς υπηρεσίες ως επένδυση.
Η αγορά εργασίας πρέπει να γίνει λιγότερο ανασφαλής και η ανακατανομή πλούτου να μπει δυναμικά στην πολιτική ατζέντα.
Αν υπάρχει μια θετική πλευρά της πανδημίας Covid-19, είναι ότι δημιούργησε μια αίσθηση ομαδικότητας σε πολωμένες κοινωνίες. Ο κορωνοϊός, όμως, και τα οικονομικά lockdown που απαιτήθηκαν για την αντιμετώπισή του, φέρνουν στο φως υφιστάμενες ανισότητες, και δημιουργούν νέες.
Πέρα από την αντιμετώπιση της ασθένειας, το μεγάλο τεστ που θα αντιμετωπίσουν σύντομα όλες οι χώρες είναι το κατά πόσο τα υφιστάμενα αισθήματα για ένα κοινό σκοπό θα διαμορφώσουν την κοινωνία μετά την κρίση.
Όπως έμαθαν οι ηγέτες της Δύσης στην Μεγάλη Ύφεση και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να απαιτήσεις μια συλλογική θυσία πρέπει να προσφέρεις ένα κοινωνικό συμβόλαιο που τους ωφελεί όλους. Η σημερινή κρίση αποκαλύπτει πόσο πολύ πολλές πλούσιες κοινωνίες απέτυχαν σε αυτό το ιδανικό.
Όπως η μάχη για την αντιμετώπιση της πανδημίας εξέθεσε το πόσο ανέτοιμα ήταν τα συστήματα υγείας, έτσι αποκαλύφθηκε το πόσο εύθραυστες είναι πολλές χώρες, καθώς οι κυβερνήσεις έσπευσαν να αποτρέψουν μαζικές πτωχεύσεις και να αντιμετωπίσουν την μαζική ανεργία. Παρά τις εμψυχωτικές εκκλήσεις για εθνική κινητοποίηση, στην πραγματικότητα δεν είμαστε όλοι μαζί σ’ αυτό.
Τα οικονομικά lockdown έχουν μεγαλύτερο κόστος σε αυτούς που είναι σε χειρότερη θέση. Σε μια νύχτα εκατομμύρια θέσεις εργασίας και η δυνατότητα βιοπορισμού χάθηκε στην φιλοξενία, τον τουρισμό και σχετικούς κλάδους, ενώ καλύτερα αμειβόμενοι καταρτισμένοι εργαζόμενοι συχνά αντιμετωπίζουν μόνο την «ενόχληση» να πρέπει να δουλέψουν από το σπίτι. Ακόμα χειρότερα, αυτοί με χαμηλής αμοιβής θέσεις εργασίας, που ακόμα έχουν απασχόληση, ρισκάρουν συχνά τις ζωές τους, ως βοηθητικό προσωπικό σε δομές υγείας, αλλά και ως εργαζόμενοι στην εφοδιαστική αλυσίδα, το ντελίβερι και την καθαριότητα.
Η πρωτοφανής στήριξη των κυβερνήσεων στην οικονομία μέσω του προϋπολογισμού, αν και απαραίτητη θα κάνει με κάποιους τρόπους τα πράγματα χειρότερα. Χώρες που επέτρεψαν να αναδυθεί μια άτακτη και επισφαλής αγορά εργασίας, βρίσκουν ιδιαίτερα δύσκολο το να διοχετεύσουν οικονομική βοήθεια σε εργαζόμενους με τέτοια ανασφαλή απασχόληση. Εν τω μεταξύ, η τεράστια νομισματική χαλάρωση από τις κεντρικές τράπεζες θα βοηθήσει όσους έχουν ενεργητικό μεγάλης αξίας.
Πίσω από αυτό, υποχρηματοδοτημένες δημόσιες υπηρεσίες κλυδωνίζονται υπό το βάρος της εφαρμογής πολιτικών ενάντια στην κρίση. Ο τρόπος που πολεμούμε τον κορωνοϊό ευνοεί κάποιους σε βάρος άλλων. Τα θύματα της Covid-19 είναι στη συντριπτική πλειοψηφία οι ηλικιωμένοι. Τα μεγαλύτερα θύματα, όμως, του lockdown είναι οι νέοι και οι ενεργοί, από τους οποίους ζητήθηκε να σταματήσουν την εκπαίδευσή τους και να αποποιηθούν πολύτιμο εισόδημα.
Οι θυσίες είναι αναπόφευκτες, αλλά κάθε κοινωνία πρέπει να επιδείξει το πώς θα προσφέρει αποκατάσταση σε αυτούς που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της εθνικής προσπάθειας. Ριζικές μεταρρυθμίσεις -η αντιστροφή της επικρατούσας πολιτικής κατεύθυνσης των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών- θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποδεχτούν έναν πιο ενεργό ρόλο στην οικονομία. Πρέπει να δουν τις δημόσιες υπηρεσίες ως επενδύσεις, αντί για υποχρέωση και να βρουν τρόπους να κάνουν την αγορά εργασίας λιγότερο επισφαλή.
Η αναδιανομή θα είναι πάλι στην ατζέντα. Τα προνόμια των ηλικιωμένων και των πλουσίων σε αμφισβήτηση. Πολιτικές που έως πρόσφατα θεωρούνταν εκκεντρικές, όπως ένα βασικό εισόδημα και φόροι στους πλούσιους θα πρέπει να είναι στο μείγμα.
Τα μέτρα των κυβερνήσεων που έσπασαν ταμπού και λαμβάνονται για να διατηρηθούν οι επιχειρήσεις και τα εισοδήματα κατά τη διάρκεια του lockdown συγκρίνονται σωστά με αυτά κατά τη διάρκεια πολέμου, που οι δυτικές οικονομίες δεν αντιμετώπισαν τις τελευταίες επτά δεκαετίες. Η αναλογία πηγαίνει ακόμα παραπέρα.
Οι ηγέτες που κέρδισαν τον πόλεμο δεν περίμεναν την νίκη για να σχεδιάσουν αυτό που έπρεπε να ακολουθήσει. Ο Franklin D. Roosevelt και ο Winston Churchill εξέδωσαν το «Atlantic Charter», θέτοντας την πορεία για τον ΟΗΕ το 1941. Η Μεγάλη Βρετανία εξέδωσε την έκθεση «Beveridge», τη δέσμευσή της για ένα καθολικό κράτος κοινωνικής πρόνοιας το 1942. Το 1944, η σύνοδος του Bretton Woods διαμόρφωσε την μεταπολεμική χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική. Αυτό το είδος προνοητικότητας χρειάζεται σήμερα.
Πέρα από τον πόλεμο για τη δημόσια υγεία, οι πραγματικοί ηγέτες θα κινητοποιηθούν τώρα για να κερδίσουν την ειρήνη.
*Πηγή: Financial Times