Eurostat: Ουραγός η Ελλάδα στη μείωση φτώχειας με κοινωνικά επιδόματα

1220
eurostat

Τη μικρότερη συμμετοχή μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν οι κοινωνικές δαπάνες στη χώρα μας, εάν εξαιρεθούν οι συντάξεις, στην προσπάθεια μείωσης των ατόμων που βρίσκονται στα πρόθυρα της φτώχειας.

Τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιοποιήθηκαν χθες δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι στην τελευταία θέση ως προς την επίδραση και κατά συνέπεια την αποτελεσματικότητα των λεγόμενων κοινωνικών μεταβιβάσεων, πλην των συνταξιοδοτικών παροχών, στην προσπάθεια περιορισμού των ατόμων που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας.

Τα στοιχεία αυτά έρχονται να προστεθούν σε εκείνα που θέλουν τις συνολικές δαπάνες για κοινωνική προστασία ως ποσοστό του ΑΕΠ, στην Ελλάδα, να βρίσκονται στο 20,7% (στοιχεία Eurostat 2016), όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 19,1%. Μάλιστα, το 16% του ΑΕΠ αφορά τις παροχές προς ηλικιωμένους και κατά κύριο λόγο τις συντάξεις και μόλις το 0,6% τις οικογένειες, το 0,5% τους άνεργους και το 1,5% την αναπηρία και ασθένεια. Όσο για τις παροχές στεγαστικής πολιτικής, μετά την κατάργηση του ΟΕΚ, οι δαπάνες έχουν μηδενιστεί…

Προκαλεί μάλιστα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, το γεγονός ότι τα στοιχεία της Eurostat, που έρχονται με αφορμή τα πρώτα γενέθλια του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, δημοσιοποιούνται μεσούσης της διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους εταίρους για το μέλλον των συντάξεων αλλά και για τον δημοσιονομικό χώρο που θα καταλάβουν τελικά κοινωνικές παροχές όπως το επίδομα στέγασης ή μέτρα στήριξης των άνεργων νέων. Και καταδεικνύουν την αναγκαιότητα αύξησης των παροχών προς ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, πλην των συνταξιούχων, προκειμένου να μειωθεί στη χώρα μας, το ποσοστό των ατόμων, και κυρίως των εργαζόμενων και ανέργων, που βρίσκονται στο κατώφλι της φτώχειας.

Αποδεικνύουν βέβαια και τον ρόλο των συντάξεων, παρά τις συνεχείς μειώσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης, στη συγκράτηση του φαινομένου, κατά την περίοδο της κρίσης και αντίστροφα, τις σημαντικές συνέπειες μιας πιθανής περαιτέρω μείωσής τους, στην προσπάθεια περιορισμού της φτώχειας στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τα χθεσινά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής, ενώ στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) οι κοινωνικές μεταβιβάσεις είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά σχεδόν ένα τρίτο (32,4%) του αριθμού των ατόμων που ταξινομούνται σε κίνδυνο φτώχειας, στην Ελλάδα, οδήγησαν στη μείωση του πληθυσμού που κινδυνεύει από τη φτώχεια, σε ποσοστό μόλις 15,8%.

Να σημειωθεί εδώ ότι με τον όρο κοινωνικές μεταβιβάσεις εννοούμε παροχές της κεντρικής διοίκησης για συντάξεις γήρατος και επιζώντων (προς χήρες και ορφανά), παροχές ανεργίας, οικογενειακά επιδόματα, παροχές ασθενείας και αναπηρίας, παροχές που σχετίζονται με την εκπαίδευση, επιδόματα στέγασης, κοινωνική βοήθεια και άλλα οφέλη. Στη συγκεκριμένη έρευνα της Eurostat, εξαιρούνται οι συντάξεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν χθες, με αφορμή την επέτειο ενός έτους από την ανακοίνωση των Ευρωπαίων ηγετών του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, που επικεντρώνεται στην ισότητα ευκαιριών, την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, τις δίκαιες συνθήκες εργασίας και την κοινωνική προστασία, ο βαθμός στον οποίο οι κοινωνικές μεταβιβάσεις μειώνουν τον αριθμό των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ποικίλλει σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.

Συγκεκριμένα, το 2017 υπήρχαν δύο κράτη-μέλη όπου ο αριθμός των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια μειώθηκε περισσότερο από το ήμισυ λόγω κοινωνικών μεταβιβάσεων: η Φινλανδία (μείωση κατά 56,9%) και η Δανία(50,9%). Σε εννέα κράτη-μέλη, η μείωση ήταν κάτω από 25%, και από αυτές οι μικρότερες μειώσεις σημειώθηκαν στην Ελλάδα (15,8%) και τη Ρουμανία (16,6%).

Στο σύνολο της Ε.Ε., εκτός από το 2013, η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνεται από έτος σε έτος. Αντίστοιχα και στην Ελλάδα, μετά την «εκτίναξη» του 2013 στο 17,5% (πιθανότατα λόγω της αύξησης του επιδόματος τέκνων σε τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες), η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών επιδομάτων μειώθηκε το 2014 σε 15%, αυξήθηκε στο 16,08% το 2015, έπεσε σε 15,87% το 2016 και παρέμεινε σε αυτό (15,83%) το 2017.

Βασική πηγή: Ρούλα Σαλούρου 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας