Μπορεί η Ρωσσία να χάσει τον πόλεμο;

1920

Για πολλούς δυτικούς αναλυτές η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου είναι θετική, όπως και αυτή του γνωστού «φιλάνθρωπου» Τζώρτζ Σόρος, ενώ ο γνωστός Φουκουγιάμα την έχει ήδη προεξοφλήσει. Το θέμα είναι κατά πόσο προκαλούν έκπληξη τέτοιες προεξοφλήσεις -με τους περισσότερους εκ των δυτικών να «βιάζονται» να θεωρήσουν την ήττα της Ρωσσίας και του ίδιου του προέδρου της Βλαδίμηρου Πούτιν δεδομένη. Στην εικονική πραγματικότητα που με συνέπεια επί χρόνια δημιουργούν, με τελική κατάληξη να εγκλωβίζονται εντός της οι ίδιοι, δεν υπάρχει άλλη πιθανότητα και γι’ αυτό όποιος εκπλήσσεται κακώς εκπλήσσεται με τέτοιου είδους εκτιμήσεις.

 Οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η βεβαιότητα της ήττας της Ρωσσίας

Που στηρίζουν όμως όλοι αυτοί την προεξοφλούμενη από τους ίδιους ήττα της Ρωσσίας θεωρώντας την a priori ως δεδομένη;

Πρώτον, επειδή στις αναλύσεις και την σχετική αρθρογραφία θεωρούσαν ότι μια επιχείρηση τύπου «σοκ και δέος» θα έληγε εντός 48 ή 96 ωρών από την έναρξη των επιχειρήσεων. Στον βαθμό που αυτό δεν συνέβη (στην πραγματικότητα ουδέποτε οι Ρώσσοι έδωσαν τέτοια χρονοδιαγράμματα), προκύπτει «αβίαστα» το συμπέρασμα, ότι οι Ρώσσοι τα βρήκαν μπαστούνια, έχουν προβλήματα επιμελητείας, και «πεσμένο» ηθικό. Προφανώς οι ίδιοι δυτικοί αναλυτές, δημοσιογράφοι και πολιτικοί, περίμεναν την κατάρρευση της κυβέρνησης Ζελένσκι ήδη από τα πρώτα εικοσιτετράωρα. Ούτε αυτό συνέβη.

Δεύτερον, φαίνεται -ή μάλλον έτρεμαν στην ιδέα- οι Ουκρανοί ρωσσόφωνοι να μην υποδέχθηκαν τα ρώσσικα στρατεύματα ως απελευθερωτές να τα ραίνουν με λουλούδια. Ούτε αυτό επίσης συνέβη (τουλάχιστον στον βαθμό που οι ίδιοι περίμεναν), και τώρα εκθειάζουν τον ηρωισμό και το αντιστασιακό φρόνημα του ουκρανικού λαού που στέκεται «βράχος» ακλόνητος μπροστά στον εισβολέα, ενώ ανακηρύττουν έμμεσα τον Ζελένσκι σε ηγέτη «παγκοσμίου» κύρους και τον προτείνουν μέχρι και για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Φυσικά είναι πολύ νωρίς για να διαπιστώσουμε τα πραγματικά αισθήματα και τις διαθέσεις της μεγάλης πλειονότητας των Ουκρανών, που αυτή τη στιγμή χειμάζονται και βλέπουν να καταστρέφεται η ζωή τους από έναν πόλεμο, στον οποίο είναι τα μόνα θύματα. Στο «χρηματιστήριο» όμως της δυτικής προπαγάνδας τα πάντα προεξοφλούνται και τα ναζιστικά εγκλήματα εξαγνίζονται.

Τρίτον, κανείς δεν ανέμενε τη σφοδρότητα των αντιδράσεων από την πλευρά των δυτικών κυβερνήσεων και την τεράστια προσπάθεια που καταβάλλουν να απομονωθεί διπλωματικά, πολιτικά και οικονομικά η Ρωσσία. Μια τέτοια σφοδρότητα που διαμορφώνει μια εικόνα αρραγούς ενότητας μπροστά στο νέο μεγάλο μας εχθρό. Το πόσο αρραγής ή επίπλαστη, είναι αυτή η ενότητα θα αποδειχθεί σε βάθος χρόνου και αφού, όταν καθίσει ο κουρνιαχτός, θα γίνει ο απολογισμός κερδών και ζημιών και θα φανεί το ποιος βλάπτεται, ή ωφελείται από όλον αυτόν τον πολεμικό πυρετό, που φαντάζει ωσάν η μεγάλη προστάτιδα της «δύσης» να τον είχε ανάγκη από καιρό. Όποιος βιάζεται, λοιπόν, σκοντάφτει και καλό είναι να κάνουν όλοι υπομονή πριν βγάλουν συμπεράσματα, διότι δεν είναι λίγες οι φορές που «τα φαινόμενα απατούν».

Σε αυτά τα παραπάνω στοιχεία, που οι ίδιοι αναλυτές δεν ανέμεναν, καθώς και σε μερικά ακόμη που φθάνουν στο σημείο να πιστεύουν οι ίδιοι την προπαγάνδα τους, αφού θεωρούν ότι ευρισκόμενοι στη «σωστή» πλευρά της ιστορίας αποκλείεται να κάνουν λάθος, στηρίζεται εν πολλοίς αυτή η απόλυτη βεβαιότητα περί ήττας της Ρωσσίας.

Δεν αντιλέγω, ότι ως έναν βαθμό όλα αυτά μπορεί να ισχύουν. Ότι η ρώσσικη ηγεσία και ο ίδιος ο Πούτιν να ήλπιζαν σε ένα πιο ευνοϊκό για τους Ρώσσους σενάριο εξέλιξης των πολεμικών γεγονότων. Να περίμεναν όντως η ουκρανική άμυνα να καταρρεύσει πιο εύκολα και γρήγορα και οι αντιδράσεις της «δύσης» να ήσαν πιο χλιαρές.

Όμως, κανείς σοβαρός δεν μπορεί να δεχθεί, ότι τέτοιου τύπου ριψοκίνδυνες αποφάσεις, όπως η εμπλοκή σε μια πολεμική αναμέτρηση με έναν οποιονδήποτε πολύ λιγότερο στρατιωτικά ισχυρό αντίπαλο δεν στηρίζονται και δεν σχεδιάζονται στη βάση του δυσμενέστερου δυνατού σεναρίου. Ενώ ουδείς μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά ότι η ρώσσικη ηγεσία πάσχει από έλλειψη προνοητικότητας. Αν και ως προς το τελευταίο τα δυτικά μέσα δεν φείδονται σεναρίων. Ότι, δηλαδή, ο Πούτιν έχει αλλάξει, είναι άρρωστος και απομονωμένος. Μέχρι και ότι πάσχει από long covid που του έχει επηρεάσει την κρίση του -διαβάζουμε από ευφάνταστους ελληνόφωνους «δημοσιογράφους». Περίπου από τους ίδιους που εδώ και πέντε χρόνια μας πληροφορούν ότι ο Ερντογάν πεθαίνει, η τούρκικη οικονομία καταρρέει και η γείτονα οδηγείται σε χρεοκοπία. Δεν συμβαίνουν όλα αυτά, ωστόσο αυτά παθαίνει όποιος συγχέει συστηματικά τις επιθυμίες του με την πραγματικότητα. Το ότι η επιμονή τον καθιστά εντελώς ηλίθιο καμία σημασία δεν έχει. Σημασία έχει ότι παραμένει πειστικός σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που από πριν έχει φροντίσει ο ίδιος να το κρατά απληροφόρητο και υπό το κράτος του φόβου, έχοντας τον πλήρη έλεγχο της εξουσίας και τον μηχανισμών της από την καταστολή έως την επικοινωνία.

Οι τακτικές των αντιπάλων

Παρ’ όλα αυτά, αυτός που κερδίζει σε μίαν τέτοια σφοδρή αντιπαράθεση, είναι αυτός που εκτός της στρατιωτικής ισχύος, έχει ακλόνητη πίστη στον σκοπό του, έχει φροντίσει να καλύπτει τα νώτα του σε ασύμμετρες απειλές και έχει την υπομονή να περιμένει την ευόδωση του σκοπού ανεξαρτήτως απωλειών, ακόμη και εάν είναι μεγαλύτερες από αυτές που είχε προϋπολογίσει. Σε αυτήν την περίπτωση ο χρόνος παίζει τον ρόλο του, αλλά επ’ ουδενί τον σημαντικότερο.

Ως προς αυτό -και όχι μόνον- οι τακτικές των αντιπάλων είναι προφανείς. Οι μεν δυτικοί (οι πραγματικοί αντίπαλοι) προσπαθούν να οδηγήσουν τη Ρωσσία σε ένα πόλεμο κατατριβής και σταδιακής φθοράς στο έδαφος της Ουκρανίας (πέραν της οικονομίας μέσω των σκληρών κυρώσεων) ανεξαρτήτων απωλειών άμαχου πληθυσμού (αφού εύκολα βρίσκεται ο ένοχος στον αντίπαλο). Ενώ οι Ρώσσοι από την πλευρά τους -θέλοντας να αποφύγουν με κάθε τρόπο ένα λουτρό αίματος- βαδίζουν προσεκτικά με ρυθμούς εκκαθαριστικών επιχειρήσεων και μικρών προωθητικών αλλά μη αναστρέψιμων βημάτων επί του εδάφους. Γνωρίζουν πολύ καλά (το ήξεραν από πριν, ή το αντιλήφθηκαν επί του πεδίου), ότι δεν έχουν να κάνουν με ένα καλά οργανωμένο τακτικό στρατό που αντιπαρατίθεται σε μάχες εκ παρατάξεως, αλλά με ποικίλες διάσπαρτες καλά εξοπλισμένες πολιτοφυλακές που οχυρώνονται εντός των πόλεων, αυξάνοντας στο έπακρο τους βαθμούς δυσκολίας του αντιπάλου. Για πολλούς μάλιστα σε αυτές τις πολιτοφυλακές (πχ τάγμα Αζώφ), ο αγώνας είναι κυριολεκτικά ζωής, ή θανάτου, ή αλλιώς για το τομάρι τους, διότι γνωρίζουν την τύχη τους τη στιγμή που θα πέσουν στα χέρια των Ρώσσων. Έτσι δεν έχουν άλλο τρόπο από το να το πάνε μέχρι τέλους.

Μια προσεκτική ματιά στις ελάχιστες ασφαλείς πληροφορίες που μπορούμε να έχουμε, πείθει ότι ο τακτικός ουκρανικός στρατός είναι πλήρως αποδιοργανωμένος, με κατεστραμμένες τις βασικές του υποδομές και εγκαταστάσεις ήδη από τα πρώτα εικοσιτετράωρα του πολέμου. Η τακτική λοιπόν των Ρώσσων να αποκλείουν περικυκλώνοντας τις πόλεις και κάθε θύλακα ουκρανικής αντίστασης με σκοπό τη διακοπή κάθε δυνατότητας ανεφοδιασμού των μαχητών του αντιπάλου είναι μονόδρομος, εφ’ όσον μια ισοπεδωτική τακτική έχει αποκλειστεί, στον βαθμό που εμπλέκονται άμαχοι. Χρειάζεται όμως χρόνος και περίσσεια υπομονή.

Έτσι, η πολεμική αντιπαράθεση στο πεδίο εξελίσσεται σε μαραθώνιο αγώνα αντοχής. Κι εδώ το πλεονέκτημα το έχουν οι Ρώσσοι, στο μέτρο που μπορούν έστω εν μέρει να ελέγχουν τους διαδρόμους ανεφοδιασμού των Ουκρανών από το ΝΑΤΟ. Πράγματι ένας τεράστιος όγκος στρατιωτικού εξοπλισμού καταφθάνει από τις δυτικές χώρες στην Ουκρανία. Το ζήτημα είναι κατά πόσο αυτός ο εξοπλισμός μπορεί να φτάσει στα πολλά και διάσπαρτα πεδία των μαχών και να χρησιμοποιηθεί, πριν οι Ρώσσοι τον βρουν και τον καταστρέψουν.

 «Αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων».

Βέβαια, όλη αυτή η διαδικασία ενέχει σοβαρούς κινδύνους, όπου δια της διολισθήσεως και της χρονικής παράτασης της αντιπαράθεσης στο πεδίο, να εμπλακούν άμεσα οι δυτικοί στην πολεμική αναμέτρηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όλους μας. Προσώρας βρισκόμαστε στη φάση που «φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη», με τον Ζελένσκι (κι όσους τον καθοδηγούν), να εξαντλεί τις προσπάθειές του για να φτάσουν τα πράγματα στα απολύτως καταστροφικά άκρα. Ίσως για τον ίδιο τον Ζελένσκι να μην έχει απομείνει άλλη επιλογή -πέραν από μια ταπεινωτική για τον ίδιο συνθηκολόγηση- από το «γαία πυρί μιχθήτω» και «αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων».

Το ζήτημα λοιπόν επιστρέφει πίσω σε όσους καθοδηγούσαν τις ουκρανικές πολιτικές ελίτ στις προ της έναρξης του πολέμου ακραίες θέσεις τους απέναντι στις αιτιάσεις της Ρωσσίας, κατά πόσο θα λειτουργήσουν ευφρόνως, ή αφρόνως.

Για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαι καθόλου σίγουρος για την ευθυκρισία των ελίτ της «δύσης» της ενορχηστρωμένης ψευδαίσθησης του τέλους της ιστορίας κατά Φουκουγιάμα, ο οποίος επανερχόμενος δριμύτερος θεωρεί την ήττα της Ρωσσίας απολύτως προβλέψιμη και δεδομένη -όπως προειπώθηκε.

Όμως οι ελίτ αυτές έχουν μια «ομφαλοσκοπική» αντίληψη του κόσμου, του οποίου πιστεύουν ακράδαντα ότι αποτελούν το «συμπαντικό» κέντρο. Θεωρώντας, ότι είναι οι μόνες που έχουν το δικαίωμα της ζωής και του θανάτου επί όλων ακόμη και των δικών τους υπηκόων λαών -κάτι που απεδείχθη περίτρανα και με την προσχηματική διαχείριση του πανδημικού φαινομένου και τη προϊούσα ναζιστικοποίηση των πολιτικών συστημάτων τους, έχοντας ενσωματώσει στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία τους τις πιο ακραίες ναζιστικές αντιλήψεις, φυλετικούς διαχωρισμούς και την ίδια την ευγονική. Έτσι, δεν είμαι καθόλου σίγουρος για τις παραπέρα εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο πλέον. Αφού ήδη με την ακρότητα των μέτρων δια των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσσίας, είναι οι ίδιοι που έβαλαν μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί στο εσωτερικό τους μέσω της ήδη εξελισσόμενης απρόβλεπτα ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και της επισιτιστικής που επέρχεται καλπάζουσα. Με τη Ρωσσία την μόνη κύρωση που φοβάται να είναι η… κίρρωση του ήπατος κατά τη γνωστή ρήση του καθηγητού Μάζη.

Ποιος όμως είναι ο τελικός σκοπός της Ρωσσίας;

Πολλά τα σενάρια κι εδώ με τους ευφάνταστους «αναλυτές» να δίνουν τον καλύτερο εαυτόν τους.

Ο απώτερος στόχος των Ρώσσων είναι σαφής και διακηρυγμένος εδώ και πολύν καιρό. Είναι η ανακοπή της επέκτασης του ΝΑΤΟ ανατολικά που θα σημάνει (κατ’ αυτούς) σε βάθος χρόνου τη διάλυση της ρώσσικης ομοσπονδίας και τη λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών της πηγών από τα δυτικά συμφέροντα. Τουλάχιστον, αυτό φοβούνται και έχουν κάθε λόγο, έστω κι εάν πολλοί από εμάς θεωρήσουν αυτόν τον φόβο υπερβολικό.

Η επίτευξη όμως του απώτερου αυτού σκοπού εθνικής ασφαλείας περνάει αναγκαστικά μέσα από τον έλεγχο, ή έστω την «ουδετεροποίηση» της Ουκρανίας, που είναι η μόνη χώρα του πρώην σοβιετικού μπλοκ που έχει μείνει εκτός του άμεσου ελέγχου των δυτικών δυνάμεων. Το ίδιο όμως ισχύει και για τους δυτικούς. Η Ουκρανία είναι το «κλειδί» μέσω του οποίου η Ρωσσική Ομοσπονδία θα οδηγηθεί σε διάλυση.

Η αίσθηση αυτή κινδύνου ασφάλειας των Ρώσσων είναι προφανώς ξένη προς τις δικές μας αντιληπτικές δυνατότητες με βάση τις οποίες η Κύπρος κείτονταν και εξακολουθεί να κείται μακράν! Με συνέπεια οι Τούρκοι να έχουν ήδη «γκριζάρει» το μισό Αιγαίο και να προχωρούν ακάθεκτοι προς το «γκριζάρισμα» και της δυτικής Θράκης, με τους «συμμάχους» μας να ενδιαφέρονται αποκλειστικά για την απρόσκοπτη δίοδό τους και την ενότητα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.

Η αποφυγή του πλήρους ελέγχου της Ουκρανίας από τους δυτικούς είναι λοιπόν αδήριτη ανάγκη για την πλευρά της Ρωσσίας. Και αυτό το είχε καταστήσει απολύτως σαφές ήδη από τη δεκαετία του 1990 και το έκανε ακόμη σαφέστερο με την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, μετά τα πραξικοπηματικά γεγονότα της πλατείας Μεϊντάν. Με παράλληλη τη διατήρηση του ελέγχου στην Υπερδνειστερία και την αυτονόμηση των ανατολικών επαρχιών του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ.

Με τον τορπιλισμό των συμφωνιών του Μίνσκ και την πρόθεση πλήρους ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, με βάση μάλιστα συνταγματική πρόβλεψη γι’ αυτό, η Ρωσσία έμεινε χωρίς περιθώρια επιλογών. Η συστηματική πίεση που ασκήθηκε στη Ρωσσία τα τελευταία χρόνια μέσω του ουκρανικού ζητήματος, προφανώς είχε τον στόχο -από την πλευρά των Αμερικανών- να αποκοπούν οι σχέσεις της Ευρώπης με τη Ρωσσία και την καταστολή κάθε τάσης ανεξαρτητοποίησης των ευρωπαϊκών χωρών από τις ΗΠΑ. Πιθανόν οι Αμερικανοί, η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ φτάνοντας την κατάσταση στα άκρα να πίστευαν ότι τελικά η Μόσχα δεν θα τολμούσε και θα υποχρεώνονταν σε αναδίπλωση και αποδοχή των άτυπων όρων όπως τους έθεταν οι ίδιοι. Όμως έπεσαν έξω εάν πίστευαν κάτι τέτοιο. Η Μόσχα τόλμησε!

Είναι νωρίς να πούμε, ότι ισχύει και στην περίπτωση το «ο τολμών νικά». Ωστόσο μπορούμε με σχετική ασφάλεια να ισχυριστούμε, ότι με δεδομένη την πρώτη αποφασιστική κίνηση από την πλευρά της Ρωσσίας, είναι αυτή που διαθέτει το πλεονέκτημα. Η «Δύση» πια βρέθηκε σε θέση άμυνας, να καλείται να λάβει αποφάσεις, τις οποίες ενδεχομένως να μην είναι έτοιμη, ή σε θέση να τις λάβει. Η μπάλα όμως βρίσκεται στη δική της περιοχή… Είναι έτοιμη να διακινδυνεύσει τον πυρηνικό όλεθρο, με την Μόσχα να έχει αποδείξει ότι εννοεί αυτά που λέει, έστω λίγα, αλλά κάνοντας πολύ περισσότερα;

Οι ενδιάμεσοι στόχοι του Πούτιν που αφορούν στην Ουκρανία

Οι ενδιάμεσοι στόχοι της Ρωσσίας σε σχέση με την Ουκρανία, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι άλλοι από αυτούς που δημόσια έχει προβάλλει και εμμένει σε αυτούς. Όχι δεν είναι επιλογή η πλήρης κατάκτηση και η κατοχή της Ουκρανίας. Κάτι τέτοιο αντιλαμβάνεται και ο τελευταίος αδαής ότι είναι αδύνατον να μακροημερεύσει.

Ούτε είναι τόσο εύκολο πια να εγκαταστήσει μια απολύτως φιλική προς αυτήν κυβέρνηση. Συνεπώς -αν και τίποτε δεν μπορεί να αποκλειστεί- δεν μπορούμε παρά να αρκεστούμε προσώρας στα λογικά και προφανή.

Πρώτον πλήρης ουδετεροποίηση -συνταγματικά κατοχυρωμένη- της Ουκρανίας. Αυτό δεν σημαίνει απλά την μη επίσημη ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ. Σημαίνει στέρηση κάθε δυνατότητας από την πλευρά του ΝΑΤΟ να ασκεί επιρροή στην Ουκρανία, ή οψέποτε να χρησιμοποιήσει το έδαφός της εναντίον της Ρωσσίας. Το μοντέλο της Αυστρίας ίσως είναι ένα δόκιμο μοντέλο αποδεκτό από τη Ρωσσία.

Η ουδετεροποίηση αυτή αναγκαστικά συνοδεύεται -κάτω από τις παρούσες συνθήκες- με την αντίστοιχη αποστρατιωτικοποίηση. Η ουδετερότητα και η αποστρατιωτικοποίηση είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Να μην μπορεί το ΝΑΤΟ να εκπαιδεύει και να εξοπλίζει τους Ουκρανούς, ούτε να μπορεί να χρησιμοποιήσει ποτέ για λογαριασμό του τις στρατιωτικές τους βάσεις.

Η αποστρατιωτικοποίηση είναι, έτσι, ο δεύτερος σημαίνων σκοπός της ρωσσικής προσπάθειας και ταυτόχρονα προϋπόθεση της υλοποίησης -σε πολιτικό επίπεδο πια- της ουδετερότητας.

Την αποστρατιωτικοποίηση έχει αναλάβει ο ρώσσικος στρατός με τις επιχειρήσεις του στο πεδίο, έχοντας δώσει συντριπτικά πλήγματα στις υποδομές και τις εγκαταστάσεις του ουκρανικού στρατού, αποδιοργανώνοντάς τον. Οι πολιτοφυλακές είναι ζήτημα εκκαθαριστικών επιχειρήσεων και ακολουθούν τον κύριο σκοπό. Το πόσο θα κρατήσει αυτή η επιχείρηση αποστρατιωτικοποίησης της Ουκρανίας δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί. Λίγες ημέρες ακόμη, έως εβδομάδες, ή και μήνες. Θα ολοκληρωθεί όμως, ανεξαρτήτως κόστους και απωλειών του ρώσσικου στρατού. Εκτός κι εάν ο ρώσσικος στρατός υποστεί συντριβή -κάτι που δεν φαίνεται πολύ πιθανό με βάση τις εξελίξεις στο πεδίο μέχρι τώρα -κι εφ’ όσον δεν επέμβουν οι δυτικοί ενεργά στο πλευρό των Ουκρανών. Κάτι που επίσης δεν φαίνεται οι δυτικοί να είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν, αναλογιζόμενοι τις συνέπειες.

Ο τρίτος όρος που ετέθη από τη Ρωσσία είναι η λεγόμενη «αποναζιστικοποίηση». Δεν φαίνεται οι δυτικοί αναλυτές να κατανοούν τι εννοεί η Μόσχα με τον όρο. Θεωρούν μάλιστα ότι η Μόσχα ένεκα των εξελίξεων σταδιακά αφίσταται του σκοπού αυτού. Πλανώνται πλάνην οικτράν και σ’ αυτό το πεδίο. Διότι ουδέποτε ισχυρίστηκαν -ο Πούτιν και η Ρωσσία- ότι τους ενδιαφέρει το ποιος θα είναι ο επικεφαλής του ουκρανικού κράτους, ούτε ετέθη ποτέ ζήτημα (τουλάχιστον εμφανώς) απομάκρυνσης του Ζελένσκι, τον οποίον επίσης ουδέποτε αποκάλεσαν ναζιστή, ούτε ολόκληρο τον ουκρανικό λαό. Αυτά είναι σενάρια της δυτικής προπαγάνδας. Αυτό που ενδιαφέρει τη Ρωσσία -και δεν αφίσταται ουδόλως του σκοπού της- είναι η αποξήλωση όλων των ναζιστικών θυλάκων στους μηχανισμούς του ουκρανικού κράτους, στη διοίκηση, την αυτοδιοίκηση, τα σώματα ασφαλείας και τον στρατό, καθώς και η σύλληψη και η παραδειγματική τιμωρία όλων όσων ενέχονται σε εγκλήματα κατά του ρωσσικού, ή ρωσσόφωνου πληθυσμού κυρίως από το 2014 και μετά.

Η επιχείρηση αποναζιστικοποίησης βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στις περιοχές που έχουν τεθεί υπό ρωσσικό έλεγχο. Η «απαγωγή» του δημάρχου της Μελιτόπολης, ουσιαστικά η σύλληψή του, αυτό αποδεικνύει.

Στην περίπτωση που η αποναζιστικοποίηση ατονήσει, τότε τίθενται σε κίνδυνο και οι δύο προηγούμενοι στόχοι, δηλαδή της αποστρατιωτικοποίησης και της ουδετερότητας. Διότι οι ναζιστικοί – ακραία εθνικιστικοί αυτοί θύλακες τότε θα ανασυνταχθούν εντός του κρατικού μηχανισμού και θα θέσουν εν αμφιβόλω ό,τι θα έχει επιτευχθεί μετά την κατάπαυση του πυρός τόσο στο στρατιωτικό, όσο και στο πολιτικό πεδίο.

Συνεπώς οι τρεις αυτοί διακηρυγμένοι επίσημα στόχοι της ρωσσικής «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» στην Ουκρανία, ή η εισβολή και ο πόλεμος ως συνέπειά της, είναι σκληροί και αδιαπραγμάτευτοι στόχοι και σκοποί, τους οποίους η Ρωσσία θα τους επιτύχει έτσι κι αλλιώς, όσο και να «ματώσει». Σε εμάς ίσως δεν λένε και πολλά, αλλά δεν τίθεται θέμα συμβιβασμού και ως προς τους τρεις, διότι αποτελούν ενιαίο σύνολο, όπου ο ένας (κύριος) -αυτός της ουδετερότητας-, εξαρτάται απολύτως από τους άλλους δύο. Είναι οι στόχοι που την επίτευξή τους έχει αναλάβει καθ’ ολοκληρίαν ο ρωσσικός στρατός -και τίποτα δεν δείχνει μέχρι τώρα ότι δεν τα καταφέρνει, έστω και με δυσκολίες, που τα δυτικά μέσα έχουν κάθε λόγο να μεγεθύνουν.

Οι διαπραγματεύσιμοι στόχοι

Η Ρωσσία βέβαια έχει θέσει δημοσίως και άλλους δύο στόχους της επιχείρησής της. Είναι η αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας ως ρωσσικό έδαφος και η αναγνώριση της ανεξαρτησίας στα διοικητικά τους όρια των δύο αυτόνομων λαϊκών δημοκρατιών του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ.

Οι στόχοι αυτοί -κατά τη γνώμη μου- είναι οι διαπραγματεύσιμοι (ως έναν βαθμό) όροι μιας ενδεχόμενης συμφωνίας οριστικής κατάπαυσης του πυρός.

Ως προς την Κριμαία να παραμείνει το status quo ως έχει χωρίς συγκεκριμένη αναφορά σε επίσημα κείμενα που θα ήταν ταπεινωτικό, αλλά και μη αποδεκτό από την ουκρανική πλευρά, διότι αυτό θα σημαίνει οικειοθελή (έστω και υπό το κράτος της ήττας) εκχώρηση εθνικού εδάφους. Όλοι όμως θα γνωρίζουν σιωπηρώς, ότι η Κριμαία αποτελεί και θα αποτελεί στο διηνεκές de facto και αδιαμφισβήτητα ρωσσικό έδαφος. Ένας τρόπος είναι η παραπομπή του ζητήματος στις καλένδες για να συζητηθεί αργότερα και υπό ήρεμες περιστάσεις. Η Ρωσσία δεν έχει κανέναν λόγο να μην «υποχωρήσει» σε μια τέτοιου τύπου μελλοντική διευθέτηση, αλλά η ίδια θα κατέχει οριστικά το έδαφος της Κριμαίας, με μια τυπική πλήρη αναγνώριση -εάν υπάρξει- πολύ αργότερα.

Επίσης, και το ζήτημα των αυτόνομων επαρχιών, μπορεί να διευθετηθεί οριστικά μέσω της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας των περιοχών αυτών στα διοικητικά τους όρια, αλλά ταυτόχρονα της ένταξής τους σε ένα ομοσπονδιακού τύπου ουκρανικό κράτος. Η Ρωσσία εδώ μπορεί να φανεί υποχωρούσα, δεχόμενη την μη ένταξη των λαϊκών δημοκρατιών στη ρωσσική ομοσπονδία, μέσω της προσάρτησής τους σε αυτήν. Έτσι, θα δείξει διαλλακτικότητα, αλλά και ότι με την στρατιωτική της παρέμβαση δεν αλλάζουν τα σύνορα της χώρας και η όποια ουκρανική ηγεσία υπογράψει μια τέτοια διευθέτηση δεν θα μπορεί να κατηγορηθεί για εθνική μειοδοσία μέσω εκχώρησης εθνικού εδάφους.

Μια τέτοια ομοσπονδοποίηση της Ουκρανίας είναι μια πιθανή -κατά τη γνώμη μου η πιο λογική- εξέλιξη και ίσως να είναι και η οριστική λύση στο ουκρανικό εθνοτικό πρόβλημα, με την αυτονόμηση της Χερσόνα κι ενδεχομένως και άλλων επαρχιών. Ίδωμεν.

Η περίπτωση της Οδησσού

Η Οδησσός παρουσιάζει ιδιαιτερότητα. Με τον πλήρη έλεγχο της αζοφικής από τη Ρωσσία και της Κριμαίας, η μοναδική διέξοδος της Ουκρανίας στον Εύξεινο Πόντο, δηλαδή στη θάλασσα, απομένει η περιοχή της Οδησσού με ένα παραλιακό μέτωπο μήκους κάτι παραπάνω από 300 χιλιόμετρα μέχρι την περιοχή της Χερσόνα, η οποία έχει ήδη καταληφθεί από τον ρωσσικό στρατό και η τύχη της οποίας επίσης αποτελεί αντικείμενο μελλοντικής διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο μιας ομοσπονδιοποίησης του ουκρανικού κράτους.

Εάν καταληφθεί και η Οδησσός, τότε η Ουκρανία ακρωτηριάζεται ουσιαστικά και θα παραμείνει μια περίκλειστη χώρα. Προσώρας η πόλη και το λιμάνι παραμένουν αποκλεισμένα από τη θάλασσα ενώ περισφίγγεται ο κλοιός από τη στεριά. Η Ουκρανία ήδη έχει καταστεί (προσωρινά τουλάχιστον) περίκλειστη. Συνεπώς η Οδησσός αποτελεί ένα επιπλέον ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια της Ρωσσίας για την επίτευξη των αρχικών «σκληρών» στόχων της, όπως περιεγράφηκαν προηγουμένως.

Δεν νομίζω, ότι οι Ρώσσοι θα βιαστούν να καταλάβουν την Οδησσό, προκαλώντας καταστροφές στην ιστορική πόλη, στις λιμενικές υποδομές και θύματα μεταξύ των αμάχων. Αρκεί να πειστεί η ηγεσία της Ουκρανίας ότι μπορεί να το κάνουν όποτε το θελήσουν. Έτσι κι αλλιώς την έχουν σχεδόν αποκόψει. Ουσιαστικά δεν αφήνονται πολλά περιθώρια στην ουκρανική πλευρά πέραν της συνθηκολόγησης με τους όρους που αναφέρθηκαν παραπάνω, για να αποφευχθούν τα χειρότερα, αφού και ο πόλεμος κατατριβής στην ενδοχώρα δεν μπορεί να διαρκεί εσαεί με το ΝΑΤΟ να θέλει μεν, αλλά να μην μπορεί να εμπλακεί ενεργά χωρίς να υπάρξει γενικότερη ανάφλεξη.

Επιμύθιο

Βλέπουμε, ότι η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου δεν είναι καθόλου δεδομένη. Αντίθετα μάλιστα η Ρωσσία διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων και έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα ακόμη και σε σχέση με τις δυτικές κυρώσεις σε βάρος της, στις οποίες συμμετέχουν λιγότερο από 40 χώρες από τις 193 αναγνωρισμένες από το ΟΗΕ. Με τις υπόλοιπες και μάλιστα τις πλέον πολυπληθείς και οικονομικά εύρωστες (πχ Κίνα, Ινδία) να συνεχίζουν -και να επεκτείνουν μάλιστα- τη συνεργασία τους με τη Ρωσσία. Με τις κυρώσεις αυτές να κινδυνεύουν να επιστρέψουν ως μπούμερανγκ στις χώρες που τις επιβάλλουν, με μόνον τις ΗΠΑ, όντας μακρυά από τα πεδία, να κερδίζουν προσωρινά έχοντας επαναφέρει στο «μαντρί» την «άτακτη» γερμανοκρατούμενη Ευρώπη.

Ωστόσο επανερχόμενοι στην Ουκρανία, δεν είμαι εγώ αυτός που θα μπορούσε ποτέ να υποδείξει στην ουκρανική ηγεσία υπό τον Ζελένσκι, ή οποιονδήποτε άλλον, τι τελικά θα μπορούσαν να πράξουν προς όφελος της χώρας και του λαού τους. Ήδη η χώρα έχει υποστεί τεράστιες καταστροφές και στη θέση της αναδύεται μια «μαύρη» τρύπα. Ίσως όμως αντιλαμβάνεται με τον πλέον σκληρό τρόπο, όπως και ο τελευταίος Ουκρανός πολίτης, ότι το «γινάτι βγάζει μάτι» και ότι η ουδετερότητα σε έναν απολύτως ανταγωνιστικό κόσμο είναι η πιο σοφή επιλογή για μικρές χώρες που τα συμφέροντά τους είναι με την ειρήνη, τη φιλία και τη συνεργασία με όλους. Η Ουκρανία δεν είχε κανέναν λόγο από το 1991 που απέκτησε για πρώτη φορά ανεξαρτησία να εμπλακεί σε αυτήν την ατέρμονα διελκυστίνδα μεταξύ μεγαλύτερων και ισχυρότερων από αυτήν δυνάμεων, επιτρέποντας να συγκρούονται στο έδαφός της.

Αντίθετα είχε κάθε λόγο και συμφέρον να ασχοληθεί αποκλειστικά με την οικονομική της ανάπτυξη για την ευημερία όλων των κατοίκων, ανεξαρτήτως εθνότητας, που απαρτίζουν τον λαό της, έχοντας τις καλύτερες δυνατές σχέσεις τόσο με τη Ρωσσία, όσο και με τις χώρες του λεγόμενου δυτικού κόσμου.

Όπως τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, έτσι και η ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ δεν σε κάνουν αυτομάτως δυτικό και «πολιτισμένο» ευρωπαίο. Ενίοτε σε καταστρέφουν και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα ακόμη μια φορά σήμερα. «Πολιτισμένο» σε κάνει η οικονομική ανάπτυξη και η ευημερία ολόκληρου του λαού εν ειρήνη. Τότε ευοδώνεται και ο πολιτισμός.

Η Ουκρανία είχε όλα τα φόντα να διαπρέψει παραμένοντας ουδέτερη. Δυστυχώς το εμφύλιο μίσος, η μικρόνοια, οι ιδεοληψίες και η απληστία της ιθύνουσας τάξης της Ουκρανίας έφεραν τα σημερινά αποτελέσματα. Αυτό ας γίνει μάθημα σε όλους μας, αν και δεν νομίζω ότι η ελληνική πολιτική τάξη είναι σε θέση να διδάσκεται. Κερδοσκοπεί προσφέροντας τις υπηρετικές της υπηρεσίες στις δυτικές δυνάμεις, φουσκώνοντας συνάμα τα πορτοφόλια των εγχώριων ολιγαρχών που την ελέγχουν μαζί με τις πρεσβείες. Σύντομα θα έλθει ο λογαριασμός -δυστυχώς θα τον πληρώσουμε όλοι!

* Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι Αρχιτέκτονας – Μηχανικός, συγγραφέας και διαχειριστής της ιστοσελίδας «Αιρετικές Ιδέες».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας