Μπάιντεν vs Τραμπ, ένα… σίκουελ στις ΗΠΑ;

654

Όλα δείχνουν ότι το 2024 θα επαναληφθεί στις ΗΠΑ η κούρσα του Λευκού Οίκου το 2020, που σχεδόν κανείς δεν θέλει

Το déjà vu είναι πράγματι σπάνιο στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.

Η τελευταία φορά που συνέβη αυτό ήταν το 1956, όταν ο Ρεπουμπλικανός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ αναμετρήθηκε δεύτερη φορά με τον Δημοκρατικό Αντλάι Στίβενσον.

Για την ιστορία, τις εκλογές τότε κέρδισε με μεγάλη διαφορά -όπως είχε κάνει και το 1952- ο Αϊζενχάουερ.

Σχεδόν επτά δεκαετίες μετά, η ιστορία δείχνει να επαναλαμβάνεται, τουλάχιστον ως προς τη… ρεβάνς μεταξύ δύο προεδρικών υποψηφίων.

Πέντε μήνες και κάτι μετά την ανακοίνωση του -έκτοτε υπόδικου- Ντόναλντ Τραμπ ότι θα διεκδικήσει το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών για το 2024, ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε την Τρίτη ότι θα διεκδικήσει στα 82 χρόνια του την επανεκλογή του.

Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του (όχι ότι ο 76χρονος Τραμπ είναι κανα… νεούδι), το ερώτημα τον τελευταίο καιρό στην Ουάσιγκτον δεν ήταν αν ο νυν πρόεδρος θα έθετε και πάλι υποψηφιότητα, αλλά πότε.

Ουδείς σοβαρός εσωκομματικός αντίπαλος έχει προκύψει στους Δημοκρατικούς.

Έως τώρα είχαν τεθεί μόλις δύο υποψηφιότητες για το κομματικό χρίσμα κι αυτές από τη συγγραφέα Μαριάν Γουίλιαμσον και τον Ρόμπερτ Κένεντι, δικηγόρο, αντιεμβολιαστή και ανιψιό του δολοφονηθέντος προέδρου JFK.

Ουσιαστικά, οι Δημοκρατικοί έχουν εδώ και καιρό συσπειρωθεί γύρω από τον Μπάντεν και το κεντρικό του σύνθημα «Ας τελειώσουμε τη δουλειά».

Την ώθηση έδωσαν τα καλά αποτελέσματα για τους Δημοκρατικούς στις ενδιάμεσες εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, σε πείσμα του πληθωρισμού.

Η δε συλλογιστική στις τάξεις του κόμματος υπέρ της υποψηφιότητας Μπάιντεν -κόντρα στην καταγεγραμμένη αντίδραση των ψηφοφόρων- είναι ότι, αφού κατάφερε να νικήσει τον Τραμπ το 2020, μπορεί να το ξανακάνει.

Για την ακρίβεια, εκτιμάται ότι η υποψηφιότητα Τραμπ είναι αυτού στα χέρια του σημερινού ενοίκου του Λευκού Οίκου.

Υπενθυμίζει στους ψηφοφόρους όλους τους λόγους που ψήφισαν εξ αρχής τον Μπάιντεν, καθώς και όσους έχουν έκτοτε ανακύψει, εν μέσω ακραίας πόλωσης και έξαρσης του τραμπισμού.

Τραμπ… κόντρα σε όλα

Αν και η κοινή λογική θα υπαγόρευε το αντίθετο, οι «μετοχές» του Ντόναλντ Τραμπ έχουν ανέβει στους Ρεπουμπλικανούς μετά την απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του στη Νέα Υόρκη: μια ιστορική πρώτη για πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ.

Παρά τη σωρεία νομικών υποθέσεων και ερευνών που εκκρεμούν σε βάρος του, έχει πλέον ξεκάθαρο προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις έναντι του εν δυνάμει ισχυρότερου εσωκομματικού αντιπάλου του: του Ρον ΝτεΣάντις.

Η υπεροχή των 14 μονάδων που είχε τον περασμένο Δεκέμβριο ο κυβερνήτης της Φλόριντα έχει τώρα γίνει «έλλειμμα» 13 μονάδων έναντι του Τραμπ, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση της Wall Street Journal.

Περισσότεροι από τους μισούς Ρεπουμπλικάνους θεωρούν τον πρώην πρόεδρο πιο «ισχυρό ηγέτη».

Μόλις το 41% ​​πιστεύει σήμερα ότι ο ΝτεΣάντις θα είχε περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει τον Τζο Μπάιντεν.

Η τελευταία δημοσκόπηση του δικτύου NBC επιβεβαιώνει αυτή την τάση.

Τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, το 70% των Ρεπουμπλικανών που δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν στις προκριματικές για την ανάδειξη του κομματικού προεδρικού υποψηφίου στηρίζουν Τραμπ.

Ο πρώην πρόεδρος πλέον αλώνει την ίδια την «αυλή» του Ρον ΝτεΣάντις, έχοντας εξασφαλίσει ήδη την υποστήριξη άνω του ενός τρίτου των Ρεπουμπλικανών νομοθετών στην πολιτειακή Βουλή και Γερουσία της Φλόριντα.

Οι υποστηρικτές του κυβερνήτη αντιτείνουν ότι αυτό δεν αποτελεί κάτι παράδοξο, δεδομένου ότι ο ΝτεΣάντις δεν έχει -ακόμη (;)- μπει στην κούρσα της διεκδίκησης του χρίσματος των Ρεπουμπλικανών.

Μέχρι στιγμής, ωστόσο, μόλις τρεις Ρεπουμπλικανοί πολιτειακοί νομοθέτες έχουν δηλώσει ανοιχτά ότι θα υποστήριζαν τυχόν υποψηφιότητά του.

Αυτή εν τω μεταξύ έχει αρχίσει πια να χάνει σε δυναμική, μετά τις εξτρεμιστικές πολιτικές που θέσει σε εφαρμογή ο ΝτεΣάντις στη Φλόριντα: από την εκπαίδευση, έως τις επιχειρήσεις.

Δωρητές των Ρεπουμπλικανών έχουν αρχίσει να αποσύρουν την υποστήριξη που είχαν δώσει αρχικά στον κυβερνήτη. Πολλοί τον  χαρακτηρίζουν πλέον «κακέκτυπο» του Τραμπ.

Ο «γερόλυκος» Τζο

Στο φόντο όλων αυτών ο πρόεδρος Μπάιντεν -ο οποίος βρίσκεται επίσης υπό έρευνα για το χειρισμό απόρρητων εγγράφων από την εποχή που ήταν αντιπρόεδρος των ΗΠΑ- θεωρεί ότι έχει το μομέντουμ.

Πλέον δεν προβάλλεται ως ο μεταβατικός πρόεδρος, όπως έκανε το 2020, υποσχόμενος να θεραπεύσει την «ψυχή του έθνους» από την περίοδο Τραμπ -κάτι που δεν το έχει καταφέρει.

Τώρα ζητά μια δεύτερη θητεία ως ο πρόεδρος των αλλαγών, που θα οδηγήσει τη χώρα με ασφάλεια μέσα από τις «Συμπληγάδες» μιας δύσκολης συγκυρίας.

Ωστόσο τα πεπραγμένα της πρώτης θητείας του και το γεγονός ότι ο είναι ήδη ο γηραιότερος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν προκαλούν στους ψηφοφόρους… ρίγη ενθουσιασμού.

Η δημοτικότητά του Τζο Μπάιντεν είναι «κολλημένη» κοντά στο 40% μετά το φιάσκο στο Αφγανιστάν, το 2021.

Η οικονομική πολιτική του -δοκιμαζόμενη σκληρά από τον πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση, απότοκο του πολέμου στην Ουκρανία- αποδοκιμάζεται από το 58% στη δημοσκόπηση του NBC.

Συνολικά το προεδρικό έργο του χαρακτηρίζει θετικό μόλις το 41% στο σύνολο, και δη το 30% μεταξύ των ανεξάρτητων ψηφοφόρων.

Πρόσφατη δημοσκόπηση του πρακτορείου Associated Press δείχνει ότι οι νεότεροι ψηφοφόροι των  Δημοκρατικών, ηλικίας κάτω των 45 ετών, ήταν οι λιγότερο ενθουσιώδεις με μια δεύτερη υποψηφιότητα του Μπάιντεν.

Ένα από τους βασικούς λόγους είναι και η ηλικία του.

Εάν επανεκλεγεί, θα είναι 86 ετών στο τέλος της δεύτερης θητείας.

Ο -μόλις τέσσερα χρόνια νεότερός του- Ντόναλντ Τραμπ έχει πιαστεί από τις πλείστες όσες φορές ο Μπάιντεν έχει χάσει τα λόγια του ή έχει σκοντάψει για να του κολλήσει το παρατσούκλι «κοιμήσης Τζο», σκιαγραφώντας τον ως ακατάλληλο για το αξίωμα.

Οι γιατροί του προέδρου διαβεβαιώνουν για το αντίθετο.

Όμως «οι ανησυχίες ως προς την ηλικία είναι θεμιτές», έγραψαν τις προάλλες σε κύριο άρθρο τους οι New York Times, καλώντας τον νυν πρόεδρο να σταματήσει να αποφεύγει τις συνεντεύξεις Τύπου.

Ρεβάνς με το… στανιό;

Τούτων λεχθέντων, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι σχεδόν σε όλες τις δημοσκοπήσεις η πλειονότητα των Αμερικανών δεν θέλει… σίκουελ της προεδρικής μονομαχίας του 2020.

Σύμφωνα με το NBC, για παράδειγμα, μόλις 1 στους 4 πιστεύει ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν πρέπει να διεκδικήσει την επανεκλογή του και μόνο το 35% πιστεύει ότι ο πρώην πρόεδρος Τραμπ πρέπει να είναι ξανά υποψήφιος.

Μόλις το 5% καλοβλέπει μια ρεβάνς μεταξύ αυτού του «διδύμου». Το 38% δεν θέλει κανένα από τους δυο.

Εξ αυτών, το 58% είναι Δημοκρατικοί που το 2020 είχαν υποστηρίξει τις υποψηφιότητες του Μπέρνι Σάντερς και της Ελίζαμπεθ Γουόρεν.

Το 51% είναι ηλικίας 18-34 ετών. Το 49% γυναίκες ηλικίας 18-49 ετών. Το 48% δηλώνουν μετριοπαθείς.

Αυτό ωστόσο που ενώνει τους Δημοκρατικούς είναι το ενδεχόμενο επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Η προοπτική να ξαναπάρουν τα «ηνία» της εξουσίας είναι αυτή που συσπειρώνει γύρω του -τουλάχιστον μέχρι τώρα- τους Ρεπουμπλικανούς.

Ίσως τα καλά νέα για τον Μπάιντεν είναι ότι περισσότεροι Αμερικανοί έχουν θετική γνώμη γι’ αυτόν απ’ ότι για τον Τραμπ (38%, έναντι 34%) και λιγότεροι έχουν αρνητική (48% έναντι 53%).

Στο υποθετικό ερώτημα μιας προεδρικής ρεβάνς το 2024, ο νυν πρόεδρος δείχνει να έχει μικρό προβάδισμα από τον πρώην.

Ποσοστά 43% έναντι 38% τους δίνει αντίστοιχα δημοσκόπηση του πρακτορείου Reuters.

Για 48% με 45% έκανε λόγο την περασμένη εβδομάδα η WSJ, προκαλώντας την αντίδραση του Τραμπ.

«Στις δημοσκοπήσεις κερδίζω τον Μπάιντεν παντού, κατά πολύ, εκτός από την εμπνευσμένη από τους υπέρμαχους της παγκοσμιοποίησης Wall Street Journal», υποστήριξε σε ανάρτησή του στο Truth Social. «Είναι FAKE NEWS!!!».

Αυτά ενώ ο ίδιος έχει χάσει στις ενδιάμεσες εκλογές του 2018, στις προεδρικές εκλογές του 2020 -αν και ο ίδιος δεν το παραδέχεται- και στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022, όταν οι περισσότεροι υποψήφιοι που υποστήριξε ηττήθηκαν κατά κράτος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας