Στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες η ικανοποίηση για την έκβαση των ολλανδικών εκλογών ήταν έκδηλη, προτού καν τα exit polls δώσουν τη θέση τους σε επίσημα αποτελέσματα.
Και αυτό γιατί το πολιτικό μήνυμα της βραδιάς των εκλογών συμπυκνώνεται συμβολικά σε ό,τι παρουσιάσθηκε ως “μονομαχία” του φιλελεύθερου πρωθυπουργού Mark Rutte με τον ισλαμόφοβο και αντιευρωπαϊστή Geert Wilders.
Άλλα, βαθύτερα συμπεράσματα, σχετικά με την ανθεκτικότητα του ολλανδικού πολιτικού συστήματος χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να κατασταλάξουν – ενώ το τι μέλλει γενέσθαι με τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης δεν πρόκειται να αποσφηνισθεί πριν από την παρέλευση αρκετών εβδομάδων.
Προς το παρόν, αυτό που μένει είναι η εικόνα της “μονομαχίας”, πιθανότατα διογκωμένης, για λόγους πολιτικής ιδιοτέλειας, πέραν του πραγματικού μέτρου. Ο Rutte νίκησε, αν και προσγειώθηκε από τις 41 έδρες το 2012 στις 31, διότι το κόμμα του διατήρησε την πρώτη θέση (άρα και την αξίωση στην πρωθυπουργία) και πέτυχε ένα αποτέλεσμα καλύτερο του μέχρι πρότινος δημοσκοπικώς αναμενόμενου.
Αντίστοιχα, ο Wilders βρέθηκε να διαγκωνίζεται με άλλα δύο κόμματα για την δεύτερη θέση – όμως οι δυνάμεις του έχουν ενισχυθεί κατά τέσσερις έδρες και, το κυριότερο, οι θέσεις του διαπερνούν όλο και περισσότερους άλλους πολιτικούς χώρους και χρωματίζουν λ.χ. τον λόγο του πρωθυπουργού.
Δεν είναι δύσκολο να ερμηνεύσει κανείς πού σκόνταψε η ολλανδική ακροδεξιά: η προκαταβολική άρνηση των λοιπών κομμάτων να θεωρήσουν πιθανό κυβερνητικό εταίρο το κόμμα Wilders έπαιξε σημαντικό ρόλο, ενώ η ένταση της τελευταίας εβδομάδας στις σχέσεις με την Τουρκία του Tayyip Erdogan κρίνεται εκ του αποτελέσματος ότι κατεξοχήν ενίσχυσε τον Mark Rutte, καθώς άλλωστε οι κυβερνητικοί χειρισμοί επί του θέματος τύγχαναν, κατά τις δημοσκοπήσεις, της επιδοκιμασίας της μεγάλης πλειοψηφίας των Ολλανδών.
Το 34% των ψηφοφόρων Rutte δήλωσαν ότι η τουρκική κρίση έπαιξε ρόλο στην επιλογή τους – αν και το 81% επικαλέσθηκε πρωτίστως την οικονομική πολιτική.
“Οι Σοσιαλδημοκράτες ποτέ δεν το βάζουμε κάτω” δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Jeroen Dijsselbloem. Όμως η συντριβή του Εργατικού Κόμματος από τις 38 στις 9 έδρες, κατά τα exit polls, έχει κάτι το πρωτοφανές και ταπεινωτικό. Υπενθυμίζει την οριακή κατάσταση στην οποία οδηγεί την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία (με την πρόσφατη δημοσκοπική εξαίρεση του γερμανικού SPD υπό τον Martin Shultz) η υλοποίηση, είτε σε συγκυβέρνηση με την κεντροδεξιά είτε αυτοτελώς, πολιτικών λιτότητας και απορρύθμισης, ξένων προς την παράδοση του χώρου, τις προεκλογικές του εξαγγελίες και τις προσδοκίες της βάσης του.
Στην Ολλανδία, όπου η βάση αυτή είναι ισχυρή και αριστερόστροφη, η τύχη των Εργατικών διαγράφει κύκλους εμφάνισης κάποιας νέας και πολλά υποσχόμενης ηγεσίας, αποκατάστασης των προσδοκιών, φθοράς από την άσκηση εξουσίας και τιμωρητικής μετακίνησης των ψηφοφόρων προς κάποιο όμορο αριστερό κόμμα. Στο πρόσφατο παρελθόν τον ρόλο αυτό του τιμωρού (πριν την ανάκαψη των Εργατικών στις εκλογές του 2012 με πρόγραμμα κατά της λιτότητας) έπαιξε το Σοσιαλιστικό Κόμμα – οιονεί αδελφό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που όμως φέτος περιορίστηκε από τις 15 στις 14 έδρες. Στην παρούσα αναμέτρηση, νέμεση των Εργατικών αποδείχθηκε η Πράσινη Αριστερά, που με άλμα 12 εδρών σημείωσε την μεγαλύτερη άνοδο μεταξύ όλων των κομμάτων.
Συνολικά το άθροισμα του χώρου της Δεξιάς εμφανίζεται, παρά τις εσωτερικές ανακατανομές, σταθερό, ενώ η όλη (κεντρο)αριστερά χάνει τουλάχιστον 15 έδρες. Η διαφορά ερμηνεύεται από την ενίσχυση του κεντρώου χώρου, με χαρακτηριστική την επίδοση των ευρωπαϊστών “Δημοκρατών 66”, ενώ τον κατακερματισμό του πολιτικού σκηνικού αποδεικνύει η αύξηση των κοινοβουλευτικών κομμάτων από 11 σε 13, η άμβλυνση των αριθμητικών διαφορών μεταξύ τους και η ανάδειξη αντισυμβατικών και μονοθεματικών σχηματισμών, όπως το Κόμμα των Ζώων (με 5 έδρες).
Το πολιτικό μέλλον προβλέπεται ασταθές, παρά τους αποψινούς πανηγυρισμούς σε Βρυξέλλες και Βερολίνο.
*Πηγή: capital.gr