«Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι», ή στιγμιότυπα «φιλανθρωπίας» από τους σχεδιαστές του καπιταλισμού της ανθρωπιστικής καταστροφής.
Το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (ΕΕΕ), που μετονομάστηκε σε Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης σε αναζήτηση μιας προοδευτικότερης συσκευασίας, αποτελεί μηχανισμό δημοσιονομικής υποκατάστασης ενός ευρύτερου συνόλου παροχών των συστημάτων ασφάλισης και πρόνοιας, που υπέστησαν ήδη δραστικές περικοπές και θα υποστούν κι άλλες. Η πρόβλεψη του Μνημονίου είναι σαφής: Το ΚΕΑ θα χρηματοδοτηθεί με 900 εκατ. Ευρώ, τα οποία θα προέλθουν από αντίστοιχη μείωση του προϋπολογισμού πρόνοιας. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει πετύχει την καταρχήν συμφωνία του κουαρτέτου να αναζητηθούν άλλες εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, ιδιαίτερα μέσω της υπέρβασης των πρωτογενών πλεονασμάτων που θα επιτυγχάνονται κάθε χρονιά, δεν αλλάζει την ουσία του σχεδίου ως μηχανισμού αναδιανομής της φτώχειας μεταξύ των ήδη φτωχών. Το μόνο «εγγυημένο» στοιχείο στο σχέδιο είναι ότι το λεγόμενο κοινωνικό κράτος τελεί πλέον υπό έναν σταθερό δημοσιονομικό κόφτη που, σε ακραίες οικονομικές συνθήκες, μπορεί ακόμη και να μηδενίσει τις ελάχιστες παροχές προς τα στρώματα που βρίσκονται σε ακραία φτώχεια.
Το ιδεολογικό copyright του ΕΕΕ
Υπάρχει αρκετή σύγχυση ως προς την ιδεολογική προέλευση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Σ’ όλο τον καπιταλιστικό κόσμο υπάρχουν αριστερόστροφα κινήματα και φιλόδοξα εφαρμοσμένα κοινωνικά πειράματα, που διεκδικούν τη θέσπισή του ως σταθερής υποχρέωσης του κράτους απέναντι σε κάθε πολίτη που βρίσκεται σε κατάσταση ανέχειας. Ακόμη και οι αναρχικοί το υποστηρίζουν ως εξαιρετικά ριζοσπαστικό μέτρο. Και ήδη εφαρμόζεται, με αποχρώσεις, σε πολλές χώρες της Ενωμένης Ευρώπης. Στην πραγματικότητα, εμπνευστής της ιδέας ήταν ο κατεξοχήν εισηγητής του μονεταρισμού και του νεοφιλελευθερισμού, ο Μίλτον Φρίντμαν, που από τη δεκαετία του 1960 είχε προτείνει τη θέσπιση ενός αρνητικού φόρου εισοδήματος ως ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το οποίο θα αντικαθιστούσε το «δαπανηρό και γραφειοκρατικό σύστημα πρόνοιας» κι όλες τις παροχές που το συνοδεύουν.
Η φιλοσοφία του Φρίντμαν ήταν ότι αυτή η υποκατάσταση του κράτους πρόνοιας από ένα -κυριολεκτικά ελάχιστο- εισόδημα δεν θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο στην αναζήτηση εργασίας. Αυτή την ιδέα, μισό αιώνα μετά, τη συναντάμε σε όλα τα βασικά κείμενα της ΕΕ, που αντιμετωπίζουν την κοινωνική προστασία σαν «παγίδα επιδομάτων» και θεωρούν ότι η λιτότητα στους αντίστοιχους προϋπολογισμούς έχει έναν «εξυγιαντικό» χαρακτήρα, αποτρέποντας έναν υπερπληθυσμό «τεμπέληδων» τροφίμων του Πρυτανείου.
Η ιδέα του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή της αποκτά οικουμενικό χαρακτήρα στο στόμα της Κριστίν Λαγκάρντ, που κηρύσσει ως συμπληρωματικό όρο επιβίωσης της παγκοσμιοποίησης τη δημιουργία ενός «διχτυού προστασίας» για μερικά από τα θύματά της. Κατά τη διευθύντρια του ΔΝΤ, αυτό είναι αναγκαίο γιατί, ναι μεν η παγκοσμιοποίηση έφερε ανάπτυξη κι έβγαλε πληθυσμούς του αναπτυσσόμενου κόσμου από τη φτώχεια, αλλά ταυτόχρονα αύξησε τις ανισότητες στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο, πράγμα που αποτελεί πηγή δυσφορίας και επιρροής των «λαϊκιστικών» ρευμάτων. Έτσι, το «δίχτυ προστασίας», που προτείνουν η Λαγκάρντ κι άλλοι κορυφαίοι της παγκόσμιας καπιταλιστικής ελίτ, δεν έχει μόνο δημοσιονομική λειτουργία, δηλαδή την «απελευθέρωση» του κράτους από μεγάλες δαπάνες του συστήματος κοινωνικής προστασίας που κυριολεκτικά ξεριζώνεται στο όνομα της εξυγίανσης των προϋπολογισμών και της αντιμετώπισης της κρίσης χρέους. Έχει και μια κοινωνικο-πολιτική λειτουργία: τον καθησυχασμό και την εξουδετέρωση των κατεστραμμένων από τη θεσμοθετημένη λιτότητα στρωμάτων, πριν αυτά μετατραπούν σε απειλητική δύναμη για το σύστημα, ή γίνουν επιρρεπή σε κάθε είδους ριζοσπαστικές επιρροές.
Το «φιλανθρωπικό βιομηχανικό σύμπλεγμα»
Στην κοινωνική μηχανική του «Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος» και των «διχτυών κοινωνικής προστασίας», όπως τουλάχιστον την εισηγούνται οι εκπρόσωποι της νεοφιλελεύθερης ελίτ, εμπεριέχεται η επίγνωση ότι ο καπιταλισμός της εποχής μας είναι τόσο συνυφασμένος με την πρόκληση ανθρωπιστικών κρίσεων κάθε είδους, ώστε είναι απαραίτητη μια ελάχιστη «θεραπεία» των θυμάτων του. Πολύ κοντά στη λαϊκή θυμοσοφία του «να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι». Στον αντίποδα του καπιταλισμού που υποσχόταν ευκαιρίες ευημερίας για όλους, έστω και άνισα κατανεμημένης, ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός «εγγυάται» αύξηση της ανισότητας, διεύρυνση της φτώχειας, υψηλή ανεργία, υποκατάσταση του μισθωτού προλεταριάτου από το υποαμειβόμενο και υποαπασχολούμενο πρεκαριάτο, περιθωριοποίηση ολόκληρων περιοχών της Γης, τεράστιες ανθρωπιστικές κρίσεις πείνας, δίψας, εκτοπισμού, προσφυγοποίηση εκατομμυρίων ανθρώπων από χειραγωγούμενες εμφύλιες συρράξεις, γενοκτονίες, ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, περιβαλλοντικές, ακόμη και φυσικές καταστροφές.
Επειδή όλα αυτά δεν είναι παράπλευρες απώλειες ή «αστοχίες υλικού», αλλά σκοπούμενα αποτελέσματα, απαραίτητα για την αναπαραγωγή του συστήματος και τη συσσώρευση του πλούτου σε ολοένα λιγότερα χέρια, οι σχεδιαστές του καπιταλισμού της καταστροφής εδώ και δεκαετίες ενθαρρύνουν την ανάπτυξη ενός ιδιότυπου «φιλανθρωπικού βιομηχανικού συμπλέγματος», όπως το αποκαλεί ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, που περιλαμβάνει τόσο κρατικές όσο και ιδιωτικές πρωτοβουλίες: από τα κρατικά συστήματα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας, μέχρι τα σώματα των κυανοκράνων του ΟΗΕ που εγγυώνται το statusquo των στρατιωτικών επεμβάσεων. Από τις χιλιάδες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και τα ιδιωτικά ιδρύματα που υποκαθιστούν τα κρατικά συστήματα αρωγής, μέχρι τα προγράμματα «Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης» των πολυεθνικών. Και από μηχανισμούς τύπου Frontex, που ακροβατούν μεταξύ βίαιης στρατιωτικής επιτήρησης και «διάσωσης» προσφύγων, μέχρι το υπό συγκρότηση «Ευρωπαϊκό Σώμα Αλληλεγγύης», με 100.000 «εθελοντές» νέους έως 30 ετών, που θα αποκτούν εργασιακή εμπειρία σε ανθρωπιστικά προγράμματα της ΕΕ.
Συμφιλιώνοντας τους απελπισμένους με την απελπισία τους
Αυτό το περίπλοκο «ανθρωπιστικό βιομηχανικό σύμπλεγμα», που αντλεί πόρους τόσο από τα κράτη όσο και από ιδιώτες χορηγούς, δεν εξαντλεί το ρόλο του σ’ ένα ξέπλυμα συνείδησης για την οικονομική ολιγαρχία και την κρατική νομενκλατούρα. Άλλωστε, και ανεξάρτητα από τα ηθικά κίνητρα των αμειβόμενων ή εθελοντών λειτουργών του, το σύμπλεγμα λειτουργεί υπό τον όρο ότι δεν θα παρεμβαίνει στις διαδικασίες συσσώρευσης του πλούτου ή αναμόρφωσης της πολιτικής γεωγραφίας του καπιταλιστικού σύμπαντος. Τού επιβάλλεται αυστηρή ουδετερότητα απέναντι στις ταξικές ή ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, που είναι οι πηγές της ανθρώπινης δυστυχίας. Αλλά, καθώς τα πλήθη των δυστυχισμένων αυξάνονται και ο κόσμος πλημμυρίζει από θυλάκους μόνιμων ανθρωπιστικών κρίσεων, το «φιλανθρωπικό σύμπλεγμα», λίγο με το μαστίγιο λίγο με το καρότο, διασφαλίζει ότι οι στρατιές των απελπισμένων θα διατηρούνται σε κατάσταση ανοχής και συμφιλίωσης με την απελπισία τους και δεν θα εκτραπούν ποτέ σε ανεξέλεγκτες και απειλητικές για το σύστημα κοινωνικές εκρήξεις.
Δυστυχώς, αυτό που εγγυάται την επιτυχία αυτού του δαρβινικού κοινωνικού πειράματος είναι η καταθλιπτική απουσία ενός ρεύματος «επαναστατικού ανθρωπισμού», που θα ενθαρρύνει και θα διοχετεύσει τις «ανεπιθύμητες» εκρήξεις σε μια διεργασία κοινωνικής και πολιτικής αφύπνισης των κολασμένων της Γης.
*Αναδημοσίευση από την “Εργατική Αριστερά”, φ. 378 (22/2/17)