Η Ερντογανική «Milliyet» και η «Καθημερινή» επιστρατεύονται για την προώθηση της ελληνοτουρκικής «προσέγγισης» ακριβώς όπως έγινε και το 1930 με το ελληνοτουρκικό «Σύμφωνο Φιλίας»…
Μια είδηση που πέρασε στα ψιλά κυκλοφόρησε στις 14/01/24 και αναδημοσιεύεται παρακάτω για να επισημανθεί ότι δεν διοργανώθηκε τυχαία το Συνέδριο της Καθημερινής «Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά», το οποίο κάποιοι το αποκάλεσαν και «πρόβα συγκυβέρνησης» (1 και 2), ενώ εκ του αποτελέσματος συνάγεται ότι στήθηκε για να προωθήσει την ελληνοτουρκική «προσέγγιση».
«Η τουρκική εφημερίδα «Milliyet» και η «Καθημερινή» φιλοξενούν αμοιβαία άρθρα των διευθυντών τους αναφορικά με την ελληνοτουρκική προσέγγιση, στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ των δύο εφημερίδων στο φόρουμ εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης των δύο χωρών που πραγματοποιήθηκε αρχικά στις 19 Οκτωβρίου στην Κωνσταντινούπολη και στη δεύτερη αντίστοιχη διοργάνωση που έλαβε χώρα στην Αθήνα, στις 11 και 12 Δεκεμβρίου.
Στο άρθρό του ο διευθυντή της «Καθημερινής», Αλέξης Παπαχελάς, σημειώνει ότι «το 2024 ξεκινά με την Ελλάδα και την Τουρκία να εισέρχονται σε μια φάση ανάπτυξης των σχέσεών τους. Έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να είμαστε ισχυροί φίλοι, αλλά και “ισχυροί αντίπαλοι”», προσθέτοντας ότι «αφού είμαστε δέσμιοι της γεωγραφίας και μερικές φορές της Ιστορίας, η μοίρα μας είναι αναπόφευκτα συνδεδεμένη».
«Συμφωνήσαμε με τον Οζάι Σεντίρ να γράψουμε αυτά τα άρθρα και να δημιουργήσουμε έναν μόνιμο δίαυλο επικοινωνίας που θα μπορούσε να είναι εξαιρετικά χρήσιμος σε μια πιθανή μελλοντική ελληνοτουρκική κρίση. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα όπου η παρεξήγηση ή η παρερμηνεία μιας δήλωσης ή μιας ενέργειας μάς έφερε αντιμέτωπους. Και σε αυτές τις καταστάσεις, ειδικά στην εποχή των “fake news”, δεν υπάρχει τίποτα πιο χρήσιμο από την άμεση επικοινωνία από δημοσιογράφους που μπορούν να “διαβάσουν” με ακρίβεια τι είναι αλήθεια και τι ψέμα» σημειώνει ο κ. Παπαχελάς.
Καταλήγοντας, ο διευθυντής της «Καθημερινής» υπογραμμίζει ότι «μέσω της επικοινωνίας μπορούμε να συμβάλουμε στην αμοιβαία κατανόηση και τη σταθερότητα στην περιοχή μας, η οποία γειτνιάζει με τις μεγάλες κρίσεις που βιώνουμε».
Από την πλευρά του, ο διευθυντής της «Milliyet», Οζάι Σεντίρ, γράφει για τις προοπτικές της ελληνοτουρκικής προσέγγισης.
Στο άρθρο του με τίτλο «Ένας Τούρκος, δύο Αθήνες», ο Τούρκος δημοσιογράφος εφιστά την προσοχή στις ομοιότητες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και σημειώνει: «Τα σημεία όπου οι ζωές μας τέμνονται δεν είναι μόνο τα τραγούδια, δεν είναι μόνο το τζατζίκι ή ο μπακλαβάς. Ο τουρκικός και ο ελληνικός λαός έχουν υποφέρει πολύ από στρατιωτικά πραξικοπήματα και κυβερνήσεις που υποστηρίζονται από τον στρατό. Πλήρωσαν ένα υψηλό τίμημα για αυτόν τον σκοπό». Ο Οζάι Σεντίρ σχολιάζει ότι «το χέρι πίσω από τα πραξικοπήματα στη δική μας πλευρά και το χέρι πίσω από τα πραξικοπήματα στη δική σας πλευρά ήταν πάντα το ίδιο. Ακόμη και αυτή η πληροφορία θα έπρεπε να μας λέει πολλά».»
~.~
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει η είδηση -πέραν του ότι εργαλειοποιούνται συγκεκριμένα Μέσα με σκοπό την καλλιέργεια κλίματος στην κοινή γνώμη- είναι ότι η ίδια τακτική ακολουθήθηκε και το 1930 μετά την υπογραφή του «Συμφώνου Φιλίας», με υπόδειξη του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ακολούθως παραθέτουμε αυτούσιο το σχετικό δημοσίευμα από το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» (30/10/1930):
«Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΕΧΘΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΠΕΦΟΡΤΙΣΕ ΝΑ ΔΙΕΡΜΗΝΕΥΣΟΥΝ ΤΑ ΦΙΛΙΚΑ ΑΥΤΟΥ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ
ΑΓΚΥΡΑ, 30 Οκτωβρίου [Του απεσταλμένου μας],
Το μεσονύκτιον κατά την διάρκειαν του χορού, οι απεσταλμένοι των ελληνικών εφημερίδων εγενόμεθα δεκτοί παρά του προέδρου της δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ πασά.
Ο Κεμάλ μας εδήλωσεν ότι είνε εξαιρετικώς ευχαριστημένος ομιλών προς Έλληνας δημοσιογράφους. Η επίδρασις του τύπου, είπε, πάντοτε συντελεί εις την εδραίωσιν του καθεστώτος της ειρήνης και εις την προσέγγισιν των λαών, ιδία των γειτονικών χωρών, οι οποίοι έχουν κοινά συμφέροντα.
Τα μέλη της τουρκικής αντιπροσωπείας παρά τη βαλκανική διασκέψει των Αθηνών -εξηκολούθησεν ο Μουσταφά Κεμάλ- επανελθόντα με εβεβαίωσαν περί της συμπαθείας και της εκτιμήσεως των Ελλήνων προς τους Τούρκους. Ελπίζω ότι και οι Έλληνες δημοσιογράφοι αντιλήφθησαν ενταύθα ανάλογα αισθήματα των Τούρκων, επανερχόμενοι δε εις Αθήνας θα εργασθούν υπερ της προσεγγίσεως των δύο λαών οίτινες έχουν τόσην ταυτότητα συμφερόντων.
Απαντών ακολούθως εις χαιρετισμόν των Ελλήνων δημοσιογράφων παρεκάλεσε όπως γίνουν διερμηνείς των φιλικών αισθημάτων αυτού προσωπικώς και του τουρκικού έθνους, προς τον ελληνικόν λαόν.»
Είναι πρόδηλο λοιπόν ότι η ίδια συνταγή της ελληνοτουρκικής «προσέγγισης» που ακολουθήθηκε με την σύναψη του «Συμφώνου Φιλίας» του 1930 μεταξύ του Κεμάλ και του Ελευθερίου Βενιζέλου, επιχειρείται να εφαρμοστεί και με τη «Διακήρυξη των Αθηνών». Και αν θέλαμε να είμαστε ακόμη πιο ακριβείς, ολόκληρη η «Διακήρυξη των Αθηνών» αποτελεί προσπάθεια αναβίωσης του ελληνοτουρκικού «Συμφώνου Φιλίας» (όπως εξηγήθηκε 1 και 2).
Ένα ακόμη γεγονός που επιβεβαιώνει την διαπίστωσή μας αλλά και το έντονο παρασκήνιο «συνεννοήσεων» και κοινής και προσυμφωνημένης γραμμής Ερντογάν-Μητσοτάκη, εκτυλίχθηκε κατά την επίσημη επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα. Το γεγονός αφορά στο σύντομο «on camera» διάλογο με τον δημοσιογράφο του ΣΚΑΪ, Μανώλη Κωστίδη τον οποίο είχε ο Τ. Ερντογάν κατά την αποχώρησή του από το προεδρικό μέγαρο, ενώ κατευθυνόταν στο Μέγαρο Μαξίμου για να συναντηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και να υπογράψει τη «Διακήρυξη των Αθηνών».
Ο Τούρκος πρόεδρος μόλις αντίκρισε τον δημοσιογράφο ο οποίος του είπε «Καλώς ήρθατε», χαμογελαστός του απάντησε με νόημα: «Καλώς σας βρήκα. Ελπίζω να βγάλετε και τις ανάλογες ειδήσεις!»
Κλείνοντας, υπενθυμίζουμε ότι μετά την πρώτη εκλογή νίκη του ο Κ. Μητσοτάκης, επισκεπτόμενος -προφανώς σημειολογικά- το Τάρπον Σπρίνγκς της Φλόριδα των Ηνωμένων Πολιτειών (Ιανουάριο του 2020), προέβη τότε σε δήλωση για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ανακινώντας -τυχαία(;)- το θέμα της Λωζάννης και την παρουσία του Έλληνα πολιτικού εκεί στις 30 Ιανουαρίου 1922, 18 μήνες πριν από την υπογραφή της Συνθήκης (24 Ιουλίου 1923) και επτά μήνες πριν από την Μικρασιατική Καταστροφή.
Η αναφορά στη Λωζάννη έγινε και κατά την υπογραφή της «Διακήρυξης των Αθηνών» (07/12/23) όταν ο πρωθυπουργός αποκάλυψε ποιός την οραματίστηκε: «Σήμερα 100 χρόνια μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης, υπογράφουμε διακήρυξη φιλίας και καλής γειτονίας. Μια διακήρυξη που είχε οραματιστεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης». Υπογραμμίζεται εδώ και η αναφορά στη συμπλήρωση ενός αιώνα από την υπογραφή της Συνθήκης, παρουσία του Ερντογάν, ο οποίος έχει ουκ ολίγες φορές ισχυριστεί -σκοπίμως- ότι η Συνθήκη έχει δήθεν ισχύ μόνο για 100 χρόνια.
Ποιός μπορεί επίσης να ξεχάσει και τις αλήστου μνήμης δηλώσεις του -κυβερνητικού λαγού- Άγγελου Συρίγου όταν προσπαθούσε να πείσει ότι η Συνθήκη είναι «παρωχημένη» στο 97% των διατάξεών της και ειδικά στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης.
Εκ του αποτελέσματος λοιπόν συνάγεται ότι ο Κ. Μητσοτάκης έχει συγκεκριμένη ατζέντα στα ελληνοτουρκικά η οποία ήταν προαποφασισμένη πριν ακόμη αναλάβει τον πρωθυπουργικό θώκο, ατζέντα η οποία απ’ ότι φαίνεται συμπεριλαμβάνει και το «ξήλωμα» της Λωζάννης.
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com