Κι ενώ όλοι περίμεναν πως οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα είχαν πάρει τα μαθήματά τους από τις ουκ ολίγες συστημικές κρίσεις από τον 20αιώνα κι έπειτα, πλέον φαίνεται να ζούμε ξανά το ίδιο έργο.
Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2009 και η επακόλουθη κρίση στην Ευρώπη, οδήγησε σε άνευ προηγουμένου νομισματική χαλάρωση, με τα χρήματα ωστόσο να καταλήγουν στις τσέπες λίγων, μετόχων, μεγαλοεπενδυτών και μεγάλων επιχειρήσεων. Ο απλός κόσμος δεν είδε σεντ από τα τρισεκατομμύρια ευρωδολάρια που μοιράστηκαν απλόχερα από τις κεντρικές τράπεζες και δημιούργησαν υπέρογκους ισολογισμούς.
Πλέον, τώρα που τα πράγματα στρίμωξαν πάλι, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες είναι έτοιμες να εφαρμόσουν την κλασσική συνταγή της νομισματικής σύσφιξης -αυστηροί όροι χρηματοδότησης και υψηλά επιτόκια- για να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό, αδιαφορώντας για τις οδυνηρές συνέπειες στην οικονομία. Και το δημόσιο αίσθημα λέει ότι τον λογαριασμό των υψηλών επιτοκίων θα πληρώσουν πάλι οι ίδιοι: οι πολίτες με δάνεια, και οι πολίτες που θα υπαχθούν σε λιτότητα για να πληρώσει το κράτος τους αυξημένους τόκους των ομολόγων.
«Η Fed αντιμετωπίζει πρωτοφανείς προκλήσεις»
Σήμερα 23/9 ο Jerome Powell δήλωσε ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve, Fed) καλείται να αντιμετωπίσει πρωτοφανείς προκλήσεις στην ιστορία της. Διαβεβαίωσε παράλληλα ότι η Fed θα συνεχίσει να εφαρμόζει πιστή την πολιτική της και τους στόχους για τον πληθωρισμό, ενώ θα χρησιμοποιήσει όλο το εύρος των εργαλείων της. Ο κ. Powell πρόσθεσε ότι η οικονομία των ΗΠΑ εισέρχεται σε μια «νέα κανονικότητα», ενώ απέφυγε να συζητήσει τις προοπτικές των επιτοκίων.
Να σημειωθεί ότι μόλις πριν δυο μέρες, ο κ. Powell έκανε πάλι λόγο για αυξημένο ρίσκο για την οικονομία λόγω του ρυθμού ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων, στον απόηχο της απόφασης για αύξηση του βασικού επιτοκίου αναφορά κατά 75 μονάδες βάσης, στο εύρος του 3% – 3,25%. Επίσης, προανήγγειλε περαιτέρω μεγάλες επιτοκιακές αυξήσεις, οι οποίες αναμφίβολα θα επηρεάσουν την οικονομική δραστηριότητα.
Η Federal Reserve δεσμεύεται να χρησιμοποιεί τα εργαλεία της για να επαναφέρει τον υψηλό πληθωρισμό στον στόχο του 2%, διατηρώντας σταθερές τις προσδοκίες… – παρότι αυτό θα βλάψει την αγορά εργασίας, αυξάνοντας την ανεργία.
«Η μείωση του πληθωρισμού είναι πιθανό να απαιτήσει μια διαρκή περίοδο ανάπτυξης κάτω της τάσης», συμπλήρωσε ο πρόεδρος της Fed. «Και, πολύ πιθανόν αυτό [σημαίνει] κάποια άμβλυνση των συνθηκών της αγοράς εργασίας».
«Τα περιθώρια στενεύουν, χρειαζόμαστε μεγαλύτερες αυξήσεις επιτοκίων»
Αναγκαιότητα χαρακτήρισε την περαιτέρω αύξηση στο κόστος δανεισμού εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ακόμα και αν πληγεί η οικονομική δραστηριότητα, ο πρόεδρος της Bundesbank, Joachim Nagel.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με όσα είπε σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Λουκέρνης, στην Ελβετία, την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου, «μετά την αύξηση των επιτοκίων κατά 125 μονάδες βάσης αναπτύχθηκε η προοπτική περαιτέρω αυστηρότερων βημάτων, και από την άποψή μου θα πρέπει να υπάρξει».΄
Ο κ. Nagel είναι ένα από τα πιο επιθετικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη να αυξηθεί ξανά το κόστος δανεισμού.
Οι δηλώσεις της Παρασκευής υποδηλώνουν ότι εμμένει σε αυτήν την άποψη, ακόμη και όταν οι οικονομικές προοπτικές γίνονται όλο και πιο ζοφερές, διαμορφώνοντας το σκηνικό για πιθανές εντάσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο. «Δεν θέλω να κρύψω το γεγονός ότι η καταπολέμηση του πληθωρισμού φέρνει βάρη μαζί της – είναι πιθανό να περιορίσει την ανάπτυξη προσωρινά. Αλλά το να μην κάνουμε τίποτα και να αφήνουμε τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους δεν είναι εναλλακτική».
Ο Nagel είπε επίσης ότι η ΕΚΤ πρέπει να αρχίσει να συρρικνώνει τον ύψους 5 τρισεκ. ευρώ ισολογισμό της, στον οποίο υπάρχουν ομόλογα τα οποία αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια πρόσφατων κρίσεων – μια διαδικασία γνωστή ως ποσοτική σύσφιξη. «Τα ειδικά μέτρα μας πρέπει να επιλυθούν γρήγορα μόλις εκπληρώσουν τον σκοπό τους. Αυτό σημαίνει ότι είμαι ξεκάθαρα υπέρ της μείωσης του ισολογισμού μας» είπε.
«Μια φάση τόσο υψηλού πληθωρισμού που αναγκαζόμαστε να αυξήσουμε τα επιτόκια απλώς δεν συνδυάζεται με ένα τεράστιο χαρτοφυλάκιο από προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων».
Ο κ. Nagel είπε επίσης ότι είναι πολύ νωρίς για να συζητήσουμε πού βρίσκεται το επίπεδο του λεγόμενου ουδέτερου επιτοκίου – το επίπεδο στο οποίο η νομισματική πολιτική ούτε περιορίζει ούτε τονώνει την οικονομία.
«Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να αυξήσουν γρήγορα και δυναμικά τα επιτόκια»
«Είναι σημαντικό να δράσουμε έγκαιρα και δυναμικά», δήλωσε ο επικεφαλής του Νομισματικού και Οικονομικού Τμήματος της BIS, Claudio Borio.
«Οι αυξήσεις επιτοκίου τείνουν να μειώνουν την πιθανότητα σκληρής προσγείωσης».
Η τριμηνιαία έκθεση της BIS με έδρα την Ελβετία αναγνώρισε ότι τόσο ο κίνδυνος ύφεσης όσο και ο κίνδυνος χρέους αυξάνονται, αλλά ανέφερε ότι η μείωση του αυξανόμενου παγκόσμιου πληθωρισμού παραμένει πρωταρχικής σημασίας.
Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS), προέτρεψε τις μεγάλες οικονομίες να προχωρήσουν με δυναμικές αυξήσεις επιτοκίων παρά την αυξανόμενη απειλή της ύφεσης και της αστάθειας της αγοράς συναλλάγματος.
«Είναι σημαντικό να δράσουμε έγκαιρα και δυναμικά», δήλωσε ο επικεφαλής του Νομισματικού και Οικονομικού Τμήματος της BIS, Claudio Borio. «Οι αυξήσεις επιτοκίου τείνουν να μειώνουν την πιθανότητα σκληρής προσγείωσης».
«H ΒοΕ πρέπει να κάνει μια μεγάλη αύξηση επιτοκίων για να αποφύγει την καταστροφή»
Η Τράπεζα της Αγγλίας θα πρέπει να εξαπολύσει μια σημαντική αύξηση των επιτοκίων εκτός του συνήθους κύκλου λήψης, μετά την “ιστορική πτώση” της στερλίνας, τονίζει ο George Saravelos , παγκόσμιος επικεφαλής έρευνας συναλλάγματος της Deutsche Bank.
Ο Σαραβέλος ζήτησε επίσης “ισχυρό μήνυμα” από την τράπεζα, ότι “πρόκειται να κάνει ‘ό,τι μπορεί’ για να μειώσει γρήγορα τον πληθωρισμό και να φέρει την πραγματική απόδοση σε θετικό έδαφος”.
Επιπροσθέτως σημείωσε πως: «Η αγορά δίνει πολύ ισχυρά μηνύματα, ότι δεν είναι πλέον πρόθυμη να χρηματοδοτήσει τη θέση του εξωτερικού ελλείμματος του Ηνωμένου Βασιλείου με την τρέχουσα διαμόρφωση των πραγματικών αποδόσεων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας του Ηνωμένου Βασιλείου», έγραψε ο αναλυτής.
Σήμερα η λίρα κατέρρευσε κάτω από τα 1,09 δολάρια για πρώτη φορά από το 1985, διολισθαίνει κατά 3,3%, επιπλέον της πτώσης που σημειώθηκε στην εβδομάδα.
Ουσιαστικά αυτό που σημειώνει ο οικονομικός αναλυτής είναι η πολιτική απάντηση που χρειάζεται σε αυτό που συμβαίνει είναι σαφής: Μια μεγάλη, διασυνεδριακή αύξηση των επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας την επόμενη εβδομάδα για να ανακτήσει την αξιοπιστία στην αγορά.
Και, ένα ισχυρό μήνυμα, ότι είναι πρόθυμο να κάνει «ό,τι χρειάζεται» για να μειώσει γρήγορα τον πληθωρισμό και να υποχωρήσει σε θετικό έδαφος.
Βέβαια μπορεί να υπάρξει ένα ζήτημα, καθώς αρκετοί υποστηρίζουν, ότι την επόμενη εβδομάδα το κραχ της παγκόσμιας αγοράς θα είναι τόσο βαθύ και τόσο διαδεδομένο, με δεκάδες τρισεκατομμύρια να έχουν «εξανεμιστεί» που οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να μην έχουν άλλη επιλογή από το να κάνουννέα αύξηση επιτοκίων.
Πόνος… για την ανάπτυξη
Ο Philip Lane, επικεφαλής οικονομολόγος στην ΕΚΤ, δληλωσε σε συνέδριο το περασμένο Σαββατοκύριακο (10-11/9) ότι αναμένει ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν «αρκετές» φορές φέτος και στις αρχές του επόμενου έτους.
Επισήμανε ότι αυτό πιθανότατα θα συνεπαγόταν κάποιο «πόνο» όσον αφορά την απώλειας ανάπτυξης και θέσεων εργασίας για τη μείωση της ζήτησης, αντανακλώντας την αυξανόμενη ανησυχία της ΕΚΤ ότι οι πληθωριστικές πιέσεις εξαπλώνονται από την ενέργεια και τα τρόφιμα σε άλλα προϊόντα και υπηρεσίες.
Οι προσδοκίες για τις αποδόσεις στο τέλος του έτους είναι επίσης υψηλότερες για την Τράπεζα της Αγγλίας, με τους οικονομολόγους να χωρίζονται σε μεγάλο βαθμό μεταξύ μιας αύξησης 50 μονάδων βάσης και 75 μονάδων βάσης στην ψηφοφορία της Πέμπτης.
Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας αναμένεται να αυξήσει το βασικό της επιτόκιο κατά 75-100 μονάδες βάσης την επόμενη Πέμπτη 23/8, τερματίζοντας ένα επταετές πείραμα με αρνητικά επιτόκια.
Ο Paul Hollingsworth, επικεφαλής οικονομολόγος για την Ευρώπη στην BNP Paribas, δήλωσε ότι οι κεντρικές τράπεζες έχουν εμπροσθιβαρλη στρατηγική όσον αφορά τον κύκλο σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής παρά τα σημάδια επιβράδυνσης της ανάπτυξης.