Η νέα εισβολή στη βόρεια Συρία δεν δείχνει να προκύπτει – ελλείψει του κατάλληλου σινιάλου ανοχής από την Ουάσινγκτον ή τη Μόσχα. Οι τυχοδιωκτισµοί, επίσης, στο Αιγαίο δείχνουν να περνούν σε δεύτερο πλάνο, µετά και τα κατάλληλα αµερικανικά µηνύµατα. Όσο για την “περιφανή διπλωµατική νίκη” της τριµερούς συµφωνίας µε τη Σουηδία και τη Φινλανδία, η “αποµάκρυνση εκ του ταµείου” αφήνει µιαν αίσθηση λιγότερο θριαµβική. Με ποια “µεγάλη επιτυχία” στον τοµέα της εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας πρόκειται να απευθυνθεί στο εγχώριο ακροατήριό του ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καθώς εισέρχεται σε προεκλογική χρονιά, µε τα ποσοστά του κόµµατός του καθηλωµένα στο 33% και τον πληθωρισµό στο 76%; Η εναλλακτική λύση θα µπορούσε να προέλθει, συγκριτικώς άκοπα, από την κατεύθυνση της Κύπρου. Και πράγµατι πληθαίνουν το τελευταίο διάστηµα οι ενδείξεις και οι εκτιµήσεις ότι ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας προετοιµάζει, εν όψει της επετείου του πρώτου “Αττίλα” στις 20 Ιουλίου, µια θεαµατική χειρονοµία, που θα µπορούσε να ισοδυναµεί µε προσάρτηση των Κατεχοµένων. Ήδη έχει προγραµµατιστεί επίσκεψη Ερντογάν στη βόρεια Κύπρο την ηµέρα της επετείου της εισβολής, µε αφορµή τα εγκαίνια νέου “προεδρικού µεγάρου”, ενώ δεν αποκλείονται και εξαγγελίες σχετικές µε την περίκλειστη Αµµόχωστο. Ωστόσο, διάχυτη είναι η ανησυχία ότι ενδέχεται να δροµολογηθούν θεαµατικότερες εξελίξεις.
Τα συµφραζόµενα
Πρόσφατα µόλις ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, προχώρησε (χωρίς να προκύψει η δέουσα διεθνής κατακραυγή) στην ανατριχιαστική δήλωση ότι “η Τουρκία δεν χωρά στα σύνορά της”. Θα µπορούσαν, άραγε, τα σύνορα αυτά να µετατοπισθούν χωρίς καν να χρειαστεί στρατιωτική επιχείρηση; Και θα µπορούσε αυτό να γίνει εις βάρος ευρωενωσιακού εδάφους (εφόσον το 2004 εντάχθηκε στην Ε.Ε. το σύνολο της Κύπρου, όσο και αν το κοινοτικό κεκτηµένο δεν βρίσκει προς το παρόν εφαρµογή στο κατεχόµενο βόρειο τµήµα της); Η αναθεώρηση συνόρων βρίσκεται, ούτως ή άλλως, στην πρώτη γραµµή της διεθνούς επικαιρότητας λόγω ουκρανικής κρίσης. Και, κατά έναν παράδοξο τρόπο, αυτή ακριβώς η κρίση καθιστά τον διεθνή παράγοντα εξαιρετικά ελαστικό απέναντι σε µία Τουρκία η οποία, υπενθυµίζεται, πέραν της βόρειας Κύπρου, κατέχει παρανόµως (και σταδιακά αφοµοιώνει, π.χ. µέσω της εισαγωγής του νοµίσµατός της) τµήµατα της βόρειας Συρίας και του Ιράκ.
Τα δηµοσιεύµατα
Σύµφωνα µε τον “Φιλελεύθερο” Κύπρου, πέρα από τον πολιτικό έλεγχο που ασκεί στα Κατεχόµενα η Τουρκία, το πρόσφατο πρωτόκολλο που υπέγραψε µε το κατοχικό καθεστώς αποτελεί µιας µορφής οδικό χάρτη προς την προσάρτηση, ενώ και η τουρκοκυπριακή εφηµερίδα “Χαλκίν Σεσί” επικαλείται κείµενο του Τούρκου αρθρογράφου Τζεβχερί Γκιουβέν, στο οποίο υποστηρίζεται ότι ο Ερντογάν σκοπεύει να προσαρτήσει την κατεχόµενη Κύπρο κατά τη διάρκεια της τουρκική προεκλογικής περιόδου. Σύµφωνα µε τον Γκιουβέν, βάσει του πρωτοκόλλου που υπογράφηκε µεταξύ Τουρκίας και κατοχικού καθεστώτος, θα εγκατασταθούν 200 αστυνοµικοί από την Τουρκία στα Κατεχόµενα για πρώτη φορά. Οι αστυνοµικοί, σηµειώνει ο αρθρογράφος, δεν θα φέρουν όπλα, καθότι στην Κύπρο δεν υπάρχει εγκληµατικότητα, ωστόσο σε περίπτωση που πραγµατοποιηθεί η προσάρτηση θα προκύψουν κοινωνικές αντιδράσεις και τότε θα υπάρχει ανάγκη αστυνοµικής δύναµης. Το ίδιο δηµοσίευµα κάνει λόγο για συντονισµό της Τουρκίας µε τη Βρετανία, η οποία µετά την έξοδό της από την Ε.Ε. δεν θα επιθυµούσε την επανένωση του νησιού υπό ευρωπαϊκή δικαιοδοσία (ενδεχόµενο ιδιαίτερα αρεστό και στην τουρκοκυπριακή κοινωνία) και πάντως έχει ως πρώτη προτεραιότητά της τη διατήρηση, διά της διαιώνισης της διαίρεσης του νησιού, των βρετανικών κυρίαρχων βάσεων. Αλλά και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού οι φήµες καλά κρατούν. Σε ραδιοφωνική συνέντευξη ο εκτελεστικός διευθυντής του Συµβουλίου Ελληνοαµερικανικής Ηγεσίας (HALC), Έντι Ζεµενίδης, ανέφερε πως “κυκλοφόρησε στην Ουάσινγκτον ότι ο κ. Ερντογάν θα κάνει κάτι µεγάλο στα Κατεχόµενα στις 20 Ιουλίου”.
∆ιαβουλεύσεις Όλα αυτά συµπίπτουν µε την καθιερωµένη ανά εξάµηνο κινητικότητα στον ΟΗΕ για την ανανέωση της θητείας των κυανόκρανων της UNFICYP. Tο Συµβούλιο Ασφαλείας θα συζητήσει µε τις χώρες που συνεισφέρουν στρατεύµατα στην ειρηνευτική δύναµη στην Κύπρο στις 13 Ιουλίου, ενώ οι κλειστές διαπραγµατεύσεις για το ψήφισµα ανανέωσης της εντολής για την UNFICYP θα γίνουν στις 18 Ιουλίου και η υιοθέτηση του σχετικού ψηφίσµατος προγραµµατίζεται να γίνει στις 28 Ιουλίου. Η έκθεση, πάντως, του Γενικού Γραµµατέα Αντόνιο Γκουτέρες για την ανανέωση της θητείας της UNFICYP θεωρείται η χειρότερη για τα ελληνοκυπριακά συµφέροντα στα χρονικά, καθώς πλειοδοτεί σε εκφράσεις “ίσων αποστάσεων”. Συµπίπτουν, όµως, και µε µια δυσάρεστη στασιµότητα στις δικοινοτικές σχέσεις. Κατά τη “Χαλκίν Σεσί”, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ απέστειλε επιστολή µε την οποία απαντά στις προτάσεις που υπέβαλε προ µηνών ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης. Όµως η επιστολή Τατάρ φέρεται να µη λαµβάνει υπόψη τις προτάσεις Αναστασιάδη και να µη χρησιµοποιεί την έκφραση “µέτρα οικοδόµησης εµπιστοσύνης”, αλλά να αντιπροτείνει µια, κατά το δηµοσίευµα, “ανέφικτη συνεργασία” σε τέσσερα θέµατα.
Πώς “τουρκοποιείται” η τουρκοκυπριακή κοινωνία
Το ενδεχόµενο προσάρτησης της κατεχόµενης βόρειας Κύπρου πλανάται εδώ και καιρό, ως πιθανό “Σχέδιο Β” της Τουρκίας, προκειµένου η κατοχική δύναµη να δείξει ότι δεν δεσµεύεται από το πλαίσιο της διαδικασίας επίλυσης του Κυπριακού υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Οι όλο και πιο συχνές αναφορές σε “λύση δύο κρατών” δεν υποκρύπτουν παρά ακριβώς αυτό. Χαρακτηριστικά, ο “υπουργός Εξωτερικών” του ψευδοκράτους, Ταχσίν Ερτουγρούλογλου, σε συνέντευξή του στο TRT υποστήριξε ότι “ο ίδιος ο ΟΗΕ είναι το πρόβληµα”, διότι συντηρεί το “στάτους κβο” της διεθνούς αναγνώρισης της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση, και δίχως την επισηµοποίηση της προσάρτησης, η εξάρτηση της βόρειας Κύπρου από την Τουρκία διαρκώς βαθαίνει: από την ανάληψη της υδροδότησης και ηλεκτροδότησης των Κατεχοµένων από τη “µητέρα πατρίδα”, µέχρι τα πρωτόκολλα δηµοσιονοµικού ελέγχου, ώστε να µην εκτινάσσονται οι δαπάνες της κατέχουσας δύναµης, ή την απόπειρα “ισλαµοποίησης” της τουρκοκυπριακής κοινωνίας, µε τη διαρκή ίδρυση τεµενών και τη συγκεντροποίηση της διοίκησής τους. Άλλωστε, ο εντατικός εποικισµός επί πέντε δεκαετίες έχει δηµιουργήσει δηµογραφικά δεδοµένα που καθιστούν τους Τουρκοκύπριους µειονότητα στην πατρίδα τους – και αυτό µπορεί να αποτυπωθεί και στην κάλπη ενός δηµοψηφίσµατος για “ένωση” µε την Τουρκία.
*Ορισμένες θέσεις του κειμένου εκφράζουν αποκλειστικά τον αρθρογράφο.