Για ποιο λόγο αγοράζουμε Rafale-φρεγάτες αφού δεν υπάρχει βούληση αποτροπής;

557
Γιατί αγοράζουμε Rafale-φρεγάτες

Το δίδαγμα από την Κύπρο και τα Ίμια.

Σε μια εξόχως διαφωτιστική έρευνα της δημοσιογράφου Φανούλας Αργυρού δημοσιευμένη στην ομογενειακή εφημερίδα «Ελευθερία» του Λονδίνου υπό τον τίτλο «Γιατί τα Φάντομ δεν έφτασαν ποτέ στην Κύπρο», σκιαγραφούνται τα τραγικά γεγονότα μεταξύ της 18 και 24 Ιουλίου το 1974 παραθέτοντας συνέντευξη ενός πιλότου των νεοαποκτηθέντων τότε F-4E Phantom της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, ο οποίος ανέμενε την εντολή για απογείωση από το Ηράκλειο Κρήτης μέσα στο πιλοτήριο. Μια εντολή που γνωρίζουμε ότι δεν δόθηκε ποτέ.

Στην εν λόγω έρευνα, παρατίθενται στοιχεία από βρετανικά έγγραφα σε μια προσπάθεια να διαλευκανθεί ποιοι εμπόδισαν την πολεμική επιχείρηση «Φάντομς 1974» και ποιοι διέταξαν την απομάκρυνση των ελληνικών υποβρυχίων «Γλαύκος» και «Νηρεύς», τα οποία είχαν τον τουρκικό αποβατικό στόλο στα σκοπευτικά τους.

Χάρτης που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη πριν τις τουρκικές εισβολές το 1974. (πηγή: Φανούλα Αργυρού «Διζωνική vs Δημοκρατία – Διζωνική Εκτέλεση της Κυπριακής Δημοκρατίας 1955-2019» εκδ. Pastell Editoria Limited Λεμεσός)

Η έρευνα αποκαλύπτει ότι οι Βρετανοί ενήργησαν σε συνεργασία με τους Αμερικανούς για να επιτευχθεί η τουρκική εισβολή και κατοχή. Αναφέρει επίσης ότι ο Αμερικανός πρέσβης Χένρι Τάσκα και ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών, Τζόζεφ Σίσκο (απεσταλμένος του Χένρι Κίσσινγκερ) συμμετείχαν στο ελληνικό «Συμβούλιο Πολέμου» και έπεισαν το καθεστώς των Συνταγματαρχών να μην εμπλακούν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΔ) τις δυο πρώτες ημέρες των θρασύδειλων και κακοσχεδιασμένων τουρκικών επιχειρήσεων δίνοντας έτσι χρόνο στην Τουρκία να παγιώσει την κατάσταση, όπως αναφέρει και ο Έλληνας πιλότος των Phantom Ιωάννης Κολοβός σε συνέντευξή του στο περιοδικό «ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ» το 1990:

«Όσοι καταπιάστηκαν με τα γεγονότα και τις λεπτομέρειες της εισβολής των Τούρκων στο νησί μας στις 20 Ιουλίου 1974 ξέρουν ότι οι Τούρκοι, παρά τις λυσσώδεις προσπάθειές τους από ξηρά, θάλασσα και αέρα, τίποτα το ουσιαστικό δεν κατόρθωσαν τις πρώτες μέρες.

Πέτυχαν μόνο ν’ αποβιβάσουν μια μικρή δύναμη ανδρών στην ακτή «Πέντε Μίλι» η οποία τηρούσε σε απόγνωση μέχρι τη Δευτέρα 22 Ιουλίου, οπότε αποβιβάστηκαν πολλαπλάσιες δυνάμεις, άρματα και άλλο υλικό για να αρχίσουν το απόγευμα της ίδιας μέρας την επίθεση και να καταλάβουν την Κερύνεια…

Τι θα γινόταν όμως αν το σημείο απόβασης και τα τουρκικά πλοία βομβαρδίζονταν από ελληνικά αεροπλάνα και δέχονταν τις τορπίλες των ελληνικών υποβρυχίων; Οι Τούρκοι θα πάθαιναν πανωλεθρία.

Αυτή την απάντηση, δίδει ο ταξίαρχος ιπτάμενος Ιωάννης Κολοβός, απόστρατος σήμερα της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, ο οποίος ως επισμηναγός τότε, ήταν πιλότος σμήνους τεσσάρων αεροσκαφών «Φάντομ» τα οποία πήραν εντολή να σπεύσουν αμέσως στην Κερύνεια και να βομβαρδίσουν τον τουρκικό στόλο. Και όμως η διαταγή απογείωσης από το αεροδρόμιο του Ηρακλείου Κρήτης δεν δόθηκε ποτέ…»

Η έγκαιρη εμπλοκή των ελληνικών ΕΔ απετράπη λοιπόν με τις ενέργειες των ξένων δυνάμεων που βρήκαν πρόθυμους τους εντολοδόχους του δικτατορικού καθεστώτος, οδηγώντας έτσι στη μεγαλύτερη τραγωδία του Ελληνισμού μετά τη μικρασιατική καταστροφή, και την «στρατηγική ομηρία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων στην Κύπρο» όπως επισημαίνει ο καθηγητής Παναγιώτης Ήφαιστος.

Μια τραγωδία η οποία έθεσε τις βάσεις για την «στρατηγική παγίδευση της Ελλάδας» με ότι αυτό συνεπάγεται. Αλλά μήπως στα γεγονότα των Ιμίων οι επιταγές των «συμμάχων» με το γνωστό «no ships, no troops, no flags», δεν είχαν παρόμοια κατάληξη για τα εθνικά συμφέροντα, όταν εκλιπαρούσαν οι πολύ καλύτερα ανεπτυγμένες ελληνικές ΕΔ να εμπλακούν και να στείλουν τον μισό τουρκικό στόλο στο βυθό του Αιγαίου;

Η αλήθεια είναι ότι οι συγκεκριμένες εθνικές ήττες είναι άρρηκτα συνυφασμένες με την έλλειψη πολιτικής βούλησης για την εργαλειοποίηση των ΕΔ και την έγκαιρη απελευθέρωση των κανόνων εμπλοκής όπου και όποτε χρειαστεί χωρίς να ζητηθεί η άδεια κανενός.

Για τον ίδιο λόγο, οι αγορές ακριβών όπλων (καίτοι αναγκαίες, όταν γίνονται με επιχειρησιακά και όχι επίπλαστα «γεωπολιτικά κριτήρια»), δεν διασφαλίζουν από μόνες τους την εθνική ακεραιότητα, εάν οι πολιτικές ηγεσίες δεν προτίθενται να τις εργαλειοποιήσουν. Για να μην πούμε ότι αποκοιμίζουν και αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη, προλειαίνοντας τις αντεθνικές υποχωρήσεις ενός πολιτικού συστήματος που προσπαθεί να πείσει ότι προασπίζει την εθνική ασφάλεια.

Ο προβληματισμός αυτός ενισχύθηκε έτι περαιτέρω από την στάση που παρατηρήθηκε στα γεγονότα με το ερευνητικό Oruç Reis, το οποίο επετράπη να σουλατσάρει ανενόχλητο (με συνοδεία τουρκικού στολίσκου) επί 4,5 μήνες εντός των ελληνικών θαλασσίων ζωνών, εγγράφοντας σοβαρά τετελεσμένα επί της ελληνικότατης υφαλοκρηπίδας που μας ενώνει με την αδελφή Κύπρο, και εν γένει με την κατευναστική πολιτική που ακολουθείται έναντι του ανατολικού επιβουλέα, ο οποίος έχει πολύ συγκεκριμένες επεκτατικές στοχεύσεις εναντίον του Ελληνισμού.

Η τραγική διαπίστωση είναι ότι η ιστορία που επαναλαμβάνεται έχει πάντα κάτι να μας διδάξει. Το ζήτημα όμως είναι εάν εμείς θέλουμε να μάθουμε από αυτήν…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας