Σαν να μη φτάνει που όλη η περιοχή της νότιας Εύβοιας έχει μετατραπεί στη μεγαλύτερη βαριά βιομηχανία αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα, στη δίνη του κυκλώνα των βιομηχανικών αιολικών βρίσκεται πλέον και η κεντρική Εύβοια, που προορίζεται για την εγκατάσταση του μεγαλύτερου Αιολικού Σταθμού Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ) στη χώρα.
Εχοντας την… τύχη να συμπεριληφθεί στις «περιοχές αιολικής προτεραιότητας», εξαιτίας του υψηλού της αιολικού δυναμικού, σήμερα στη νότια Εύβοια παράγεται το 40% της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη χώρα. Το 1/3 του νησιού, από τη νοητή ευθεία Κύμης-Αλιβερίου και νότια, έχει πλέον αλλοιωθεί περιβαλλοντικά σε βαθμό μη αναστρέψιμο και έχει χάσει τη δυνατότητα αυτοκαθορισμού του οικονομικού του μέλλοντος.
Τον περασμένο Απρίλιο η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έδωσε το πράσινο φως για να μετατραπεί σε βιομηχανικό αιολικό τοπίο και ολόκληρη η κεντρική Εύβοια με την παροχή δύο αδειών παραγωγής στην εταιρεία ENERCOPLAN ENERGY-EPC & INVESTMENT ΙΚΕ για την εγκατάσταση δύο ΑΣΠΗΕ αποτελούμενων από 69 ανεμογεννήτριες, ύψους άνω των 125 μέτρων και με διάμετρο ρότορα 112 μέτρα, συνολικής ισχύος 227,7 MW.
Το έργο θα χρηματοδοτηθεί από την εταιρεία ΕΛΛΑΚΤΩΡ. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΡΑΕ, το έργο μεγεθύνεται και γιγαντώνεται από 227,7 MW στα 285,6 MW. Εξάλλου, περίπου στην ίδια περιοχή ακόμη μία εταιρεία αιτήθηκε άδεια για την εγκατάσταση αιολικών συνολικής ισχύος 147 MW.
Οι ανεμογεννήτριες πρόκειται να εγκατασταθούν στα όρη Δίρφυ, Κοτύλαια, Ξηροβούνι, Μαυροβούνι, Σκοτεινή, Ευβοϊκό Ολυμπο, καθώς και τα ευρισκόμενα εκεί οροπέδια (Αμπουδιώτισσας, Βρωμονέρας κ.λπ.). Πρόκειται για περιοχές που μέχρι σήμερα είναι αρκετά καλά διαφυλαγμένες ως προς το φυσικό τους περιβάλλον και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις, λόγος για τον οποίο στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι ενταγμένες στο Δίκτυο Natura. Εκεί μπορεί να συναντήσει κανείς το Αισθητικό Δάσος Στενής, έκτασης 500 εκταρίων, τα Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους των χωριών της Κύμης, Καταφύγια Αγριας Ζωής, Τόπους Παγκόσμιας και Πανευρωπαϊκής Αξίας για τα Πτηνά, αρχαιότητες, το μεγαλύτερο σύστημα σπηλαίων της Ελλάδας και το μοναδικό ελατόδασος του Αιγαίου.
Και σε αυτή την περίπτωση οι τοπικές κοινωνίες αγνοούνται και η γνώμη τους περιττεύει. Στο διάστημα που ακολούθησε τις αδειοδοτήσεις οι Δήμοι Διρφύων-Μεσσαπίων, Κύμης-Αλιβερίου και Ερέτριας, καθώς και το Περιφερειακό Συμβούλιο Στερεάς Ελλάδας τάχθηκαν ξεκάθαρα ενάντια στη δημιουργία του καταστροφικού αυτού βιομηχανικού έργου και δήλωσαν ότι θα κάνουν κάθε δυνατή ενέργεια και πράξη για να το σταματήσουν και να προωθήσουν ένα άλλο μέλλον, βιώσιμο και αειφορικό για την κεντρική Εύβοια. Εν τούτοις, ανεπηρέαστη από τις θέσεις των αυτοδιοικητικών φορέων, η ΡΑΕ προχώρησε τον περασμένο μήνα στην έκδοση βεβαίωσης παραγωγού ειδικού έργου προς την εταιρεία ENERCOPLAN ENERGY-EPC & INVESTMENT ΙΚΕ, γεγονός που καταδεικνύει ότι το έργο προωθείται και ενισχύεται στον μέγιστο βαθμό.
Ωστόσο, ενδικοφανείς προσφυγές έχουν ασκηθεί από τους τρεις δήμους της κεντρικής Εύβοιας, μη κυβερνητικές οργανώσεις και πολίτες κατά των δύο αρχικών αδειοδοτήσεων που έλαβε η εταιρεία. Δεδομένης αυτής της κατάστασης, 43 περιβαλλοντικοί και πολιτιστικοί φορείς της κεντρικής Εύβοιας, μεταξύ των οποίων η Εταιρεία Περιβάλλοντος Κύμης και ο Ελληνικός Ορειβατικός Σύλλογος Χαλκίδας, απαιτούν από τους προαναφερόμενους αυτοδιοικητικούς φορείς να προχωρήσουν στην υλοποίηση των σχετικών αποφάσεών τους και να πράξουν κάθε δυνατή κίνηση και ενέργεια με την οποία να διασφαλίζουν την προστασία του τόπου, την ακύρωση των υφιστάμενων σχεδίων για τον εν λόγω ΑΣΠΗΕ και οποιονδήποτε άλλον στο μέλλον.
Επιπλέον, ζητούν την έγκαιρη περιβαλλοντική ενημέρωση διά των υπηρεσιών και των ιστότοπων των δήμων και της περιφέρειας για κάθε τι σχετικό με το εν λόγω έργο και γενικότερα για το περιβάλλον. Κι ακόμη, τη σύμπραξη όλων για την ανακήρυξη του εθνικού δρυμού/πάρκου της κεντρικής Εύβοιας.
Υπενθυμίζεται ότι η Εύβοια έχει επιβαρυνθεί επί πολλά έτη και με άλλες βαριές και επιβλαβείς βιομηχανικές δραστηριότητες, ενδεικτικά με τον λιγνιτικό σταθμό ηλεκτροπαραγωγής του Αλιβερίου (από το 1959), τη ΛΑΡΚΟ και τα ανεξέλεγκτα υπαίθρια ορυχεία της (με ρύπανση του Βόρειου Ευβοϊκού και μόλυνση από εξασθενές χρώμιο), τα εργοστάσια τσιμέντων και την ΕΛΛΕΝΙΤ.