Καταστροφικές εκρήξεις αποθηκευμένων χημικών, και δη νιτρικής αμμωνίας, έχουν υπάρξει στην ιστορία πολλές – όπως αυτή στο Όπαου της Γερμανίας το 1921 με 561 νεκρούς, στο Τέξας Σίτι των ΗΠΑ το 1947 με 581 νεκρούς, στη Ριονγκτσόνγκ της Βόρειας Κορέας το 2004 με τουλάχιστον 160 νεκρούς και στην Ταϊντιζίνγκ της Κίνας το 2015 με 165 νεκρούς. Καμία τους όμως δεν είχε τις πολιτικές, οικονομικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις που αναμφίβολα θα έχει η καταστροφή που σημειώθηκε την Τρίτη από τη διπλή έκρηξη 2.750 τόνων νιτρικής αμμωνίας στην “Αποθήκη 12” του λιμένα της Βηρυτού. Γιατί είναι τέτοια η μοίρα της Μέσης Ανατολής, ώστε ο (γεω)πολιτικός παράγοντας να διαπερνά τα πάντα – ακόμη και την ολέθρια εισβολή του απρόβλεπτου στην εξέλιξη των πραγμάτων.
Η ίδια η ισχύς της έκρηξης, που έγινε αισθητή μέχρι την Κύπρο, την τοποθετεί μεταξύ των πέντε μεγαλύτερων ανθρωπογενών μη πυρηνικών εκρήξεων στα χρονικά. Και το τίμημα σε ζωές και υλικές ζημιές δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Μέχρι την ώρα που γράφονταν οι γραμμές αυτές, οι νεκροί υπολογίζονταν σε 137 (αν και ο τελικός απολογισμός αναμένεται να αποβεί βαρύτερος, καθώς δεκάδες άνθρωποι εξακολουθούν να αγνοούνται), οι τραυματίες σε 5.000, οι άστεγοι σε 300.000 και το κόστος σε 5 έως 15 δισ. δολάρια, καθώς έχει πληγεί το μεγαλύτερο μέρος της ανατολικής Βηρυτού, σε απόσταση ακόμη και 2,5 χιλιομέτρων από το λιμάνι. Αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι η καταστροφή θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, αν η κίνηση δεν ήταν υποτονική λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, αν το ωστικό κύμα δεν εκτονωνόταν σε μεγάλο βαθμό προς τη θάλασσα και αν το σιλό των σιτηρών πλάι στο σημείο της έκρηξης δεν λειτουργούσε ως προστατευτικό τείχος για τη Δυτική Βηρυτό.
Όμως τα χειρότερα δεν έχουν περάσει: το 85% των αποθεμάτων σιτηρών έχει καταστραφεί, με αποτέλεσμα τα εναπομείναντα να καλύπτουν τις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού μόνο για έναν μήνα. Επιπλέον τέθηκε εκτός λειτουργίας το κύριο λιμάνι του Λιβάνου, μιας χώρας αποκλειστικά προσανατολισμένης στις υπηρεσίες, η οποία καλύπτει τουλάχιστον το 80% των αναγκών της από εισαγωγές και περιβάλλεται γεωγραφικώς αφενός από το εχθρικό Ισραήλ με το οποίο δεν υπάρχει επικοινωνία και αφετέρου από την παραδομένη εδώ και μία δεκαετία στον πόλεμο Συρία.
Παραλλήλως επλήγη ο κεντρικός σταθμός ηλεκτροπαραγωγής, με αποτέλεσμα το δίκτυο, που ήδη από πριν λειτουργούσε πλημμελώς με συχνές διακοπές ρεύματος, να έχει πρακτικά παραλύσει. Η αγωνιώδης προσπάθεια περίθαλψης των τραυματιών εκτυλίσσεται στα σκοτεινά…
Χώρα “παγκοσμιοποιημένη”
Οι αυθόρμητες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης (από τη διάθεση δωματίων σε αστέγους μέχρι τις ομάδες νέων που αναλαμβάνουν να σκουπίσουν τους δρόμους από τα συντρίμμια) δίνουν τη φωτεινή όψη μιας χώρας που δεν κάμπτεται από την τραγωδία. Όμως η βαθύτερη πραγματικότητα είναι λιγότερο ενθαρρυντική. Ο Λίβανος παραμένει διαιρεμένος, αγανακτισμένος με ένα πολιτικό σύστημα που δεν μπορεί να αλλάξει, παραδομένος στη διαφθορά των κρατούντων και την παραμέληση των υποδομών και πλέον ακραία αποδυναμωμένος οικονομικά – στα όρια, δηλαδή, της μετατροπής του σε “αποτυχημένο κράτος“.
Κυρίως όμως ο Λίβανος, με το περίπλοκο δημογραφικό μωσαϊκό, αποτελεί, όπως πάντα, το πεδίο όπου τρίτες δυνάμεις επιλύουν τις διαφορές τους δι’ αντιπροσώπων – συνεπώς η κρίση του αποτελεί εξ ορισμού διεθνές ζήτημα. Πρόκειται, άλλωστε, για μία χώρα καταστατικά “παγκοσμιοποιημένη“, εφόσον αφενός συνδέεται με μία ογκώδη και δραστήρια λιβανέζικη διασπορά ανά τον πλανήτη και αφετέρου φιλοξενεί στο έδαφός του εκατομμύρια προσφύγων (Παλαιστινίων και τα τελευταία χρόνια Σύρων), αλλά και μεταναστών (λ.χ. οικιακών βοηθών κτλ.).
Τα δύο στερεότυπα με τα οποία συνδέεται στον νου μας η χώρα αυτή, δηλ. η παλαιότερη φήμη της ως “Ελβετίας της Ανατολής” (χρηματοπιστωτικού κέντρου και τουριστικού προορισμού) και οι μνήμες της αφόρητης βίας του 15ετούς εμφυλίου πολέμου (1975-1990) και της ισραηλινής εισβολής, υπογραμμίζουν ακριβώς τη μεγάλη σημασία από διεθνή προοπτική που έχουν όσα συμβαίνουν στον μικρό Λίβανο.
Τη χειρότερη στιγμή
Το timing της καταστροφής στο λιμάνι της Βηρυτού δεν μπορούσε να είναι χειρότερο. Η χώρα βρισκόταν εδώ και μήνες σε βαθιά πολιτική και οικονομική κρίση, ενώ το ενδεχόμενο μιας θερμής ανάφλεξης στα σύνορα με το Ισραήλ πρόβαλλε το τελευταίο διάστημα ως πολύ πιθανό.
Οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν τον περασμένο Οκτώβριο (με την απίθανη αφορμή της θέσπισης φόρου στη δημοφιλή, λόγω αναξιοπιστίας των τηλεπικοινωνιών, εφαρμογή WhatsApp) έφεραν στο προσκήνιο τη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στο πελατοκεντρικό σύστημα που επικρατεί από τα χρόνια της γαλλικής αποικιακής κυριαρχίας, με την κατανομή των πολιτειακών αξιωμάτων και των βουλευτικών εδρών βάσει της ένταξης σε κάποιο από τα 13 χριστιανικά και 4 μουσουλμανικά θρησκευτικά κόμματα, όπως αυτή επικαιροποιήθηκε μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου.
Τέλος της “πυραμίδας”
Η κοινωνική αναταραχή συμβάδισε με την οικονομική κατάρρευση, καθώς έφθασε στα όριά της η “πυραμίδα” που είχε στηθεί μεταπολεμικά μέσω του δανεισμού του Δημοσίου από πολιτικά διασυνδεόμενες ιδιωτικές τράπεζες με τοκογλυφικούς όρους. Το δημόσιο χρέος ανέρχεται σε 86 δισ. δολάρια, ήτοι 150% του ΑΕΠ, ενώ μόνο στα τοκοχρεολύσια κατευθύνεται το 50% του Προϋπολογισμού. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών εκτινάχθηκε στο 25% του ΑΕΠ την τελευταία τριετία, λόγω της αδύναμης παραγωγικής βάσης, ενώ το ένα τρίτο του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας εξαντλούνται, ενώ από τον Μάιο 2019 η ροή καταθέσεων στις τράπεζες είναι αρνητική, με αποτέλεσμα να επιβληθούν από το φθινόπωρο capital controls. Οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ξεπερνούν το ύψος των 4,4 δισ. δολαρίων.
Η σταθερή διασύνδεση της ισοτιμίας του νομίσματος προς το δολάριο, που είχε θεσπιστεί τη δεκαετία του ’90 δεν άντεξε και η λίρα έχασε το 80% της αξίας της σε έναν χρόνο.
Γιατί όλα περιστρέφονται γύρω από τη Χεζμπολλάχ
Η παρουσία της Χεζμπολλάχ είναι και το γεωπολιτικό “κλειδί” των όσων αφορούν τον Λίβανο. Προϊόν του εμφυλίου πολέμου και της ισραηλινής εισβολής, αλλά και προσπάθεια να μεταφυτευτεί το “παράδειγμα” της Ιρανικής Επανάστασης στη λιγότερο προνομιούχο, πλην δημογραφικά ενισχυόμενη κοινότητα του Λιβάνου, τη σιιτική, η Χεζμπολλάχ αποτελεί ταυτοχρόνως κοινοβουλευτικό κόμμα, δίκτυο αρωγής και κυρίως στρατιωτικό μηχανισμό ο οποίος απέφυγε τον μεταπολεμικό αφοπλισμό των πολιτοφυλακών και έχει χαρακτηριστεί από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. ως τρομοκρατική οργάνωση. Πρόκειται για τον μη κρατικό “παίκτη” που πέτυχε εκεί που απέτυχαν όλοι οι στρατοί των κρατών της περιοχής, υποχρεώνοντας το Ισραήλ να αποχωρήσει εσπευσμένα από τον νότιο Λίβανο το 2000 και εξασφαλίζοντας στη μεταξύ τους πολεμική σύγκρουση το 2006 μιαν ισοπαλία που ισοδυναμεί με νίκη.
Για το Ισραήλ, η παρουσία βορείως των συνόρων του μιας δύναμης συμμαχικής προς το Ιράν, η οποία διαρκώς αναβαθμίζει τους εξοπλισμούς και τις επιχειρησιακές της ικανότητες (δοκιμασμένες τα τελευταία χρόνια και στο μέτωπο της Συρίας, στο πλευρό του Άσαντ) και ταυτοχρόνως ελέγχει, σε συμμαχία με το κόμμα του Χριστιανού προέδρου του Λιβάνου, Μισέλ Αούν, την κυβέρνηση που σχηματίσθηκε τον περασμένο Ιανουάριο, αποτελεί την πρώτιστη απειλή.
Σενάρια συνωμοσίας
Εξού και η καταστροφή στο λιμάνι της Βηρυτού εύκολα διαβάστηκε από πολλούς υπό το πρίσμα της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης. Διεθνή μέσα ενημέρωσης βιάστηκαν να συσχετίσουν την έκρηξη με το γεγονός ότι χθες προβλεπόταν να ανακοινωθεί (αν και υπό το βάρος των γεγονότων εντέλει υπήρξε αναβολή) η απόφαση ειδικού δικαστηρίου του ΟΗΕ για τη δολοφονία το 2005 του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, με κατηγορούμενους ερήμην τέσσερα στελέχη της Χεζμπολλάχ. Άλλοι διατύπωσαν την υποψία ότι στον χώρο της έκρηξης φυλασσόταν οπλισμός της οργάνωσης, αφήνοντας έτσι ανοικτό το ενδεχόμενο να υπήρξε πλήγμα του Ισραήλ από αέρος. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ μετά την αρχική ενημέρωση από τους στρατηγούς του έκανε λόγο για “επίθεση“. Συνωμοσιολογικά σενάρια κάθε είδους βρίσκονται ήδη σε κυκλοφορία.
Ωστόσο, η εγκληματική αμέλεια (και μάλιστα στον χώρο του λιμανιού όπου κυριαρχούσε η διαφθορά) είναι η απλούστερη και προφανέστερη εκδοχή – άλλωστε η γεωγραφική και χρονική εγγύτητα με τον εφιάλτη που έζησε η Κύπρος το 2013 στο Μαρί είναι διαφωτιστική.
Ιδιόμορφη δυστοκία
Είναι, άλλωστε, ενδιαφέρον ότι οι κυβερνητικές αρχές του Λιβάνου και πηγές της ίδιας της Χεζμπολλάχ έσπευσαν κατά τα πρώτα 24ωρα να ενισχύσουν το σενάριο του δυστυχήματος. Όμως το αναμενόμενο “διάγγελμα” του ηγέτη της Χεζμπολλάχ, Χασάν Νασράλλα, αναβαλλόταν κάθε μέρα μέχρι χθες που γράφονταν αυτές οι γραμμές, γεγονός που παραπέμπει σε μιαν ιδιόμορφη δυστοκία.
Σε μια συγκυρία κατά την οποία η συμφορά της Τρίτης δυναμώνει ακόμη περισσότερο το σύνθημα “Να φύγουν όλοι” που κυριάρχησε στις διαδηλώσεις του φθινοπώρου, η Χεζμπολλάχ θα είχε κάθε λόγο να αποδώσει την καταστροφή σε κάποιον ιστορικό εξωτερικό αντίπαλο, βγάζοντας τον εαυτό της από το “κάδρο” της κρατικής δυσλειτουργίας. Όμως κάτι τέτοιο θα την αυτοδέσμευε σε αντίποινα τα οποία δεν είναι πλέον σε θέση να υλοποιήσει – λίγες μέρες αφότου οι εντάσεις στα σύνορα με το Ισραήλ είχαν και πάλι ενισχυθεί και η ίδια η ηγεσία της οργάνωσης με δηλώσεις της ανέβαζε τον πήχη της “ανταπόδοσης”, πιστεύοντας ότι έτσι εξασφαλίζει μιαν ισορροπία τρόμου.
Το ότι η επιχειρησιακή της ικανότητα έχει μείνει αλώβητη, μικρή σημασία έχει τώρα, όταν η ίδια η χώρα έχει ρημαχτεί και εξαρτάται από τη διεθνή βοήθεια, με όποιους όρους και αν έρθει αυτή.
Οι διεθνείς όροι
Ήδη το προηγούμενο διάστημα που η προσφυγή στο ΔΝΤ έδειχνε αναπόφευκτη, η Χεζμπολλάχ ως συγκυβερνώσα δύναμη προσπαθούσε να καθυστερήσει τις εξελίξεις, ενώ ο Νασράλλα ρητά προέβαλλε την προοπτική της στροφής προς Ανατολάς, δηλ. προς τη σύμπραξη με την Κίνα και το Ιράν, ως τη λύση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Από την άλλη πλευρά, η Δύση ήταν σαφές ότι επιδίωκε να συνοδεύσει την όποια βοήθεια και με πολιτικούς όρους, στην προοπτική της περιθωριοποίησης και του αφοπλισμού της Χεζμπολλάχ.
Το πρόβλημα της έξωθεν βοήθειας επανατοποθετείται στο δραματικό τοπίο που διαμορφώθηκε την Τρίτη. Και ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, υπήρξε ο πρώτος διεθνής παίκτης ο οποίος δήλωσε “παρών“, επισκεπτόμενος τη Βηρυτό, όπου με τον αέρα της αλλοτινής γαλλικής αποικιακής κυριαρχίας στην περιοχή τόνισε την ανάγκη “μεταρρυθμίσεων“, απηύθυνε έκκληση για τη διαμόρφωση μιας “νέας πολιτικής τάξης” και διαβεβαίωσε ότι η διεθνής αρωγή “δεν θα πάει σε διεφθαρμένα χέρια”. Μόνο που η περιγραφή αυτή δεν αφορά μόνο τους αντιπάλους της Δύσης στον Λίβανο, αλλά και τα παραδοσιακά εγχώρια στηρίγματά της περισσότερο από κάθε άλλον.