Οργή νομικών για έκδοση βουλεύματος που απαλλάσσει Μητροπολίτη από κακούργημα

1534
βουλεύματος

Αντιδράσεις έχει προκαλέσει σε μερίδα του νομικού κόσμου που παρακολουθεί εδώ και χρόνια τα όσα συμβαίνουν σε κεντρική Μητρόπολη της Δυτικής Ελλάδας βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών για υπόθεση υπεξαίρεσης-μαμούθ άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ στη Μητρόπολη και σε Ιερά Μονή που ελέγχεται από αυτή.

Πρόκειται για υπόθεση που είχε απασχολήσει τα ΜΜΕ στο παρελθόν και στην οποία τότε ήταν κατηγορούμενοι σε βαθμό κακουργήματος ο Μητροπολίτης, καθώς και ακόμα επτά άτομα.

Στις 21 Ιανουαρίου 2020, λοιπόν, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών εξέδωσε για την υπόθεση βούλευμα σύμφωνα με το οποίο τόσο ο Μητροπολίτης όσο και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι απαλλάσσονται από τις κατηγορίες όχι γιατί δεν διέπραξαν κάποιο αδίκημα, αλλά γιατί το αδίκημα που φέρεται να διέπραξαν έγινε μετά από επτά έτη πλημμέλημα και ως εκ τούτου πρέπει βάσει νόμου να παύσει η ποινική δίωξη σε βάρος τους.

Το εν λόγω βούλευμα προκάλεσε την άμεση αντίδραση των δικηγόρων που εκπροσωπούν τους μηνυτές, καθώς κάνουν λόγο για λανθασμένη αξιολόγηση της υπόθεσης από τους δικαστές και για απόφαση που ουσιαστικά παραδέχεται πως διαπράχθηκαν αδικήματα χωρίς να «δείχνει» αυτούς που τα διέπραξαν.

Και αυτό γιατί, όπως σημειώνουν, ενώ η εισαγγελέας που χειρίστηκε την υπόθεση με πολυσέλιδη εμπεριστατωμένη πρόταση ζήτησε την παραπομπή των παραπάνω, το Συμβούλιο αντιπαρήλθε τόσο την πρόταση της εισαγγελέως, όσο και την πολυσέλιδη οικονομική έκθεση ελέγχου από ελεγκτές του Υπουργείου Οικονομικών και μετέτρεψε το κακούργημα σε πλημμέλημα.

«Δεν έλαβαν υπόψη τους ούτε την εμπεριστατωμένη πρόταση της εισαγγελέως, ούτε ζήτησαν συμπληρωματική έρευνα με ορισμό πραγματογνώμονα πριν αποφανθούν» αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Μάλιστα κατατέθηκε και σχετική αίτηση τόσο στον εισαγγελέα Εφετών του Εφετείου Δυτικής Ελλάδος, όσο και στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με την οποία ζητείται να επαναξιολογηθεί η υπόθεση και να αναδειχθεί ο ρόλος των κατηγορουμένων.

Οι λόγοι που επικαλούνται οι καταθέσαντες την αίτηση αφορούν κατά κύριο λόγο σε έργο που θα έπρεπε να είχε εκτελεστεί από ιδιωτική εταιρεία σε κατασκήνωση της Μητρόπολης. Εδώ υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με έρευνα που είχε γίνει από ελεγκτές της Διεύθυνσης Έκτακτων και Ειδικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών, είχε διαπιστωθεί πως οι εν λόγω εργασίες δεν έγιναν ποτέ.

Ειδικότερα, όπως αναφερόταν στο σχετικό πόρισμα, για τις εργασίες συνήφθησαν 24 ιδιωτικά συμφωνητικά, ύψους 44.982 ευρώ το καθένα, ήτοι 1.079.568 ευρώ. Οι ελεγκτές διαπίστωσαν πως οι συμβάσεις ανατέθηκαν στην κατασκευαστική εταιρεία «χωρίς εγκεκριμένη μελέτη, χωρίς διαγνωστική διαδικασία, χωρίς εγγυήσεις καλής εκτέλεσης και χωρίς επίβλεψη». Συνεπώς, είχαν επισημάνει οι ελεγκτές, οι συμβάσεις είναι μη σύννομες, οπότε οι αντίστοιχες πληρωμές ύψους 1.079.568 ευρώ συνιστούν έλλειμμα.

Όπως λένε οι δικηγόροι των μηνυτών, για το έργο αυτό το Συμβούλιο αποφάσισε ότι δεν προκύπτει βλάβη στην περιουσία της Ιεράς Μητρόπολης, αφού δεν προκύπτει ότι δεν πραγματοποιήθηκαν τα με 24 συμβάσεις συμφωνηθέντα έργα ή ότι θα ήταν δυνατόν να καταρτιστούν οι εν λόγω συμβάσεις και όχι η εκτέλεση των συμβάσεων για να δικαιολογηθεί η δαπάνη.

Ειδικότερα, στην αίτηση που κατατέθηκε τόσο στον εισαγγελέα Εφετών όσο και στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, οι νομικοί εκπρόσωποι των μηνυτών υποστηρίζουν πως, δεδομένου του γεγονότος ότι ούτε η ιδιωτική εταιρεία που είχε αναλάβει το έργο, ούτε η Μητρόπολη προσκόμισαν σχετικά παραστατικά, θα έπρεπε να διοριστεί πραγματογνώμονας για να αποφανθεί αν υπήρξε τελικά εκτέλεση του έργου.

Παράλληλα προσθέτουν πως, εφόσον δεν υπήρχαν φορολογικά παραστατικά για την εκταμίευση των χρημάτων από τη Μητρόπολη προς την ιδιωτική εταιρεία, θα έπρεπε να κληθεί υπάλληλος της ΔΟΥ προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αποδόθηκαν οι παρακρατημένοι φόροι (ΦΠΑ κ.ά.).

Ειδικότερα υποστηρίζουν πως σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να είχε οριστεί από το δικαστήριο πραγματογνώμονας προκειμένου να διαπιστωθεί:

Α) Αν εκτελέστηκαν τα έργα στην κατασκήνωση.

Β) Αν το κόστος αυτών ανήλθε πράγματι στο ποσό του 1.079.568 ευρώ.

Ενώ αναρωτιούνται:

Γ) Γιατί δεν δόθηκαν τα παραστατικά είσπραξης του εν λόγω ποσού και τα παραστατικά καταβολής του αναλογούντος ΦΠΑ στο Δημόσιο.

Δ) Γιατί δεν ελέγχθηκαν οι τραπεζικοί λογαριασμοί του Μητροπολίτη και των στενών συνεργατών του.

Επιπλέον υπογραμμίζουν πως αποτελεί προσβολή και υποτίμηση της ουσιαστικής και της νομικής κρίσης όλων των παραγόντων που υπηρετούν τη Δικαιοσύνη το δικαστήριο να δέχεται να τελούνται οι αξιόποινες πράξεις που εκθέτει λεπτομερώς η Εισαγγελέας με την πρότασή της από το 2005 μέχρι το 2013 και να αποφαίνεται τελικά το βούλευμα ότι ο συγκεκριμένος Μητροπολίτης επί οκτώ χρόνια δεν είχε δόλο για τις πράξεις που τελούνταν συνεχώς και εξακολουθητικώς, όταν μάλιστα ο ίδιος ενδεικτικά και μόνο, με βάση το μισθωτήριο συμβόλαιο που υπάρχει στη δικογραφία, είχε εκμισθώσει 239 στρέμματα ελαιοδέντρων με δική του υπογραφή αντί 4 ευρώ ετησίως το στρέμμα και χωρίς καμία αύξηση για μία πενταετία.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας