Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και, κυρίως, η συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών συνθέτουν μια νέα πολιτική περίοδο, που από τη μια κυριαρχείται από την απογοήτευση και την ύφεση των κοινωνικών αγώνων, από την άλλη όμως, σε συνδυασμό με τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες εξελίξεις, γεννά τις προϋποθέσεις για ελπιδοφόρες προοπτικές.
Υπ’ αυτή την έννοια, η ενότητα των δυνάμεων της Αριστεράς είναι η αναγκαία συνθήκη για την πολιτική ανατροπή. Είναι αναγκαία και αυτονόητη. Δεν είναι όμως αρκετή. Η ελληνική Αριστερά έχει ανάγκη από ευρύτερες κινήσεις στρατηγικού προσανατολισμού και πολιτικής παρέμβασης. Καθώς συνέρχεται σιγά σιγά από το σοκ της ήττας, χρειάζεται να οριοθετήσει ξανά την πολιτική της ταυτότητα , αυτή τη φορά απαλλαγμένη από τα λάθη του παρελθόντος, αξιοποιώντας παράλληλα την πλούσια εμπειρία της περιόδου και προβάλλοντας έναν σύγχρονο και ριζοσπαστικό λόγο, που δε θα ορίζεται από το πλαίσιο που αποδέχεται το πολιτικό σύστημα. Χωρίς φόβο, χωρίς υποχωρήσεις. Από τη φύση της, η Αριστερά δεν μπορεί να διεκδικεί την εξουσία κρυπτόμενη. Έτσι, λοιπόν, ενότητα – αλλά με περιεχόμενο και αναπροσανατολισμό της στρατηγικής. Πιο συγκεκριμένα:
-
Η άνευ όρων παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε αισθήματα διάψευσης εκτός από την οργανωμένη Αριστερά στην Ελλάδα και την Ευρώπη και στη συλλογική συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων, που είχαν εναποθέσει σ΄ αυτήν τις ελπίδες τους για κατάργηση του μνημονιακού δρόμου. Στον καθημερινό λόγο η απογοήτευση αυτή παίρνει τα χαρακτηριστικά μιας συχνά αντιπολιτικής στάσης και πολιτικής γενίκευσης, που εκφράζεται κωδικοποιημένα σε φράσεις όπως «την είδαμε και την Αριστερά», «τελικά όλοι ίδιοι είναι» κ.ο.κ.
Η πρώτη επομένως κατεύθυνση των αριστερών δυνάμεων, που απαιτεί κόπο, χρόνο και συστηματική δουλειά, είναι να καταδείξουν, από κοινού, ότι πλέον ΣΥΡΙΖΑ και Αριστερά είναι δύο έννοιες αντίθετες και συγκρουσιακές. Να διακηρύξουμε λοιπόν ότι «η Αριστερά είμαστε εμείς», όσοι και όσες δηλαδή, άτομα και οργανώσεις, είτε αποχώρησαν από το ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015 είτε βρισκόταν από πριν εκτός και με συνέπεια υποστήριξαν τη λύση της αξιοπρέπειας απέναντι στο συμβιβασμό. Δρόμος δύσκολος, αλλά και αναγκαίος, σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο.
-
Η ενότητα δεν προϋποθέτει απόλυτη ταύτιση και συμφωνία των αριστερών δυνάμεων στο σύνολο της πολιτικής ατζέντας. Η ιδεολογικό-πολιτική ενοποίηση δεν αποτελεί ζητούμενο του σήμερα. Άλλωστε, ποτέ ως τώρα, η Αριστερά δεν το έχει επιτύχει ή και επιδιώξει. Όμως, η παρατεταμένη «μνημονιοποίηση» της ελληνικής πολιτικής ζωής και η αναζήτηση της εναλλακτικής προοπτικής απαιτούν ενότητα με συγκεκριμένη θέση απέναντι στα διλήμματα της συγκυρίας. Η πολιτική συμφωνία δεν μπορεί να αναζητηθεί έξω από την προοπτική εξόδου από το ασφυκτικό πλαίσιο της Ευρωζώνης και της σύγκρουσης με το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η περίπτωση της ελληνικής κρίσης είναι ολοφάνερη πια: «ευρώ σημαίνει μνημόνια και μνημόνια σημαίνει ευρώ». Καμία αντι-μνημονιακή αλλαγή δεν μπορεί να υπάρξει εντός της Ευρωζώνης και σε καθεστώς εξάρτησης από τις συνθήκες και τη νομοθεσία της Ένωσης.
Η ρήξη από μόνη της, ωστόσο, δεν απαντά σε όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες που θα προκύψουν στην περίοδο που θα ακολουθήσει. Η ενότητα της Αριστεράς χρειάζεται να περνάει από την εμβάθυνση του πολιτικού σχεδίου σε κοινωνικό, οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο. Πώς θα αντιδράσουμε σε πιθανές κυρώσεις από τους δανειστές; Ποιες θα είναι οι διεθνείς συμμαχίες της νέας κυβέρνησης; Πώς θα αντιμετωπίσουμε μια νέα έξαρση του προσφυγικού; Τι κίνδυνοι μπορεί να προκύψουν π.χ. στα ελληνοτουρκικά, μέσα σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον;
Η επεξεργασία του προγράμματος, αν και δεν μπορεί να εξαντληθεί σε συνθήκες εργαστηρίου, είναι αναγκαίο να απαντά στα βασικά πολιτικά ερωτήματα που θα τεθούν από τον κόσμο της εργασίας, που στενάζει μέσα στα μνημόνια. Κυρίως, είναι αναγκαίο να πείθει, γιατί η ζωή του εργαζόμενου θα γίνει καλύτερη εκτός Ευρωζώνης ή και έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Αριστερά έχει σοβαρές πιθανότητες να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, όταν θα δείξει αποφασισμένη στους στόχους, μη φοβική στις επιλογές της και ξεκάθαρη ως προς τις δυσκολίες, που θα προκύψουν από τη σύγκρουση με το Ευρωπαϊκό και ελληνικό κεφάλαιο.
-
Η σύγκρουση με το εγχώριο και ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα προϋποθέτει την αναζήτηση διεθνών συμμαχιών και στήριξης, τόσο πριν όσο και κατά την εξέλιξή της. Κανένας αγώνας του ελληνικού λαού και καμιά κυβέρνηση, που θα αποφασίσει να τα βάλει μ΄ ένα ευρύ φάσμα πανίσχυρων πολιτικών και οικονομικών αντιπάλων, δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας, αν ο αγώνας αυτός δεν διεθνοποιηθεί και δεν ειδωθεί ως τμήμα της ευρύτερης ταξικής πάλης στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στις χώρες του Νότου, για αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Η κινητοποίηση των αριστερών δυνάμεων και της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης στην πραγματικότητα θα αποτελέσουν την ασπίδα στη βέβαιη και αστραπιαία αντίδραση των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών ελίτ και του εγχώριου κατεστημένου απέναντι σ΄ ένα νέο ΟΧΙ του ελληνικού λαού.
Παράλληλα, στην πολύπλοκη συγκυρία των πολιτικών ανακατατάξεων που σαρώνουν την Ευρώπη, η ελληνική Αριστερά χρειάζεται να προβάλει την ριζοσπαστικοποίηση των πολιτικών αιτημάτων στην ατζέντα της ευρωπαϊκής. Ο ευρωπαϊκός συντονισμός και η από κοινού πολιτική εμβάθυνση είναι το κρίσιμο διακύβευμα για τη στήριξη των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς σε κάθε γωνία της ηπείρου.
-
Τέλος, η ενότητα της Αριστεράς θα πρέπει να συγκροτηθεί σε συνάφεια με την οργάνωση των κοινωνικών αντιστάσεων καθώς και με μια νέα αντίληψη για τον σχεδιασμό της πολιτικής παρέμβασης. Πράγματι, είναι εμφανές ότι η περίοδος που ακολούθησε τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ, και συνεχίζεται ως σήμερα, καθορίζεται από την ύφεση των κοινωνικών αγώνων στην Ελλάδα και την ανακοπή της κοινωνικής δυναμικής στην κατεύθυνση της ρήξης με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και την εγχώρια αστική τάξη.
Παρ΄ όλα αυτά, όσο οι βαθύτερες αιτίες της κρίσης παραμένουν υπαρκτές και συντείνουν στη φτώχεια και την εξαθλίωση, ένα τυχαίο ή αναπάντεχο γεγονός μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο κοινωνικό ξέσπασμα. Όμως, μέχρι να συμβεί αυτό, η Αριστερά οφείλει να ενισχύει τις υπάρχουσες αντιστάσεις: δράσεις για τους πλειστηριασμούς, τις απολύσεις, την καταστρατήγηση των εργασιακών σχέσεων, πρωτοβουλίες για την ενίσχυση των δικτύων ανέργων κ.ο.κ., και παράλληλα να προετοιμαστεί για κάθε ενδεχόμενο.
Την ίδια στιγμή, ας συλλογιστούμε όλοι και όλες μαζί, για να ανακαλύψουμε καινούριους και πιο αποτελεσματικούς τρόπους κοινωνικής παρέμβασης, πλάι στα παραδοσιακά εργαλεία άσκησής τους – αξιοποιώντας, από τη μια πλευρά τις δυνατότητες της σύγχρονης τεχνολογίας και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, και, από την άλλη, την ανανέωση του δημόσιου λόγου και στελεχιακού δυναμικού. Η Αριστερά χρειάζεται να απαλλαγεί από όλες τις παθογένειες, που της στερούν τα πλεονεκτήματά της: τον παραγοντισμό, τον διαλυτικό μικροκομματικό ανταγωνισμό, τη γραφειοκρατία. Σε εποχή δυσκολιών αλλά και έντονων διεθνών ανακατατάξεων η ενότητα είναι απαραίτητη αλλά δεν είναι αρκετή. Τα βήματα πρέπει να είναι πολλά και σε πολλαπλές κατευθύνσεις. Να προχωρήσουμε με το μυαλό στη νίκη. Είναι η πιο ρεαλιστική μέθοδος.