Για το νέο Σχέδιο Νόμου που αφορά το σύστημα εξέτασης των υποψήφιων οδηγών

1219
σχέδιο

Το νέο σχέδιο νόμου, που αφορά  τις  δοκιμασίες  προσόντων και
συμπεριφοράς των υποψηφίων οδηγών, αν και χαρακτηρίζεται <<μεταβατικό
>> κινείται στα ίδια πλαίσια του προσχεδίου που είδε το φως της
δημοσιότητας το 2018 και με αυτή την έννοια, δεν έχει να προσθέσει
κάτι νέο και ρηξικέλευθο στον ευαίσθητο τομέα της οδικής ασφάλειας,
αλλά και της ασφάλειας των μεταφορών γενικότερα. Δεν πρόκειται για
αναβάθμιση, και βελτίωση του επιπέδου της οδικής ασφάλειας στην χώρα
μας, ούτε βέβαια γίνεται  γενναίο άνοιγμα στην ελληνική κοινωνία για
την αντιστροφή των παραγόντων που προξενούν τροχαία εγκλήματα, αλλά
για σειρά ρυθμίσεων βελτιωτικού  χαρακτήρα με έμφαση στην ελεγκτική
και εποπτική διαδικασία  Ας δούμε όμως συνοπτικά τα κύρια μέρη του
νέου νομοσχεδίου, για να γίνουμε κοινωνοί των προαναφερομένων.

* Η διενέργεια της εξεταστικής διαδικασίας, διενεργείται σε δυο (2)
στάδια  ειδικές δοκιμασίες  και πρακτική εξέταση με πολλά όμως
ενδογενή προβλήματα στο σκέλος των  ειδικών δοκιμασιών. Η μη
<<παρουσία  εκπαιδευτή >>  επί του εκπαιδευτικού οχήματος  στο στάδιο
των  ειδικών δοκιμασιών εγκυμονεί κινδύνους για τους υποψηφίους και
ίσως για τους παριστάμενους  στον χώρο των  ειδικών δοκιμασιών, από
την στιγμή που δεν υπάρχουν ασφαλείς και κατάλληλα διαμορφωμένοι
χώροι, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι οι υποψήφιοι
προσέρχονται στο χώρο της εξέτασης, αφού προηγουμένως είναι κάτοχοι
ειδικής ασφαλιστικής κάλυψης, για τυχόν βλάβες και φθορές που μπορεί
να προξενηθούν κατά το στάδιο των ειδικών δοκιμασιών, ενώ επωμίζονται
σε καιρούς κρίσης ένα επιπλέον οικονομικό κόστος προκειμένου να
αποκτήσουν άδεια οδήγησης.

* Το στάδιο της θεωρητικής εξέτασης, αλλά και της επιμόρφωσης  δεν
αναβαθμίζεται, όταν είναι γνωστό ότι η πλειοψηφία των οδηγών και των
πεζών παραβιάζει συστηματικά και σε καθημερινό επίπεδο τον κώδικα
οδικής κυκλοφορίας, και τους φωτεινούς σηματοδότες.

* Η διασφάλιση του αδιάβλητου της όλης διαδικασίας, εντάσσεται ( αν
και σε προσωρινό επίπεδο) μέσα σε ένα ασφυκτικό ελεγκτικό  και
εποπτικό πλαίσιο με όχημα την νέα τεχνολογία, με <<αμφίβολα κοινωνικά
αποτελέσματα>> ως προς την αντιστροφή των χρόνιων παθογενειών και
στρεβλώσεων.

*Το κέντρο ελέγχου του Υ Π Ο Μ Ε Δ Ι  όπως προσδιορίζεται στο νέο
σχέδιο νόμου  παραμένει ένα  επιτελικό  θεσμικό όργανο  ενώ θα
μπορούσε με κατάλληλες νομοθετικές αρμοδιότητες να παίξει ένα ριζικά
διαφορετικό ρόλο, τόσο ως προς την <<κατάργηση>.> των πολλαπλών
ελεγκτικών και εποπτικών, διαδικασιών, όσο και  ως προς την συνολική
αναβάθμιση της όλης διαδικασίας

* Η αξιολόγηση  εξεταστών και εκπαιδευτών παραμένει μια <<κλειστή>>
εσωτερική υπόθεση του τμήματος αδειών οδήγησης και επιμόρφωσης του Υ Π
Ο Μ Ε Δ Ι   γεγονός  που δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά?????  είναι
απορίας άξιο γιατί δεν προτείνεται  << ανεξάρτητος ειδικός
μηχανισμός.>>

* Προτείνεται η δημιουργία ενός σώματος εξεταστών, με κύριο και
αποκλειστικό έργο τις εξετάσεις, χωρίς προηγουμένως να έχει μελετηθεί
σε βάθος η θεσμική του υπόσταση. <<Χαρακτηριστικό παράδειγμα  οι
ελάχιστες απαιτήσεις  που να έχουν   τα φυσικά πρόσωπα  για να
στελεχώσουν το σώμα εξεταστών. (Π.Δ. 51/2012 Α — 101)

* Οι εξεταστές χωρίζονται σε δυο (2) κατηγορίες ( τακτικοί,
αναπληρωματικοί)  ανά ημερολογιακό έτος με εμφανή σημάδια δυισμού, ενώ
τα κριτήρια επιλογής των εξεταστών, από ότι φαίνεται δεν έχουν σχέση
με την ικανότητα των εξεταστών, αλλά με <<κλαδικές και συντεχνιακές
αντιλήψεις>> που δεν δημιουργούν συνθήκες ισονομίας ή κάτι νέο και
ρηξικέλευθο, με βάση την διεθνή εμπειρία αλλά την επιστημονική
βιβλιογραφία. Π.Χ. με ποία αντικειμενικά κριτήρια??  σταθμίζεται ότι
το έργο των εξετάσεων πρέπει να διεξάγεται  από ένα (1) εξεταστή και
όχι από δυο (2) εξεταστές  με τα ίδια τυπικά και ουσιαστικά προσόντα,
όταν είναι γνωστό  ότι παρουσία ενός και μόνο εξεταστή ενισχύει το
υποκειμενικό κριτήριο κατά την διάρκεια διεξαγωγής του έργου των
εξετάσεων.

* Η έλλειψη σχολών οδήγησης, στις νησιωτικές περιοχές <<ακυρώνει>>
στην πράξη το μέτρο της εναλλαγής των εκπαιδευτών κατά την ώρα της
εξέτασης.

* Στα θετικά προσμετράται το γεγονός ότι οι εξεταστές πρέπει να  είναι
κάτοχοι άδειας οδήγησης του οχήματος η του δικύκλου που εξετάζουν. Στα
αρνητικά  όμως προσμετράται η έλλειψη ενός ουσιαστικού και
ολοκληρωμένου προσοντολογίου  για την ικανότητα των εξεταστών που δεν
θα περιορίζεται απλά στην κατοχή μιας άδειας οδήγησης.

*  Ο θεσμός της συνοδευόμενος οδήγησης για τους ανήλικους υποψηφίους,
με την τραγική κατάσταση που επικρατεί στο οδικό δίκτυο της χώρας, και
με την ανύπαρκτη κυκλοφοριακή αγωγή και συμπεριφορά, που δεν υπάρχει
θα θέσει σε  κίνδυνο την σωματική ακεραιότητα νέων ανθρώπων, και
ενηλίκων, με τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό κόστος και όχι μόνο,
όταν είναι γνωστό ότι στην χώρα μας  το επίπεδο της οδικής ασφάλειας
αλλά της ασφάλειας των μεταφορών γενικότερα είναι από τα πιο χαμηλά σε
σχέση με άλλες χώρες.

* Για την κατηγορία των οδηγών που συμπληρώνουν το 74 έτος της ηλικίας
τους, και που με το δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε
προβλέπεται να έχει μια  συνεχώς αυξανόμενη τάση, θα πρέπει να υπάρξει
ένα πλήρες θεσμικό πλαίσιο με ευθύνη του Υ Π Ο Μ Ε Δ Ι  που δεν θα
στοχεύει μόνο στην διαπίστωση των ενεργών αντανακλαστικών που
διαθέτουν προκειμένου να οδηγούν με ασφάλεια στο οδικό  δίκτυο της
χώρας, αλλά θα είναι συνυφασμένο με την συνεχή επιμόρφωση και
κατάρτισή τους, ώστε να προσαρμόζονται με όσο το δυνατόν καλύτερο
τρόπο στις νέες κυκλοφοριακές συνθήκες που υπάρχουν στο οδικό δίκτυο.
Στην παρούσα μεταβατική φάση, του νομοσχεδίου,  η παραπάνω κατηγορία
των οδηγών, αντιμετωπίζεται με μια ταμειακή λογική,( εκ νέου θεωρητική
και πρακτική εξέταση, και επιπλέον οικονομικό κόστος σε καιρούς
ένδειας) όταν είναι γνωστό ότι έχει την ικανότητα οδήγησης.

* Η κατηγοριοποίηση των παραβάσεων, όχι μόνο δεν συνάδει με την
προαγωγή του επιπέδου της οδικής ασφάλειας αλλά  αντίθετα δημιουργεί
αρνητικά αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα. Η εμπλοκή  οιοδήποτε
φυσικού προσώπου που δεν συνάδει με την διασφάλιση του αδιάβλητου των
όλων διαδικασιών, πρέπει να επισύρει την αυτόματη απομάκρυνση από το
θεωρητικό και πρακτικό έργο της εξέτασης, την αφαίρεση της άδειας
λειτουργίας της σχολής οδηγών, αλλά και την στέρηση της αδείας
ικανότητας οδήγησης για τους υποψηφίους.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το νέο σχέδιο νόμου αν και κινείται σε
ένα μεταβατικό στάδιο, δεν έχει να προσθέσει νέα και καινοτόμα
πράγματα στον ευαίσθητο τομέα της οδικής ασφάλειας, αλλά και της
ασφάλειας των μεταφορών γενικότερα, ίσως να μην έχει γίνει αντιληπτό
ακόμα  από μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και από την
πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου  ότι στις νέες σύγχρονες
συνθήκες που ζούμε η κινητικότητα αποκτά ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα
κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Μεταβατικές λοιπόν
ρυθμίσεις που δεν συνοδεύονται από μια σαφή και ξεκάθαρη στρατηγική
είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να αποδώσουν τα αναμενόμενα. Ημερίδες,
συνέδρια, φιλότιμες προσπάθειες ενώσεων εκπαιδευτών, προτάσεις και
ιδέες επιστημονικών φορέων και συλλόγων , αλλά των αρμόδιων θεσμικών
οργάνων της πολιτείας είναι γνωστές εδώ και χρόνια. Το ζητούμενο είναι
να γίνουν και κτήμα της ελληνικής κοινωνίας ώστε να περιοριστούν στο
χαμηλότερο δυνατό σημείο τα τροχαία εγκλήματα στην χώρα μας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας