Βιβλιοκριτική: Το «Μπιλιάρδο στις εννιάμισι» του Γερμανού συγγραφέα Χάινριχ Μπελ

2651
μπιλιάρδο

Τελευταία εκδόθηκε από τις καλές εκδόσεις «Πόλις» το «Μπιλιάρδο στις εννιάμισι» (2018) του μεγάλου Γερμανού συγγραφέα Χάινριχ Μπελ («Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ», «Ομαδικό πορτρέτο με μία κυρία»). Έκδοση μάλλον καθυστερημένη παρά την σημαντική αξία του έργου, που είχε γραφεί και εκδοθεί στην χώρα του το 1959. Η εξαιρετική μετάφραση, οι σημειώσεις και τμήμα του προσεγμένου Επιμέτρου είναι της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου.

Ο συγγραφέας επικεντρώνεται στην ιστορία μίας οικογένειας αρχιτεκτόνων των Φαίμελ, παππού, πατέρα και γιου, που έζησαν στην Ρηνανία, αν και το βιβλίο διαδραματίζεται σε μία μέρα της ζωής τους, που συμπίπτει με τα ογδοηκοστά γενέθλια του γενάρχη, τον Σεπτέμβριο του 1958. Εντούτοις περιδιαβάζει σε όλη την ιστορία της Γερμανίας του 20ου αιώνα αναφερόμενο, μέσα από τις διάσπαρτες αναμνήσεις των ηρώων, στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και την ευθύνη των Γερμανών γι αυτόν λόγω του εθνικισμού τους, στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης και την υπαιτιότητα του Χίντεμπουργκ για την άνοδο του Χίτλερ, την ανάπτυξη του Ναζισμού, που παρουσιάζεται στην καθημερινή ζωή , στα σχολεία και στις επιθετικές δράσεις κυρίως στις φτωχογειτονιές και στα ανυπεράσπιστα θύματα, και τέλος στην μεταπολεμική ανάπτυξη της χώρας με την ανοικοδόμηση, τον πλούτο, αλλά και τις ίδιες δυνάμεις στην εξουσία, που ανένηψαν μετά τον πόλεμο λόγω της πολιτικής της συμφιλίωσης και της λήθης.

Το βιβλίο είναι δύσκολο, με ελλειπτικό λόγο, χωρίς γραμμική αφήγηση, με πλοκή που συνεχώς διασπάται. Αλλά ο σύνθετος λόγος του συγγραφέα, η φιλοσοφημένη σκέψη του, ο διάχυτος ανθρωπισμός, η ευθύβολη ειρωνεία και κοινωνική κριτική, το αντιναζιστικό περιεχόμενο αποζημιώνουν και τον πιο δύσπιστο αναγνώστη. Οι Φαίμελ είναι η ίδια η Γερμανία, που χτίζεται από τον αρχιτέκτονα παππού, τον Χάινριχ, στα νιάτα του, ανατινάζεται στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από τον γιο, τον Ρόμπερτ, που έχει πάθος με την στατιστική και τις ανατινάξεις και ανοικοδομείται από τον εγγονό, τον Γιόζεφ, που προσπαθεί να συνεχίσει το έργο του παππού του.

Στην αφήγηση προστίθενται και άλλοι ήρωες, όπως η γιαγιά, με ανθρωπισμό και συμπόνια για τον συνάνθρωπο, που δρα ως καταλύτης στο τέλος πυροβολώντας τους πρώην ναζί οικονομικά ανερχόμενους και στην νέα γερμανική κοινωνική ζωή. Η αιτία της πράξης της είναι η εκδίκηση για τα αθώα θύματα του Ναζισμού, τους “αμνούς”, αλλά και η διαφύλαξη των εγγονών της από μελλοντικές συνέπειες. Σημαντικός είναι και ο ρόλος του Σρέλλα, φίλου του Ρόμπερτ και συνοδοιπόρου του σε αντιστασιακές πράξεις στα λυκειακά τους χρόνια, όταν γινόταν στόχος και θύμα των τραμπούκων συμμαθητών του.

Λιγότερο εμφανίζονται στην μυθιστορηματική πλοκή η Έντιτ, η γλυκιά γυναίκα του Ρόμπερτ, που πεθαίνει στον πόλεμο, ο νεαρός Ούγκο, σερβιτόρος του ξενοδοχείου, όπου καθημερινά παίζει ο μηχανικός μπιλιάρδο, που είναι ο ακροατής της ζωής του ήρωα και που τελικά υιοθετείται από αυτόν και η Μαριάνε, η μνηστή του Γιόζεφ, που κι αυτή έχει την δραματική της ιστορία, απόρροια των χρόνων του πολέμου.

Ο στόχος του Μπελ είναι ευδιάκριτος στο σημαντικό αυτό βιβλίο. Καλεί τους συμπατριώτες του (και σήμερα όχι μόνον αυτούς) να θυμηθούν την άνοδο του Ναζισμού, να ερευνήσουν μάλιστα τις βαθύτερες ρίζες του στην ανάπτυξη του γερμανικού εθνικισμού, για αυτό και αναφέρεται συνεχώς στον μεγάλο βούβαλο, τον Χίντεμπουργκ και σε όσους ορκίστηκαν τον «όρκο των βουβάλων». Τονίζει την μετάλλαξη της γερμανικής κοινωνίας με την ταχεία ανοικοδόμηση και τον πλούτο, που πάλι νέμονται οι πρώην ναζί, που κατέχουν την οικονομική εξουσία λόγω της πολιτικής της συμφιλίωσης.

Καυτηριάζει όσους κάποτε αντιστάθηκαν, αλλά ενσωματώθηκαν μετά την απελευθέρωση, κατηγορεί τα πολιτικά κόμματα συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης ότι αδυνατούν να αποδώσουν ευθύνες, δεν αφήνει στο απυρόβλητο την καθολική Εκκλησία, που δεν ύψωσε τείχη ενάντια στον Ναζισμό, ισοπεδώνει τους πολεμοκάπηλους που ώθησαν ολόκληρες γενιές των αποφοίτων 1905-1908, 1935-37 και 1941-42 στο Βερντέν ή στους ναζιστικούς πολέμους, με συνέπεια τον αποδεκατισμό των μισών από αυτούς τους μορφωμένους και καλά εκπαιδευμένους νέους.

Σε δεύτερο επίπεδο καταθέτει τις απόψεις του για την Τέχνη, την καλλιτεχνική δημιουργία, την παράδοση χρόνων που εξαφανίζεται ή γίνεται θύμα της εμπορευματοποίησης.

Ο Χάινριχ Μπελ παρουσιάζεται και πάλι με ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, με αριστοτεχνική σύνθεση και κυρίως με έμφαση στην περίοδο του Ναζισμού και στην επιβίωσή του στην μεταπολεμική εποχή, που λόγω της πολιτικής της «λήθης», παραβλέπεται, δεν τιμωρείται και κατακυριεύει την γερμανική κοινωνία. Ένα επίκαιρο μυθιστόρημα που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σε όλες τις ευημερούσες ευρωπαϊκές κοινωνίες, που αναρωτιούνται για την άνοδο του Φασισμού.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας