Περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες πολίτες παραδέχονται ότι καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια στο σπίτι τους από αυτήν που έχουν πραγματικά ανάγκη, λόγω του σημερινού υψηλού κόστους. Μόλις 2 στους 10 δηλώνουν ότι καταφέρνουν να αποπληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος εγκαίρως χωρίς δυσκολίες -παρά τις επιδοτήσεις-, ενώ οι μισοί αποδεικνύονται συνεπείς μεν, αλλά «με ορισμένες δυσκολίες» δε. Το 83% δηλώνει ότι οι συνέπειες της αύξησης των τιμών ενέργειας έχουν σχετικά ή πολύ μεγάλο αντίκτυπο στην προσωπική του ζωή, ενώ το 71% εκτιμά ότι η ενεργειακή κρίση επηρεάζει -αρνητικά- την προσπάθεια για την πράσινη μετάβαση. Αυτά είναι μερικά από τα συμπεράσματα πανελλαδικής δημοσκόπησης για την κλιματική αλλαγή και την ενεργειακή κρίση, που εκπονήθηκε από το ΕΜΠ σε συνεργασία με την Prorata και παρουσιάστηκε από τον επιστημονικό υπεύθυνο -και αναπληρωτή καθηγητή του ΕΜΠ- Χάρη Δούκα, στο πλαίσιο συνεδρίου που διοργάνωσαν η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) και το Εργαστήριο Συστημάτων Αποφάσεων και Διοίκησης του ΕΜΠ.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης, ο κ. Δούκας δήλωσε στη «Ν» πως «το βασικό συμπέρασμα είναι ότι το παλιό υπόδειγμα “ενεργοβόρας” ανάπτυξης με βάση τα ορυκτά καύσιμα είναι βαθιά εδραιωμένο και ότι η πλειονότητα των ερωτώμενων “βλέπει” την ενεργειακή κρίση μόνο υπό το πρίσμα του οικονομικού της αντίκτυπου και όχι σαν καταλύτη για ένα διαφορετικό μοντέλο ζωής που να προάγει την εξοικονόμηση ενέργειας. Το 71% συμφωνεί με την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στη χώρα, αλλά μόνο το 16% θεωρεί ότι η Ελλάδα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην αιολική ενέργεια, κάτι που είναι ενδεικτικό της νοοτροπίας “Όχι στην αυλή μου”».
Από τη δημοσκόπηση προέκυψε επίσης ότι πάνω από ένα στα δύο νοικοκυριά, το 56% για την ακρίβεια, έχει προχωρήσει σε περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας, δηλώνοντας πως η ενέργεια που καταναλώνει στο σπίτι είναι λιγότερη από αυτή που χρειάζεται για να διατηρείται μία άνετη για το σώμα θερμοκρασία. Το 47% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι μείωσε την κατανάλωση ενέργειας εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους.
Οι υπαίτιοι
Αναφορικά με τους υπαίτιους για τις αυξήσεις των τιμών, το 29% των ερωτηθέντων υποδεικνύει τη Ρωσία, το 25% την ελληνική κυβέρνηση, ενώ στην τρίτη θέση με 20% «ισοβαθμούν» η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ιδιωτικές εταιρείες/προμηθευτές ενέργειας.
Τέλος, ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι εμφανίζονται οι Έλληνες ως προς τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Πάνω από οκτώ στους δέκα αξιολογούν ως σημαντικό και πάρα πολύ σημαντικό το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Το 78% δήλωσε ότι ανησυχεί για την αύξηση των καταστροφών από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ενώ πάνω από 7 στους 10 θεωρούν ότι πυρκαγιές, πλημμύρες και ακραία καιρικά φαινόμενα οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην κλιματική αλλαγή.
Μερίδιο ευθύνης για την κλιματική κρίση, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, έχουν οι εθνικές κυβερνήσεις, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, η Ε.Ε., αλλά και οι πολίτες ατομικά.
Αν και τα νοικοκυριά πιστεύουν στις ΑΠΕ και εμφανίζονται ιδιαίτερα ενημερωμένα για την αιολική και ακόμα περισσότερο για τη φωτοβολταϊκή ηλιακή ενέργεια, εντούτοις το 53% δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να επενδύσει σε φιλικές προς το περιβάλλον πηγές ενέργειας στο σπίτι του. Ως κύριο λόγο η πλειονότητα (το 63%) αναφέρει το υψηλό κόστος του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων. Το υψηλό κόστος εξάλλου αναδεικνύεται ως βασικότερος αποτρεπτικός παράγοντας για την επέκταση των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, με την απουσία δημόσιων υποδομών φόρτισης στη δεύτερη θέση. Το 48% των ερωτώμενων δηλώνει ότι η πτώση της τιμής του εξοπλισμού ή των έργων θα τους ενθάρρυνε να επενδύσουν σε ΑΠΕ, ενώ το 38% ζητά αύξηση της χρηματοδοτικής στήριξης (φοροαπαλλαγές, χαμηλότοκα δάνεια κ.λπ.).
Εντύπωση προκαλεί τέλος ότι στην ερώτηση «με ποιες πρακτικές μπορούν οι επιχειρήσεις να συμβάλλουν στην ανάσχεση των αρνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής;», το 73% απαντά αναμενόμενα μέσα από την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών τους από ΑΠΕ (κάτι που φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών από την Πολιτεία προς την κατεύθυνση αυτή), αλλά μόλις το 31% αναφέρει την προώθηση δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας, σε μια ακόμα ένδειξη ότι η εξοικονόμηση δεν έχει ακόμα «ριζωθεί» στην κουλτούρα των Ελλήνων.