Συμπληρώνονται σήμερα 13 Δεκεμβρίου 2018, 75 έτη από την ημέρα που οι δυνάμεις της Βέρμαχτ δολοφόνησαν με πολυβόλα στη Λάκκα του Καπή όλους τους άνδρες των Καλαβρύτων, ισοπεδώνοντας την ιστορική αυτή πόλη της ορεινής Πελοποννήσου. Η σφαγή ήταν αποκορύφωμα από εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του γερμανικού στρατού στην περιοχή, που κράτησαν σχεδόν δύο εβδομάδες με ανδροκτονία και καταστροφές σε όλη την επαρχία Καλαβρύτων, στη διάρκεια των οποίων ο Γερμανικός στρατός λεηλάτησε και όλο σχεδόν το ζωικό κεφάλαιο της περιοχής, κατέσχεσε τα γεννήματα, κατέστρεψε την οικιστική υποδομή.
Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής στις 13 Δεκέμβρη του 1943, κατέβασαν βίαια τους διακόπτες προσδοκίας επιβίωσης για μια από τις πιο ιστορικές επαρχίες της Χώρας.
Κανονικά, σήμερα θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί η συζήτηση του πορίσματος της Διακομματικής Επιτροπής, και ο Πρωθυπουργός με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να ανακοινώνουν τα μέτρα που θα λάβει η Ελληνική Κυβέρνηση, για να διεκδικήσει την επανόρθωση από την καταστροφή της Πατρίδας μας κατά την Κατοχή.
Αντί γι’ αυτό, 75 χρόνια μετά οι λιγοστοί επιζήσαντες και οι απόγονοι των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, αισθάνονται ακόμη το άγος από την αγδίκιωτη σφαγή, και ακόμη στα Καλάβρυτα, αλλά και σε όλες τις άλλες περιοχές, που πότισαν με το αίμα των κατοίκων τους το θυσιαστήριο της Λευτεριάς, τριγυρνούν σαν αδικαίωτες Ερινύες οι ψυχές των αδικοσκοτωμένων.
Μια επανόρθωση που ποτέ δεν έγινε, διότι ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα επέλεξε αντί της επανόρθωσης και της αυτόνομης πορείας της Χώρας την εξάρτηση από το ΝΑΤΟ, τη σύνδεση με την τότε ΕΟΚ, και σήμερα Ε.Ε. και την πρόσδεση της Χώρας στο ισχνό μερίδιο, αν και όποτε περίσσευε κανένα ξεροκόμματο από τη μερίδα του λέοντος της δυτικοευρωπαϊκής ανάπτυξης. Μια πορεία τόσων ετών που έφερε την τεράστια υποχώρηση που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Και σήμερα όμως η τακτική αυτή συνεχίζεται.
Γιατί σήμερα τα όνειρα δεν μπορούν να λάβουν εκδίκηση. Οι μανδαρίνοι του Ελληνικού Πολιτικού Συστήματος, συνωθούνται και συνωστίζονται όταν τιμάμε τα 68, ή τα 72 χρόνια από τις σφαγές. Απουσιάζουν συστηματικά από τα Ιωβηλαία των 70 ή των 75 ετών. Γιατί τότε κάτι πρέπει να πουν και δεν θέλουν. Δεν έχουν την πολιτική βούληση, ούτε το σθένος να ζητήσουν τα αυτονόητα δίκαια της μικρής Πατρίδας με το μεγάλο Λαό και την τεράστια Ιστορία. Γιατί η πολιτική τους επιβίωση εξαρτάται από την ευαρέσκεια της Γερμανικής Ελίτ και τη σύνδεση με το Ευρωατλαντικό οικοδόμημα.
Και οι Γερμανικές Ελίτ μπορεί να λειτουργούν σήμερα σε ένα κοινοβουλευτικό πολίτευμα, το οικονομικό τους πρόγραμμα όμως, ελάχιστα παραλλάσσει από τις οικονομικές και γεωπολιτικές επιδιώξεις που εξέφραζαν, είτε την εποχή του Βιλελμίνιου ιμπεριαλισμού, είτε κατά την εποχή του ναζισμού. Γιατί οι οικονομικές τους στρατηγικές, και τα συμφέροντά τους δεν αλλάζουν.
Σήμερα, λοιπόν, αντί να βρισκόμαστε σε συναγερμό, καθοδηγούμενοι από το ορόσημο της σφαγής, θα δούμε την κυβέρνηση, να δίνει το φιλοδώρημα του κοινωνικού μερίσματος σε κατεστραμμένους ανθρώπους, με αυθαίρετα κριτήρια, εξαιρώντας με άδικο τρόπο πάρα πολλούς. Το μίσος των χιλιάδων προδομένων, δεν κατασιγάζεται από την επιδοματική πολιτική. Τροφοδοτείται. Η μεγαλύτερη πλειοψηφία του Λαού μας, ποτέ δεν θα είχαν καταστραφεί αν δεν είχε επιβληθεί ο μνημονιακός μαλθουσιανισμός της λιτότητας. Ο Λαός θέλει εργασία και δίκαιη αμοιβή, όχι προνοιακά επιδόματα.
Και εδώ είναι ένα σημείο στροφής, πριν από μερικά χρόνια, η εξέγερση των αγανακτισμένων της Ισπανίας, έδωσε έμπνευση και γέμισε τις πλατείες της οργής. Δυστυχώς, αυτό το κίνημα προδόθηκε με τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, η Ευρώπη ξανά συγκλονίζεται από το γαλλικό κίνημα των κίτρινων γιλέκων, που μπορεί και πρέπει να επεκταθεί στην Ελλάδα.
Το αίτημα είναι και παραμένει η αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια που εξασφαλίζει το δικαίωμα στην εργασία και την δίκαιη αμοιβή της.
Χρειάζεται, επομένως, ριζοσπαστική αλλαγή υποδείγματος και όχι μεταρρυθμιστικός εφησυχασμός αλλαγής αφηγήματος.
Και μέσα στο ευρύτερο πρόγραμμα για μία ανθρώπινη, δημοκρατική, ανεξάρτητη Ελλάδα, κορυφαία θέση έχει το ζήτημα της επανόρθωσης ως κορυφαίο θέμα απόδοσης ιστορικής δικαιοσύνης.
Δειλά, στις δημοσκοπήσεις αρχίζει και αποτυπώνεται μια δυναμική, όπου ο Ελληνικός Λαός, αρχίζει και αποκρυσταλλώνει μια προτίμηση στις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς και στο μέτωπο της Λαϊκής Ενότητας.
Δεν είναι μόνο ότι αναγνωρίζει τις δυνάμεις που στέκονται πλάι του στις κινητοποιήσεις, για τη μη αποκοπή ρεύματος, για την ακύρωση των πλειστηριασμών, για την προστασία του περιβάλλοντος, για τα δικαιώματα, τον αντιφασισμό, την αντίθεση στην υπαγορευμένη από το ευρωατλαντικό σύστημα συμφωνία των Πρεσπών, την προστασία της Δημόσιας Περιουσίας. Δεν είναι ούτε η συστηματική προσπάθεια ποινικής δίωξης και αστυνομικής καταστολής, με αστήρικτες και κατασκευασμένες κατηγορίες από την κρατική ασφάλεια, ενάντια στον Παναγιώτη Λαφαζάνη, σε στελέχη της Λαϊκής Ενότητας και σε συμμάχους της.
Είναι η αναγκαιότητα να υπάρχει ένας αντιπολιτευτικός λόγος, που είναι ο λόγος που φοβάται το πολιτικό σύστημα, ο λόγος που πρέπει να αποτυπωθεί στην Αναθεωρητική Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές, ώστε να αποτραπεί η συνταγματοποίηση του Μνημονίου και της Επιτροπείας.