Για να μην χαθεί οριστικά και η Κύπρος

1915
σύμμαχοι

Κορυφώνονται στη Γενεύη οι συνομιλίες μέσω εκβιασμών, για άμεση επίλυση του Κυπριακού  
Κατά τις συνομιλίες του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί στο ελβετικό θέρετρο, αποφασίστηκε διακοπή των συνομιλιών για μια εβδομάδα και συνέχιση της συζήτησης για το εδαφικό στις 20 Νοεμβρίου στη Γενεύη. Στόχος είναι στη Γενεύη να ολοκληρωθούν οι συνομιλίες και να υπάρξει συμφωνία.
Στην τελική φάση για το Κυπριακό, δεν σημειώθηκε σημαντική πρόοδος στις συνομιλίες επί των ουσιαστικών θεμάτων, που είχαν στο Μοντ Πελεράν της Ελβετίας, ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Ν. Αναστασιάδης με τον τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί, υπό την αιγίδα του Γ.Γ.του ΟΗΕ Μπα Κι Μουν. Συζητήθηκαν εκκρεμότητες από τα κεφάλαια, περιουσιακό, διακυβέρνηση, Ε.Ε. και οικονομία, που είναι αλληλένδετες με το εδαφικό και το θέμα της επιστροφής των εκτοπισμένων. Η αμερικανοβρετανική διπλωματία, ασκεί ισχυρές πιέσεις και στις δυο πλευρές, για άμεση λύση, του πολιτικού προβλήματος της Κύπρου, ακόμη και μέχρι το τέλος του 2016. Όμως, η εκλογή του Ντ. Τράμπ στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ, πιθανόν, να δημιουργήσει νέα δεδομένα και προτεραιότητες στην αμερικανική διπλωματία , που θα επηρεάσουν και μάλλον θα επιβραδύνουν την πορεία επίλυσης του Κυπριακού.
Πάντως, οι δύο Κύπριοι πολιτικοί ηγέτες, στις συνομιλίες στο Μοντ Πελεράν δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν, σε βασικά ζητήματα, όπως, στο εδαφικό, στο πολιτειακό και στις εγγυήσεις ασφάλειας.
Το επίμονο αίτημα για επιστροφή της Μόρφου και της Αμμοχώστου, καθώς και της επιστροφής αριθμού εκτοπισμένων, προσέκρουσε στην άρνηση της Τουρκίας, αφού ζητούσε εξωφρενικά ανταλλάγματα. Επίσης στην πολιτειακή δομή του νέου κράτους, διαπιστώθηκαν αποκλίνουσες απόψεις. Η Άγκυρα επιμένει στη συγκρότηση μιας συνομοσπονδίας δυο ισότιμων κρατών, του Ελληνοκυπριακού και του τουρκοκυπριακού (διζωνική- δικοινοτική ομοσπονδία), με πολιτική ισότητα στη βάση συσχετισμών, με εναλλασσόμενη Προεδρία (Θητεία 2,5 χρόνια για τον ελληνοκύπριο Πρόεδρο και άλλα τόσα για τον τουρκοκύπριο) και φυσικά με την παραμονή των εποίκων και των κατοχικών δυνάμεων, που είναι παραλλαγή επί τα χείρω του σχεδίου Ανάν. Ασφαλώς, πρόκειται για τη χειρότερη μορφή διχοτομικής λύσης, διότι ανοίγει διάπλατα το δρόμο για την γεωπολιτική και στρατιωτική ομηρεία της Κύπρου στην Τουρκία. Επιπλέον , η Άγκυρα ασκεί πιέσεις, μέσω του Ακιντζι , ώστε να εκβιάσει με μια «πενταμερή» συνδιάσκεψη και με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων (Βρετανία, Ελλάδα, Τουρκία, τουρκοκυπριακή και ελληνοκυπριακή κοινότητα), εφόσον και οι συνομιλίες στη Γενεύη οδηγηθούν σε αδιέξοδο. Αποδοχή αυτής της πρότασης (πενταμερής ή διεθνής συνδιάσκεψη με την ισότιμη συμμετοχή του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους), θα είναι προφανώς ολέθρια για τον Ελληνισμό, αφού θα καταργούσε de facto, την Κυπριακή Δημοκρατία.
Ωστόσο, το μεγάλο «αγκάθι» των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού , είναι το θέμα των εγγυήσεων ασφάλειας και της παρουσίας στο Νησί των κατοχικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Η Τουρκία δεν πρόκειται να υποχωρήσει στο θέμα των εγγυήσεων και δεν πρόκειται να φύγει ούτε ένας τούρκος στρατιώτης από την Κύπρο, δήλωσε ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου και επικαλέστηκε την κρίση στη Συρία η οποία είναι πολύ κοντά στην Κύπρο και αποτελεί απειλή και για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων. Μιλώντας στην τουρκική Εθνοσυνέλευση το Μ. Τσαβούσογλου είπε: «Μεταξύ της Κύπρου και της Συρίας υπάρχουν πολεμικά πλοία από κάθε χώρα. Στη Συρία είναι η Ρωσία, είναι η Αμερική, είναι το Ιράν, είναι η Χιζμπουλάχ, είναι οι Σιίτες, το ΡΚΚ, το YPG, ο ISIS, η Ελ Νούσρα και υπάρχει και ο κίνδυνος από την ροή προσφύγων. Ποιος θα προστατεύσει τον τουρκοκυπριακό λαό απέναντι από αυτού του είδους τις απειλές, αν όχι ο τουρκικός στρατός;». Τα ίδια υποστήριξε και ο Μ. Ακιντζί στην Ελβετία, στις συνομιλίες του με τον πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη και τους διαπραγματευτές του ΟΗΕ. Πρόκειται για ένα ακόμη διπλωματικό ελιγμό της Άγκυρας, προκειμένου να διατηρηθούν στο Νησί τα τουρκικά στρατεύματα.
Η Ελλάδα, ακόμη και η σημερινή Κυβέρνηση της μεταλλαγμένης αριστεράς, θα πρέπει να έχει ήδη διαμηνύσει προς κάθε κατεύθυνση ότι, δεν αποδέχεται και ουδέποτε πρόκειται να αποδεχθεί τις συνέπειες της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής. Ο Πρωθυπουργός Α. Τσίπρας και οι συναρμόδιοι Υπουργοί Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας, πρέπει ΤΩΡΑ, να καταστήσουν σαφές ότι αναπόσπαστο μέρος της λύσης του Κυπριακού αποτελούν, η επιστροφή των εκτοπισμένων στις εστίες τους, η αποχώρηση των τούρκων εποίκων, η κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων, η αποχώρηση όλων των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και η λογοδοσία της Τουρκίας στο Δικαστήριο εγκληματιών πολέμου, για τις σφαγές των αμάχων ελληνοκυπρίων το καλοκαίρι του 1974. Το Κυπριακό ήταν και παραμένει διεθνές ζήτημα στρατιωτικής εισβολής και παράνομης κατοχής. Είναι αδιανόητη οποιαδήποτε υποχώρηση της Ελλάδας, από την παραπάνω Εθνική θέση, που είναι και θέση αρχών και κύρους των αποφάσεων και ψηφισμάτων του Σ.Α. του ΟΗΕ.
Η «συμβιβαστική» λύση, που προωθεί η αμερικανική διπλωματία (επίσημη δήλωση του αμερικανού αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν), είναι να αποχωρήσουν τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής, αλλά η Τουρκία να διατηρήσει μια στρατιωτική βάση στη Κύπρο. Δηλαδή, εκτός των άλλων, η Τουρκία, να αποκτήσει και απευθείας εδαφικά δικαιώματα στην Κύπρο! Αυτή θα είναι και η πρόταση που προτίθεται να παρουσιάσει στους Έλληνες συνομιλητές του ο απερχόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Αθήνα. Επίσης ο Μπαράκ Ομπάμα, σε συνέντευξή του σε Κυριακάτικη εφημερίδα, συνέδεσε τη λύση του κυπριακού, όχι με την αποκατάσταση της νομιμότητας, αλλά με τα οικονομικά οφέλη που θα προκύψουν, εστιάζοντας στο θέμα της εκμετάλλευσης του υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου της Κυπριακής ΑΟΖ (ο αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι ελπίζει σε βιώσιμη συμφωνία που θα δημιουργούσε ευκαιρίες για τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στην περιοχή!).
Όμως, έχουν σχετική μόνο αξία οι φιλοτουρκικές θέσεις της απερχόμενης κυβέρνησης Ομπάμα (Τουρκική στρατιωτική βάση στην Κύπρο), υπό την έννοια, ότι το Κυπριακό, δεν βρίσκεται στις προτεραιότητές του νέου αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τράμπ. Εκτιμάται ότι η νέα αμερικανική Κυβέρνηση, δεν θα ρίξει μεγάλο βάρος στην υποστήριξη μικρών γεωπολιτικά δυνάμεων, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, αλλά θα επιδιώξει μείζονες παρεμβάσεις σε κρίσιμες περιοχές, όπως είναι η Μέση Ανατολή, η Συρία, το Ιράν, καθώς και την αναβαθμισμένη συνεργασία της με την Αίγυπτο, την Τουρκία και το Ισραήλ. Θεωρείται πιθανή η στρατιωτικο-οικονομική συνεργασία φιλελεύθερων λαϊκιστών ηγετών (Τράμπ, Νετανιάχου, Ερντογάν, Αλ Σίσι).
Τον Ντ.Τραμπ δεν τον ενδιαφέρει η Ευρώπη, πόσο μάλλον η Ελλάδα, ούτε φυσικά και η αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας στην Κύπρο. Ο Τράμπ και το επιτελείο του , ενδιαφέρονται για τη συνεργασία των ΗΠΑ με την Ρωσία, ακόμη και στο Μεσανατολικό. Το Κυπριακό, θα αντιμετωπιστεί από την Κυβέρνηση Τράμπ, ως μέρος ενός υποσυνόλου της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ για την Μέση Ανατολή και Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και με γνώμονα τα γεωοικονομικά αμερικανικά συμφέροντα. Παρότι είναι ακόμη νωρίς, το «γνωστό» επιτελείο του ΤΡΑΜΠ, στον τομέα της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, αποτελείται από σκληροπυρηνικούς στρατιωτικούς και διπλωμάτες, αλλά και νεοφιλελευθέρους επιχειρηματίες. Επομένως , μια πρώτη εκτίμηση μπορεί να είναι, ότι η νέα αμερικανική εξωτερική πολιτική, θα είναι ένας συνδυασμός Στρατηγικών και Οικονομικών (ενέργεια) συμφερόντων των ΗΠΑ, υπό την στενή έννοια της προώθησης των κρατικών Εθνικών συμφερόντων, αλλά και των συμφερόντων των αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων, υποτιμώντας, τα συμμαχικά (ΝΑΤΟ-Ε.Ε.) συμφέροντα και γεωπολιτικές και οικονομικές επιδιώξεις, κυρίως των ευρωπαίων συμμάχων τους, εκτός και αν αυτά συμπίπτουν με τα αμερικανικά.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας