Ανατρέπουν τα δεδομένα πρόσφατες αποφάσεις
των Ανωτάτων Δικαστηρίων (ΣτΕ-ΕλΣυν)
Δεν αρκεί η αίτηση προς τα Ταμεία!
Πάνω από 5 δις € οι απώλειες!
Νέα δεδομένα για τις διεκδικήσεις των αναδρομικών μετά την κήρυξη αρκετών διατάξεων του β’ Μνημονίου (ν. 4046 και 4093/2012) ως αντισυνταγματικών, αλλά και για τις επιστροφές από παράνομες κρατήσεις σε συντάξεις και μισθούς, έθεσαν πρόσφατες αποφάσεις των δύο Ανωτάτων Δικαστηρίων (Συμβούλιο της Επικρατείας και Ελεγκτικό Συνέδριο).
Το Ανώτατο Ακυρωτικό (ΣτΕ) και το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο (ΕλΣυν) της χώρας με αποφάσεις των Ολομελειών τους έβαλαν οριστικά και αμετάκλητα «ταφόπλακα» στη διεκδίκηση αναδρομικών και στην επιστροφή παράνομων περικοπών στις συντάξεις, τους μισθούς και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων, αφού αποφάνθηκαν ότι δεν μπορούν να τις διεκδικήσουν αναδρομικά όσοι συνταξιούχοι και υπάλληλοι δεν είχαν ήδη ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα πριν την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου που τους αφορούσε!
Και τα δύο Ανώτατα Δικαστήρια απεφάνθησαν δηλαδή ότι αναδρομικά και επιστροφή από αντισυνταγματικές περικοπές ή παράνομες κρατήσεις στις συντάξεις τους δικαιούνται μόνο όσοι συνταξιούχοι ή υπάλληλοι είχαν προσφύγει στα Δικαστήρια μέχρι τη δημοσίευση της απόφασης. Οι συνταξιούχοι, αλλά και οι εν ενεργεία υπάλληλοι, δικαιούνται να διεκδικήσουν τα αναδρομικά μόνο για το χρονικό διάστημα μετά τη δημοσίευση της απόφασης, καθώς και να ζητήσουν την αναπροσαρμογή των συντάξεων ή μισθών τους για το μέλλον («ex nunc») από την ημερομηνία δηλαδή της δημοσίευσης της απόφασης και μετά.
Ειδικότερα τα Ανώτατα Δικαστήρια απεφάνθησαν για τα εξής:
α)Δεν δικαιούνται να διεκδικήσουν αναδρομικά για την περίοδο από 1/1/2012 έως 10/6/2015 όσοι συνταξιούχοι είχαν περικοπές στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, είχαν κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού και υπέστησαν την περικοπή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων (ΕΑΣ), εφόσον δεν είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη έως 10/6/2015.
Σύμφωνα με τις υπ’αριθ. 2287-2290/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (που έκριναν αντισυνταγματικές τις διατάξεις του β’ Μνημονίου οι οποίες είχαν επιβάλλει περικοπές στις κύριες και επικουρικές συντάξεις και κατήργησαν το Δώρο Πάσχα, το Δώρο Χριστουγέννων και το Επίδομα Αδείας), το δικαίωμα για αναδρομική διεκδίκηση λειτουργεί μόνο μετά τη δημοσίευση των συγκεκριμένων αποφάσεων για όσους δεν είχαν ήδη προσφύγει στη Δικαιοσύνη, δηλαδή μετά την 10-6-2015.
Με την απόφαση αυτή εκατομμύρια συνταξιούχων που υπέστησαν μεγάλες περικοπές στις συντάξεις και τα επιδόματά τους έχασαν τη δυνατότητα διεκδίκησης αναδρομικών για την περίοδο από 1/1/2012 έως και 10/6/2015.
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά το σκεπτικό της υπ’αριθ. 2287/2015 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ (σελ. 70-71):
«Στην προκειμένη περίπτωση, η, κατά τα ανωτέρω, διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012 θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων, όχι μόνον στην ενάγουσα, αλλά και σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη. Εν όψει των δεδομένων τούτων, το Δικαστήριο, μετά στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξυμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, ορίζει ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επιμάχων διατάξεων θα επέλθουν μετά την δημοσίευση της παρούσης αποφάσεως. Οίκοθεν νοείται ότι για τους ενάγοντες και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων, που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, συνταξιοδοτικές παροχές τους, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της παρούσης αποφάσεως. Η κρατήσασα δε αυτή άποψη δεν συγκρούεται ούτε με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος περί της αξιώσεως δικαστικής προστασίας, αλλ’ ούτε και με το άρθρο 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α., και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής, διότι αφ’ ενός μεν η αναδρομικότητα των συνεπειών των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν είναι αυτονόητη και αποκλειστική κάθε άλλης ρυθμίσεως, αφ’ ετέρου δε με τον ως άνω τιθέμενο περιορισμό, δεν διαταράσσεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικουμένων, εφόσον αυτοί δεν αποστερούνται των δικαιωμάτων τους, τα οποία απλώς περιορίζονται, για τους προαναφερόμενους λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος (βλ. ΣτΕ 4741/2014 Ολομ.).»
β)Δεν δικαιούνται να αναζητήσουν αναδρομικά λόγω αντισυνταγματικότητας της περικοπής της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων όσοι δεν προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη μέχρι 8/2/2017!
Σύμφωνα με την υπ’αριθ. 244/2017 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ (που έκρινε αντισυνταγματική την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων) δεν μπορούν να διεκδικήσουν αναδρομικά για την περίοδο 2012-2017 όσοι δεν είχαν ασκήσει προσφυγή ή άλλο ένδικο μέσο μέχρι την 8/2/2017 (ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης).
Σύμφωνα με το σκεπτικό της (σελ. 121 επ.) «…συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι αναγόμενοι στην ανάγκη διασφάλισης της δημοσιονομικής ισορροπίας του Κράτους, άγεται στην κρίση ότι με την επιφύλαξη της ένδικης αγωγής και όσων ένδικων βοηθημάτων και ενστάσεων έχουν ήδη ασκηθεί και εκκρεμούν ενώπιον του αρμόδιου Τμήματος και Κλιμακίου, η διάγνωση της αντίθεσης των διατάξεων των άρθρων 38 του ν. 3863/2010 και 11 του ν. 3865/2010 και συνακόλουθα των διατάξεων των άρθρων 44 παρ. 10 του ν. 3986/2011 και 2 παρ. 13 του ν. 4002/2011, ως προς την επιβολή και την αύξηση της ΕΑΣ σε βάρος των συνταξιούχων του Δημοσίου στα άρθρα 4 παρ. 1 και 5 και 22 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος και τις από αυτά απορρέουσες αρχές, πρέπει προς αποτροπή αιφνιδιασμού του καθ’ου Ελληνικού Δημοσίου να μετατεθεί στο χρόνο δημοσίευσης της παρούσας, οπότε και θα καταστεί προσβάσιμη για το τελευταίο η σχετική δικαστική κρίση, με συνέπεια να μην υφίσταται βάση για την άσκηση νέων αγωγών και ενστάσεων προς ικανοποίηση των αξιώσεων που έχουν γεννηθεί από την ίδια αιτία μέχρι του χρόνου αυτού.»
Και παρακάτω: «Η παραδοχή δε αυτή δεν συγκρούεται ούτε με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος αλλ’ούτε και με το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής, διότι αφ’ενός μεν η αναδρομικότητα των συνεπειών των αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν είναι αυτονόητη και αποκλειστική κάθε άλλης ρύθμισης, αφ’ετέρου δε με τον ως άνω τιθέμενο περιορισμό, δεν διαταράσσεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικουμένων, εφόσον αυτοί δεν αποστερούνται των δικαιωμάτων τους, τα οποία απλώς περιορίζονται για τους προαναφερόμενους λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος.».
γ)Δεν δικαιούνται να διεκδικήσουν αναδρομικά για τις περικοπές των μισθών τους όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά και οι υπαγόμενοι στα ειδικά μισθολόγια (γιατροί ΕΣΥ, καθηγητές ΑΕΙ, καθηγητές ΤΕΙ κ.ά.), αν δεν έχουν ασκήσει αγωγή ή άλλο ένδικο μέσο μέχρι τη δημοσίευση της απόφασης που τους αφορά κατά περίπτωση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, δεν μπορούν να διεκδικήσουν τα αναδρομικά λόγω κήρυξης ως αντισυνταγματικών των περικοπών των μισθών τους με τους νόμους του β’ Μνημονίου (ν. 4046 και 4093/2012):
●όσοι καθηγητές ΑΕΙ δεν έχουν ασκήσει αγωγές ή ένδικα μέσα μέχρι 29/12/2014, για την περίοδο 2012-2015 (απόφαση ΟλΣτΕ 4741/2014),
●όσοι ιατροί ΕΣΥ δεν έχουν ασκήσει αγωγές ή ένδικα μέσα μέχρι 26/2/2018 για την περίοδο από 2012 μέχρι 26/2/2018 (απόφαση ΟλΣτΕ 431/2018) και
●όσοι καθηγητές ΤΕΙ δεν έχουν ασκήσει αγωγές ή ένδικα μέσα μέχρι 1/3/2018, για την περίοδο 2012 έως 1/3/2018 (αποφάσεις ΟλΣτΕ 479-481/2018).
Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα της υπ’αριθ. 431/2018 απόφασης ΟλΣτΕ:
«20.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων της περιπτώσεως 27 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ., και των διατάξεων της αποφάσεως οικ. 2/83408/022/14.11.2012 του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες οι μειώσεις αυτές επιβλήθηκαν αναδρομικά από 1.8.2012, θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των αποδοχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων, όχι μόνο στους προσφεύγοντες (για το χρονικό διάστημα από την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων και εντεύθεν), αλλά και σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη (βλ. έγγραφα …..). Εν όψει των δεδομένων τούτων, το Δικαστήριο, μετά στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξυμμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, ορίζει ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα επέλθουν μετά τη δημοσίευση της αποφάσεώς του επί της κρινόμενης προσφυγής. Οίκοθεν νοείται ότι για τους τέσσερις πρώτους εκ των προσφευγόντων και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αξιώσεων άλλων ιατρών του Ε.Σ.Υ. που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, αποδοχές τους, ή για τη θεμελίωση αιτημάτων επιστροφής των περικοπεισών αυτών αποδοχών, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της εκδοθησόμενης επί της κρινόμενης προσφυγής αποφάσεως. Η άποψη αυτή δεν συγκρούεται ούτε με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος περί της αξιώσεως δικαστικής προστασίας, ούτε με τα άρθρα 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου αυτής, διότι αφ’ ενός μεν η αναδρομικότητα των συνεπειών των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν είναι αυτονόητη και αποκλειστική κάθε άλλης ρυθμίσεως, αφ’ ετέρου δε με τον ως άνω τιθέμενο περιορισμό δεν διαταράσσεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικουμένων, εφ’ όσον αυτοί δεν αποστερούνται των δικαιωμάτων τους, τα οποία απλώς περιορίζονται, για τους προαναφερόμενους λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος (πρβλ. ΣΕ 4741/2014 Ολομ. σκ. 26, 2288/2015 σκ. 25). Κατά την γνώμη, όμως, του Συμβούλου Ηλία Μάζου, το Δικαστήριο δεν έχει την εξουσία προσδιορισμού των έναντι των τρίτων αποτελεσμάτων της εκδοθησομένης επί της κρινομένης προσφυγής αποφάσεώς του. Και τούτο διότι για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των διοικουμένων, τον οποίο συνεπάγεται η άσκηση της εξουσίας αυτής, όπως δέχεται η πλειοψηφήσασα άποψη, απαιτείται σχετική πρόβλεψη στον νόμο, η δε διάταξη του άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ/τος 18/1989, η οποία επιτρέπει τον περιορισμό της αναδρομικότητας των συνεπειών αποφάσεως επί αιτήσεως ακυρώσεως, δεν είναι δεκτική αναλογικής εφαρμογής και στην περίπτωση άλλου ενδίκου βοηθήματος, όπως εν προκειμένω, και μάλιστα εις βάρος των συμφερόντων τρίτων.
21.Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή και οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις και να παραπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προς διενέργεια των νομίμων, περαιτέρω δε πρέπει να ορισθεί ως χρονικό σημείο επελεύσεως των αποτελεσμάτων της διαγνωσθείσας αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων ο χρόνος δημοσιεύσεως της παρούσας αποφάσεως.».
Η ΕΝΥΠΕΚΚ με αίσθημα ευθύνης έκρινε σκόπιμο να παρέμβει σ’αυτή τη χρονική στιγμή, ενόψει της σύγχυσης που επικρατεί και των αντιφατικών προτάσεων που διατυπώνονται προς τους συνταξιούχους και τους ασφαλισμένους της χώρας μας και κυρίως ενόψει της έκδοσης τις προσεχείς ημέρες των αποφάσεων από την Ολομέλεια του ΣτΕ επί των προσφυγών που είχαν ασκήσει φυσικά πρόσωπα και κοινωνικοί φορείς κατά του νόμου Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) και συζητήθηκαν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 6/10/2017.
Η ΕΝΥΠΕΚΚ καλεί την ηγεσία του Συνδικαλιστικού Κινήματος καθώς και τα Προεδρεία των Εργατικών Συνδικαλιστικών Ενώσεων να αναπτύξουν, έστω την τελευταία στιγμή, τη σωστή νομική στρατηγική επί των σημαντικών αυτών θεμάτων που αφορούν χιλιάδες μέλη τους και αναφέρονται στη ζωή και την αξιοπρέπειά τους.
Η ΕΝΥΠΕΚΚ καλεί την κυβέρνηση να καταβάλλει τα αναδρομικά σε όλους ανεξαιρέτως τους δικαιούχους, είτε προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη είτε όχι, αφού η κήρυξη της αντισυνταγματικότητας των περικοπών των συντάξεων, των μισθών και των επιδομάτων από τα Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας αφορά όλους και πρέπει να εφαρμοστούν ως προς όλους.
Η ΕΝΥΠΕΚΚ δεσμεύεται να επανέλθει με συγκεκριμένες προτάσεις και επί άλλων θεμάτων που ταλανίζουν τα εκατομμύρια ασφαλισμένων στη δύσκολη μνημονιακή περίοδο που διανύει η πολύπαθη χώρα μας.
Για την ΕΝΥΠΕΚΚ ο Πρόεδρος
Αλέξης Π. Μητρόπουλος