Η συμπλήρωση του τρίτου χρόνου από την έναρξη του βρόμικου πολέμου της Σαουδικής Αραβίας εναντίον της Υεμένης, τον Μάρτιο του 2015, συνέπεσε στο εσωτερικό της χώρας με μαζικές διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων κατοίκων που κατήγγειλαν την εισβολή.
Στο εξωτερικό η συμπλήρωση τριών χρόνων συνέπεσε με την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και τη λήψη των πρώτων μέτρων εκ μέρους των δυτικών κυβερνήσεων για να μπει ένα τέλος στη γενοκτονία. Τον Ιανουάριο η Γερμανία αποφάσισε να σταματήσει όλες τις εξαγωγές όπλων στα κράτη που εμπλέκονται στον πόλεμο της Υεμένης. Είχε προηγηθεί η απόφαση της Νορβηγίας να αναστείλει τις πωλήσεις όπλων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μετά από ένα συνταρακτικό αποκλειστικό ρεπορτάζ του πρακτορείου Ασοσιέιτεντ Πρες που έφερνε στο φως της δημοσιότητας τα φρικτά βασανιστήρια που πραγματοποιούνται στις στρατιωτικές του βάσεις στην Υεμένη στο πλαίσιο ανάκρισης αιχμαλώτων. Η στάση απέναντι στην Υεμένη δίχασε ακόμη και τα αμερικανικά νομοθετικά σώματα, καθώς με πρωτοβουλία του Δημοκρατικού γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς αλλά με δικομματική υποστήριξη τέθηκε προς ψήφιση νόμος που παγώνει κάθε αμερικανική ανάμειξη προς τον πόλεμο της Σαουδικής Αραβίας εναντίον της Υεμένης. Κι ενώ βρέθηκαν Ρεπουμπλικανοί που ζήτησαν τον τερματισμό της αμερικανικής ανάμειξης, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο τη δυσφορία τους απέναντι στην πολιτική συμμαχιών του Τραμπ, με ψήφους Δημοκρατικών, πέραν των Ρεπουμπλικανών, η πρόταση απορρίφθηκε, καθώς συγκέντρωσε μόνο 45 ψήφους υπέρ και 55 κατά.
Έτσι η σαουδαραβική μοναρχία θα συνεχίσει τον πόλεμο στην Υεμένη, που ξεκίνησε όταν προ τριετίας ο εκλεκτός της σουνίτης πρόεδρος της Υεμένης, Αμπντ Ραμπού Μανσούρ Χαντί, ακύρωσε τις προγραμματισμένες εκλογές, διαβλέποντας την εκλογική του ήττα, δίνοντας με αυτό τον τρόπο το έναυσμα στους σιίτες αντάρτες να καταλάβουν την πρωτεύουσα Σανάα και τη βόρεια Υεμένη.
Έκτοτε στην Υεμένη, που ήταν ανέκαθεν η φτωχότερη χώρα της Μέσης Ανατολής, έχει συντελεστεί μια χωρίς προηγούμενο καταστροφή. Αλλεπάλληλοι αεροπορικοί βομβαρδισμοί της Σαουδικής Αραβίας (16.000 επιθέσεις σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων) έχουν οδηγήσει στο θάνατο περισσότερους από 13.500 πολίτες και στο βαρύ τραυματισμό τουλάχιστον 53.000 άλλων. Με βάση τα Ηνωμένα Έθνη στη Υεμένη, όπου τουλάχιστον 20 εκ. κάτοικοι χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια, ενώ 1 εκ. υποφέρουν από χολέρα, συντελείται σήμερα η μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση στον πλανήτη. Η βαρβαρότητα των Σαουδαράβων έφτασε στα άκρα μετά από την εκτόξευση πυραύλων εκ μέρους των ανταρτών της Υεμένης κατά του αεροδρομίου του Ριάντ (καθώς οι Σαουδάραβες έχουν δικαίωμα να βομβαρδίζουν καθημερινά νοσοκομεία, πολυσύχναστες λαϊκές αγορές και σχολεία, αλλά οι κάτοικοι της Υεμένης δεν έχουν δικαίωμα να απαντούν), με αποτέλεσμα να επιβάλλουν θαλάσσιο, χερσαίο και εναέριο αποκλεισμό στην Υεμένη. Η χαλάρωση του αποκλεισμού μετά τη διεθνή κατακραυγή, σε τέτοιο βαθμό ώστε αξιόπιστες διεθνείς οργανώσεις κατηγορούν το Ριάντ ακόμη και για εγκλήματα πολέμου, δεν βελτίωσε τα πράγματα. Απλώς έπαψε να τα επιδεινώνει ραγδαία.
Θύμα των συνεχών βομβαρδισμών της σαουδαραβικής αεροπορίας είναι και τα απαράμιλλα αρχαιολογικά μνημεία της Υεμένης, καθώς εβρισκόμενη στο σταυροδρόμι μεταξύ Αφρικής και Ασίας αποτέλεσε το οικονομικό κέντρο μεγάλων δυναστειών. Έτσι, η πολιτιστική ιστορία της Υεμένης μαζί με τα εκατομμύρια αθώων πολιτών, μετατρέπονται στο εύκολο θύμα της μάχης που δίνει η Σαουδική Αραβία για να αναδειχθεί σε τοπική υπερδύναμη, εξαλείφοντας από το χάρτη κάθε σιιτική επιρροή που μπορεί να συμμαχήσει με το Ιράν.
*Πηγή: Εφημερίδα Νέα Σελίδα