Το de facto και de jure υπόβαθρο του σκανδάλου Novartis! Ανάγκη εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο και την Υγεία

5085
αποτελέσματα

Εισαγωγή
Το σκάνδαλο «Novartis», δεν έχει μόνο οικονομική και ηθική διάσταση, αλλά αποτελεί πρώτα απ’ όλα πολιτικό σκάνδαλο, με σημαντικές νομικές, διεθνείς και κοινωνικές προεκτάσεις, στον κρίσιμο τομέα της υγείας και του φάρμακου. Το σκάνδαλο είναι προϊόν «δεσπόζουσας θέσης» (μονοπωλιακής κυριαρχίας) των μεγάλων εταιριών και του «συστήματος διαπλοκής», δηλ. του lobby των πολυεθνικών του φάρμακου, με κυβερνητικούς αξιωματούχους στην Ελλάδα, στην ΕΕ και διεθνώς, καθώς και του πολύμορφου δικτύου διαφθοράς γιατρών, υπηρεσιακών στελεχών και δημοσιογράφων κυρίαρχων «μ.μ.ε.».!
Η αποκάλυψη του σκανδάλου Novartis ….«δυστυχώς» δεν είναι προϊόν πολιτικής βούλησης της κυβερνητικής για πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής, αλλά προϊόν ανταγωνισμού μεταξύ πολυεθνικών εταιριών ΗΠΑ-ΕΕ με την παρέμβαση του FBI. Οι πολιτικές ευθύνες κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών είναι διαχρονικές και αγγίζουν όχι μόνο τις κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και πρώτα απ’ όλα τον πρώην υπουργό Υγείας Π.Κουρουπλή και άλλων υπηρεσιακών στελεχών. Ταυτόχρονα είναι ιδιαίτερα λυπηρό, ότι ενώ όλοι οι «εμπλεκόμενοι» αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα διερεύνησης του σκανδάλου, ουδείς αναλαμβάνει οποιαδήποτε πολιτική ευθύνη[1] για την επώαση και γιγάντωση του σκανδάλου.! Από την άλλη είναι προφανής η προσπάθεια της κυβέρνησης, για τη διαχείριση του σκανδάλου με όρους «μικροπολιτικής», αντί της ανάδειξης των βαθύτερων αιτίων (της «de facto» και «de jure» δημιουργίας του) και πολύ περισσότερο την απουσία πολιτικής βούλησης, για την αποτροπή επανάληψης ανάλογων σκανδάλων στο μέλλον.
 
1.Το σκάνδαλο Novartis αποτελεί κορυφή του «παγόβουνου»!
Το σκάνδαλο Novartis, όπως κι άλλα σκάνδαλα στο παρελθόν (πχ Siemens), δεν απετέλεσε «κεραυνό εν αιθρία». Είναι κατ’ αρχάς προϊόν της ασυδοσίας των πολυεθνικών της φαρμακοβιομηχανίας και των «σχέσεων διαπλοκής» μεταξύ «οικονομικής ελίτ» και πολιτικής εξουσίας, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Το καθεστώς «ασυδοσίας» και «διαπλοκής», στηρίζεται σε «άτυπους» και «θεσμικούς» πυλώνες. Ειδικότερα στηρίζεται:
Α) Στην κυρίαρχη θέση των μεγάλων εταιριών παραγωγής και εμπορίας φαρμακευτικών προϊόντων και δημιουργίας διεθνούς δικτύου θυγατρικών και ελεγχόμενων εταιριών (κυρίως offshore), το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό μονοπωλιακών τιμών και την εφαρμογή πρακτικών «υπερ/υπο-τιμολόγησης» μέσω «τριγωνικών συναλλαγών», εξασφαλίζοντας την αποφυγή πληρωμής των αναλογούντων φόρων, με τελικό αποτέλεσμα τα υψηλά κέρδη, σε όφελος των βασικών τους μετόχων.
Ειδικότερα στον τομέα του φάρμακου, οι 20 μεγαλύτερες πολυεθνικές, κατείχαν το 2017 «δεσπόζουσα θέση», με κύκλο εργασιών που ξεπερνούσε τα 642 δις ή 53% του συνόλου των εταιριών του κλάδου, ενώ οι 5 πρώτες είχαν κύκλο εργασιών 278 δις ή 23,2% του συνόλου. Μεταξύ των πέντε πρώτων εταιριών βρίσκονταν οι «Jonson & Jonson» (ΗΠΑ), «Roche» (Ελβετία), «Pfizer» (ΗΠΑ), «Novartis» (Ελβετία) και «Sanofi» (Γαλλία), ενώ στο σύνολο των 20 μεγαλύτερων, οι 10 ήταν αμερικανικές, 2 ελβετικές, 2 γερμανικές, 2 αγγλικές, 1 γαλλική, 1 ιταλική, 1 νορβηγική και 1 ισραηλινή.[2]
Στην Ελλάδα το 2015, σε σύνολο 104 μεγάλων φαρμακευτικών εταιριών (ΑΕ & ΕΠΕ), οι 55 ήταν θυγατρικές ξένων πολυεθνικών ομίλων, μεταξύ αυτών και μάλιστα στην πρώτη σειρά η «Novartis (Hellas) AEBE». Στην πρώτη πεντάδα εκτός από τη Novartis, ήταν η γερμανική «Boehringer Ingelheim (Hellas) AE», η αμερικανική «Pfrizer (Hellas) ΑΕ», η ελληνική «ΒΙΑΝΕΞ ΑΕ» και η ελβετική «Roche (Hellas) AE». Οι συγκεκριμένες εταιρίες είχαν το 35% του κύκλου εργασιών (1,5 δις ευρώ) των 50 μεγαλύτερων φαρμακευτικών εταιριών στην Ελλάδα, με συνολικό κύκλο εργασιών 4,1 δις.[3]
Β) Η οικονομική δύναμη των πολυεθνικών στο φάρμακο, ενισχύεται με τις ειδικές ρυθμίσεις που έχουν εξασφαλίσει (με τη στήριξη των ΗΠΑ και ΕΕ), στα πλαίσια του «Παγκόσμιο Οργανισμού Εμπορίου» (ΠΟΕ) για τα «πνευματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας» (πατέντες), με τη συμφωνία TRIPS (Agreement on Trade Related Aspects of Intellectual Property Rights).[4] Η συγκεκριμένη συμφωνία προστατεύει για μια 20ετία, τα «δικαιώματα ιδιοκτησίας» σε φάρμακα, καθώς κι άλλα «πνευματικά δικαιώματα (διπλώματα ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικά σχέδια, σήματα κλπ), σε όφελος των εταιριών.
Στην ουσία τη «Συμφωνία TRIPS», ήταν αποτέλεσμα των πιέσεων των πολυεθνικών της φαρμακοβιομηχανίας και της βιοτεχνολογίας, για τη μεγιστοποίηση των κερδών τους, σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών, οι οποίες αρνούνται να την αποδεχτούν, θεωρώντας ως ένα είδος «οικονομικής αποικιοκρατίας». Πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν σε αυτό οι χώρες BRICS,[5] οι οποίες κυριαρχούν στην παραγωγή παραδοσιακών φαρμάκων και επιδιώκουν, μέσω του «Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας», να αλλάξουν το καθεστώς ασυδοσίας των πολυεθνικών, οι οποίες αλλάζοντας οριακά τη σύνθεση γνωστών φαρμάκων, τα εμφανίζουν ως «νέα», χωρίς στην ουσία να έχουν καμιά προστιθέμενη φαρμακευτική αξία. Στην πραγματικότητα «πατεντάρουν» την φαρμακευτική κληρονομιά της ανθρωπότητας και στερούν πολύτιμα φάρμακα από λαϊκά στρώματα και από αναπτυσσόμενες χώρες (πχ φάρμακα aids στην Αφρική), κάτι ανάλογο που κάνουν οι πολυεθνικές βιοτεχνολογίας, οι οποίες «πατεντάρουν» το υπάρχον στη φύση γενετικό υλικό και κερδοσκοπούν με τη βιοποικιλότητα του πλανήτη.
Γ) Οι πολυεθνικές φάρμακου, δεν περιορίζονται μόνο στη αξιοποίηση της «δεσπόζουσας θέσης» που κατέχουν και στις σκανδαλώδεις ρυθμίσεις της «Συμφωνίας TRIPS». Έχουν οργανώσει, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, αλλά και ΕΕ, θεσμική παρέμβαση στα βουλευόμενα και εκτελεστικά όργανα και με πρακτικές lobby δημιουργούν συνθήκες «θερμοκηπίου» για άνθιση της «διαπλοκής» και «οικονομικής διαφθοράς», υπονομεύοντας μεταξύ άλλων και τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών.
Ειδικότερα στα όργανα της ΕΕ (Κομισιόν και Ευρωκοινοβούλιο), οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες και οι εθνικές επιχειρηματικές ενώσεις, μεταξύ αυτών κι ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), έχουν οργανώσει, σύμφωνα με στοιχεία του «Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Επιχειρήσεων» (CEO),[6] σε συνεργασία με τις εταιρίες «λομπιστών», ένα πυκνό δίκτυο επαφών με μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Επιτρόπους) και ανώτερα στελέχη των Γενικών Διευθύνσεων. Κύριος στόχος των επαφών είναι ο επηρεασμός και ο προσανατολισμός των αποφάσεων στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Οι δηλωθείσες δαπάνες των φαρμακευτικών εταιριών για «λομπισμό», σύμφωνα με την έκθεση του CEO, ξεπέρασαν το 2015 τα 40 εκατ. €. Ανάμεσα στη λίστα των 10 πρώτων βρίσκεται και η Novartis, με δαπάνες 1,5-2 εκατ. €, όπως και στη συχνότητα των συναντήσεων (8 συναντήσεις στο 2015).[7] Κατά συνέπεια δεν είναι τυχαίο, που πολλές αποφάσεις και ρυθμίσεις των Γενικών Δ/σεων, γράφονται από εκπροσώπους των εταιριών και των επιχειρηματικών lobby.
Κορυφαία ευρωπαϊκή οργάνωση των πολυεθνικών στο φάρμακο, η οποία ασκεί μεγάλη επιρροή στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, είναι η EFPIA (European Federation of Pharmaceutical Industries and Associations). Το 2015 οι βιομηχανικές και εμπορικές ενώσεις της φαρμακοβιομηχανίας, ξόδεψαν πάνω από 7,7 εκατ. ευρώ για «λομπισμό» (σε σχέση με 2,3 εκατ. το 2012), από τα οποία 5 εκατ. € προήλθαν από την EFPIA.[8] Αποφασιστικό ήταν επίσης ο ρόλος της EFPIA στην προετοιμασία και προκαταρκτική υπογραφή της γνωστής πολυμερούς συμφωνίας Τ.Τ.Ι.Ρ., μεταξύ ΗΠΑ-ΕΕ. Η ενδεχόμενη εφαρμογή της, θα έχει σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της, αρνητικές επιπτώσεις στη δυνατότητα πρόσβασης των λαϊκών στρωμάτων σε αναγκαία φάρμακα, καθώς και στη δημόσια υγεία. Ειδικότερα η ΤΤΙΡ, προβλέπει χαμηλότερα στάνταρτ προστασίας των καταναλωτών, των συνθηκών εργασίας, της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος, κά, ενώ η επίλυση των διαφορών μεταξύ πολυεθνικών και δημοσίων αρχών θα γίνεται από ιδιωτικά διεθνή δικαστήρια ISDS (Investor State Dispute Settlement).
Δ) Από την άλλη η κυριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών στην παραγωγή και στη διακίνηση φαρμάκων, έχει προεκτάσεις στον τομέα της ιατρικής έρευνας, καθώς στον τομέα της ιατρικής ενημέρωσης και μετεκπαίδευσης γιατρών. Ειδικότερα στον τομέα της «φαρμακευτικής έρευνας» ο ρόλος της EFPIA ήταν ιδιαίτερα αποφασιστικός στην προώθηση του φαρμακευτικού προγράμματος ΙΜΙ (Innovative Medicines Initiative) με τη συμμετοχή της ΕΕ, στα πλαίσια της «Συνεργασίας Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα» (ΣΔΙΤ).
Το συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα, στο όνομα της «παραγωγής νέων και ασφαλών φαρμάκων», χρηματοδοτήθηκε από κονδύλια της ΕΕ, ενώ τα αποτελέσματα αξιοποιήθηκαν από τις φαρμακοβιομηχανίες, για εξασφάλιση υψηλών κερδών μέσω του συστήματος «πνευματικών δικαιωμάτων». Η δεύτερη φάση του προγράμματος ΙΜΙ 2014-24 που βρίσκεται σε εξέλιξη, προβλέπει χρηματοδότηση 3,3 δις από την ΕΕ και μόλις 1,4 δις συμμετοχή των επιχειρηματικών ενώσεων και εταιριών που ανήκουν στην EFPIA.[9] Το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων συμμετοχής της EFPIA, καλύπτεται από τις φαρμακευτικές εταιρίες και τις εταιρίες ιατρικού εξοπλισμού, επηρεάζοντας ταυτόχρονα και τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων στον ποιοτικό έλεγχο της χρήσης των φαρμάκων.!
Ε) Τέλος το μοντέλο «εμπορευματοποίησης» του φάρμακου που προωθούν οι πολυεθνικές και γενικότερα το νεοφιλελεύθερο μοντέλο πολιτικής, οδηγεί σε ανορθολογική κατανομή πόρων (προτεραιότητα σε φάρμακα που έχουν υψηλά κέρδη και όχι σε φάρμακα που καλύπτουν ζωτικές ανάγκες της κοινωνίας). Τροφοδοτεί επίσης το σύστημα των «χορηγιών» προς τους γιατρούς για υπερσυνταγογραφίσεις, χρησιμοποιεί συστηματικά τις διαφημίσεις και το δαπανηρό marketing[10] για επηρεασμό των ασθενών, προβάλλει ως κατώτερη την ποιότητα των «γενόσημων» υπονομεύοντας την αρχή «φάρμακα για όλους», κά.
Η αυξανόμενος έλεγχος των πολυεθνικών στο φάρμακο, σε συνδυασμό με τις τάσεις ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών υγείας που προωθεί ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός, οδηγούν σε κατασπατάληση πόρων, μετατοπίζοντας ζωτικούς πόρους για την Υγεία, από το δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, προς άλλους τομείς, εντείνοντας τα φαινόμενα του παρασιτισμού, υψηλών επιβαρύνσεων των λαϊκών στρωμάτων, με παράλληλη υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας.
 
2.Η αγορά φάρμακου στην Ελλάδα και το σκάνδαλο Novartis
Το σκάνδαλο «Novartis» έφερε αναταράξεις στα «λιμνάζοντα ύδατα» της διαφθοράς και διαπλοκής στην «αγορά φάρμακου» στην Ελλάδα. Ήλθαν στο φως σοβαρές πτυχές της ασυδοσίας των πολυεθνικών και των εγχώριων εταιριών παραγωγής και εμπορίας φαρμάκων, καθώς επίσης πρακτικές lobby και οικονομικής διαφθοράς. Ταυτόχρονα αναδείχτηκαν οι πολιτικές ευθύνες των κυβερνήσεων, σε επίπεδο πρωθυπουργών και υπουργών υγείας της τελευταίας εικοσαετίας, τόσο πριν τα Μνημόνιο, όσο και της περιόδου των Μνημονίων. Αν στην περίοδο πριν την κρίση, υπήρξε υπερδιόγκωση των δημοσίων δαπανών σε φάρμακα, μετά την κρίση έχουμε μεγάλη συρρίκνωση, με ταυτόχρονη μεγάλη αύξηση της επιβάρυνσης των ασθενών και υποβάθμιση γενικότερα της φαρμακευτικής περίθαλψης των λαϊκών στρωμάτων.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ,[11] η αγορά φαρμάκου στην Ελλάδα (παραγωγή και εισαγωγές), καλύπτεται από τις 110 περίπου φαρμακευτικές επιχειρήσεις (παραγωγικές και εμπορικές), από τις οποίες οι μισές είναι θυγατρικές πολυεθνικών, καθώς και από μια αλυσίδα επιχειρήσεων διακίνησης και λιανικής πώλησης (100 φαρμακαποθήκες, 26 συνεταιρισμούς φαρμακοποιών, 10.400 φαρμακεία και 29 φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ). Η προστιθεμένη αξία του κλάδου της εγχώριας παραγωγής φαρμάκων το 2016, ήταν 624 εκατ. € (σε σχέση με 619 εκατ. το 2009 και 805 εκατ. 2005), ενώ οι απασχολούμενοι στην εγχώρια παραγωγή γύρω στις 15,5 χιλιάδες. Η Ελλάδα κάνει εισαγωγές φαρμάκων 2,9 δις και εξαγωγές 1 δις (εμπορικό έλλειμμα -1,9 δις). Το σύνολο των πωλήσεων στα φαρμακεία και στις φαρμακαποθήκες το 2016 ήταν 3,4 δις, ενώ με τις πωλήσεις φαρμάκων στα νοσοκομεία και τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ (1,8 δις), ανέρχονταν συνολικά σε 5,2 δις σε σχέση με 8,2 δις (συνολικά) το 2009.
Τα φάρμακα χωρίζονται σε «προστατευόμενα» (on-patent) τα οποία αντιπροσώπευαν το 9,9% της αγοράς, σε «μη προστατευόμενα» (off-patent) 34,2%, σε «γενόσημα» (generics) 33,2% και σε όλα τα υπόλοιπα 22,7%. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος στην ΕΕ με την αντίστοιχη σειρά ποσοστών, ήταν 6,5%, 66,9%, 19,8%, και 6,8%. Δηλαδή το ποσοστό των προστατευόμενων φαρμάκων στην Ελλάδα, είναι κατά 50% υψηλότερο σε σχέση με την ΕΕ, ενώ αντίθετα τα «γενόσημα» είναι κατά 50% λιγότερα, γεγονός που σηματοδοτεί και την υψηλότερη φαρμακευτική δαπάνη. Μάλιστα συγκρίνοντας το ρυθμό χορήγησης νέων πατεντών στην Ελλάδα σε σχέση με την ΕΕ, διαπιστώνουμε ότι ο ρυθμός αύξησης τους στο διάστημα 2009-2016, στην Ελλάδα ήταν γύρω στο 14%, ενώ στην ΕΕ μόλις 3,5%.[12] Αυτό δείχνει ότι στην Ελλάδα εφαρμόζεται σε μεγάλη έκταση η πρακτική της εμφάνισης του ίδιου ουσιαστικά φάρμακου ως νέα «πατέντα», προκειμένου να αυξηθεί η τιμή και να εξασφαλιστούν υψηλότερα κέρδη. Αποτελεί δε ανοιχτό ζήτημα, κατά πόσο ο ΕΟΦ παίζει ουσιαστικά το ρόλο του, στη διαδικασία έγκρισης «νέων» φαρμάκων.!
Από την άλλη ο τρόπος τιμολόγησης των φαρμάκων είναι από μόνος «σκανδαλώδης» και λειτουργεί υπέρ των φαρμακοβιομηχανιών. Ο καθορισμός με βάση το μέσο όρο στις τρεις χώρες της ΕΕ με τη χαμηλότερη τιμή, ή η μείωση της τιμής όταν μπαίνει στην κατηγορία των γενόσημων, ή η κυκλοφορία σε νέα συσκευασία κά, είναι πρακτικές που συσκοτίζουν τα πραγματικά δεδομένα κόστους και ποσοστών κέρδους, με αποτέλεσμα την επιβολή υψηλών τιμών για επίτευξη υψηλών κερδών. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της κυκλοφορίας στην Ελλάδα από τη Novartis ενός αντιδιαβητικού φάρμακου (Eucreas), έχοντας ως βάση ένα προηγούμενο (Gluvaz) το οποίο είχε 11 ευρώ, ενώ το «νέο» τιμολογήθηκε με 135 ευρώ, κά.[13] Η συνολική ζημιά του δημοσίου από τέτοιες πρακτικές των εταιριών και από πρακτικές οικονομικής διαφθοράς κυβερνητικών στελεχών, υπηρεσιακών παραγόντων και γιατρών, στην περίοδο 2000-2015, ανήλθε σύμφωνα με τα στοιχεία της εισαγγελικής έρευνας σε 23 δις,[14] ενώ η ζημιά που προκάλεσε η «Novartis» την ίδια περίοδο, εκτιμάται σε 3 δις ευρώ.[15]
Κωδικοποιώντας τις κυριότερες αιτίες της έκρηξης των δημόσιων φαρμακευτικών δαπανών, αυτές οφείλονται κυρίως: στην κυκλοφορία μεγάλου αριθμού νέων και ακριβών φαρμάκων ιδιαίτερα την περίοδο 2000-2009, στην υποκατάσταση παλαιών φθηνών φαρμάκων με «νέα» ακριβότερα, στην ανυπαρξία ουσιαστικού ελέγχου καθορισμού των τιμών, στην επιβολή υψηλής πρώτης τιμής παρά το καθεστώς τιμολόγησης με βάση το μέσο όρο των τριών χωρών της ΕΕ με τις χαμηλότερες τιμές, στη διατήρηση της πρώτης τιμής σταθερής για πάνω από τρία χρόνια, στην καθυστέρηση της ανατιμολόγησης, στην ανυπαρξία αξιολόγησης και αποζημίωσης χωρίς έλεγχο από τα Ταμεία, στην άκρατη συνταγογράφηση χωρίς δικλείδες ασφαλείας, στην ανυπαρξία ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και μηχανογραφικών συστημάτων, στις παράνομες εξαγωγές σκευασμάτων τα οποία αποζημιώνονταν και εντός της Ελλάδας, στο συστηματικό marketing και lobbying φαρμακευτικών εταιριών, στην έξαρση της πολυφαρμακίας, κά.[16]
Από την άλλη με την εφαρμογή των Μνημονίων, έχει επέλθει δραστική μείωση της δημόσια φαρμακευτικής δαπάνης, καθώς των δημόσιων δαπανών υγείας. Οι παραπάνω αιτίες, δυστυχώς δεν έχουν αντιμετωπιστεί, παρά τις κάποιες ρυθμίσεις σε ορισμένα θέματα. Όπως τονίζουν ειδικοί της δημόσιας υγείας, «η υπερσυνταγογράφηση υπερεξακοντίστηκε (72 εκατ. σε σχέση με 58 εκατ. το 2012), τα θεραπευτικά πρωτόκολλα ακόμα δεν έχουν συνδεθεί με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, οι πρώτες διαπραγματεύσεις του ΕΟΠΥΥ μόλις ξεκίνησαν (ηπατίτιδα), τα νοσοκομεία υποχρηματοδοτούνται, τα ΤΟΜΥ δεν μπορούν να στελεχωθούν», κά.[17] Τις συνέπειες πληρώνουν κατ’ εξοχήν οι ασθενείς με την αύξηση της συμμετοχής στα φάρμακα, ενώ οι εταιρίες αντισταθμίζουν τις όποιες περικοπές εσόδων από τους μηχανισμού επιστροφών και εκπτώσεων (clawback και rebate), με τη αύξηση του αριθμού των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και την απελευθέρωση της τιμής τους, την παραγωγή «νέων» φαρμάκων στη θέση των παλιών, κά.
Όσον αφορά τη συνολική χρηματοδότηση της υγείας, με βάση τα επίσημα στοιχεία, ανήλθε 14,8 δις το 2016 (σε σχέση με 22,5 δις το 2009), από τα οποία 8,5 δις ήταν δημόσια χρηματοδότηση (σε σχέση με 15,4 δις το 2009). Δηλαδή έχουμε συνολική μείωση της που φθάνει 42,5%.! Σε ποσοστό του ΑΕΠ, η δημόσια χρηματοδότηση της υγείας, το 2016 κατέβηκε στο 4,8% (σε σχέση με το 6,5% του ΑΕΠ το 2009), ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν 7,8% του ΑΕΠ. Αξίζει να σημειωθεί σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, ότι η κατά κεφαλήν δαπάνες υγείας στην Ελλάδα, αυξήθηκαν από 1.766 δολ. το 2000, σε 2.937 δολ. το 2008 και σε συνέχεια μειώθηκαν σε 1.970 δολ. το 2016. Αντίθετα στην ΕΕ την ίδια περίοδο, αυξήθηκαν κατά μ.ο. από 2.226 δολ. το 2000, σε 3.056 δολ. το 2008 και παραπέρα σε 3.365 δολ. το 2016.[18] Άρα το χάσμα υγειονομικών δαπανών, μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ, τελικά διευρύνθηκε.!
Αντίστοιχα, η φαρμακευτική δαπάνη, το 2015, διαμορφώθηκε συνολικά στα 3,8 δις, σε σχέση με 6,1 δις το 2009, ενώ η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη περιορίστηκε (από το 2016) λιγότερο από 2 δις, από 5,1 δις το 2009. Ειδικότερα η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, μαζί με αυτήν της συμμετοχής των ασθενών, ανήλθε το 2017 σε 3,7 δις, ενώ η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ανήλθε σε 1,9 δις έναντι 5,1 δις το 2009 (μείωση -61,9%), αυξάνοντας κατακόρυφα τη συμμετοχή των ασθενών και μειώνοντας παράλληλα τα κέρδη των φαρμακίων. Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας Αν.Ξανθό, η συμμετοχή των ασθενών έχει φθάσει σήμερα το 30%, από 25% το 2014 και 9% το 2009.[19] Όσον αφορά τη δημόσια νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, με το σύστημα των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (calwback και rebate) σε βάρος των εταιριών, περιορίστηκε το 2016 στα 260 ευρώ, ενώ το 2017 εκτιμάται σε 320 ευρώ.[20]
Σε αυτήν τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, περιλαμβάνονται τα φάρμακα της «θετικής λίστας», δηλ. αυτά που συνταγογραφούνται και ο ΕΟΠΥΥ κατά κανόνα τα αποζημιώνει (η συμμετοχή των ασθενών είναι από 0%-10%-25%). Ωστόσο οι ασθενείς πληρώνουν για τα φάρμακα της «αρνητική λίστας» (συνταγογραφούνται αλλά δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ), καθώς και τα «Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα» (ΜΗΣΥΦΑ), η τιμή των οποίων διαμορφώνεται πλέον ανεξέλεγκτα.!! Έτσι «εκτός λίστας» βρίσκονται 1.582 φάρμακα (1.366 ΜΗΣΥΦΑ και 216 Γενικής Διάθεσης Φάρμακα-ΓΕΔΙΦΑ), τα οποία πληρώνουν 100% για την αγορά τους οι ασθενείς και  οι συνταξιούχοι.[21]
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μεγάλη αύξηση του αριθμού των ΜΗΣΥΦΑ (452 σκευάσματα) έγινε το Γενάρη 2014 από τον υπουργό Υγείας Α.Γεωργιάδη και η απελευθέρωση της τιμής τους (ανατίμηση ως και 40%) έγινε τον Ιούνιο 2014 από τον υπουργό Ανάπτυξης Κ.Χατζηγάκη, μετακυλίοντας το βάρος της δαπάνης στους ασθενείς. Και οι δύο αποφάσεις εξυπηρετούσαν πλήρως τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιριών και τις κατευθύνσεις της τρόϊκα, ενώ από την άλλη σημαντικά έσοδα αποκόμισαν και τα μεγάλα «μ.μ.ε.» από τις διαφημίσεις των ΜΗΣΥΦΑ.[22]
Ωστόσο υπάρχει μια σκανδαλώδης διάσταση που αφορά τις υποχρεωτικές κατευθύνσεις της τρόϊκα υπέρ των ακριβών εισαγόμενων φαρμάκων. Στην Ελλάδα σήμερα 8 στα 10 φάρμακα που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, είναι ακριβά εισαγόμενα και μόνο 2 στα 10 είναι οικονομικά γενόσημα τα οποία παράγονται στην Ελλάδα. Η αντίστοιχη αναλογία στις χώρες της ΕΕ είναι σχεδόν αντίστροφη (Γερμανία 80% γενόσημα, Ολλανδία 75%, Αγγλία 70%, Σουηδία 60%, Γαλλία 55% κλπ). Αλλά και η τιμολογιακή πολιτική είναι εξ’ ίσου σκανδαλώδης. Οι μειώσεις τιμών που επιβλήθηκαν στα οικονομικά ελληνικά γενόσημα ήταν 67%, στα νέα ακριβά εισαγώμενα 33%, στα off-patent 50% και στα φάρμακα υψηλού κόστους 26%.[23]
Τέλος μια ακόμα όψη του σκανδάλου Novartis στην Ελλάδα, αφορά τις «χορηγίες» φαρμακευτικών εταιριών προς «υγειονομικούς φορείς» (επιστημονικές ιατρικές εταιρίες, πανεπιστήμια, νοσοκομεία), καθώς σε «επιστήμονες υγείας». Πρόκειται για βασική πτυχή του συστήματος διαπλοκής, παρ’ ότι οι χορηγίες δεν καταγράφονται ευθέως στο πεδίο της οικονομικής διαφθοράς, διότι συνδέονται με κάποιο χρήσιμο αποτέλεσμα (επιστημονική έρευνα, επιστημονική ενημέρωση, κά). Ωστόσο σε τελευταία ανάλυση υπηρετούν τα συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιριών.
Σύμφωνα με στοιχεία που κατέθεσαν 56 φαρμακευτικές εταιρίες στον ΕΟΦ το 2016 (με βάση τις προβλέψεις του σχετικού νόμου), οι «επιστημονικοί υγειονομικοί φορείς» έλαβαν από τις φαρμακοβιομηχανίες 27,9 εκατ. ευρώ χορηγίες, ενώ οι «επιστήμονες υγείας» 3,7 εκατ, που αθροιζόμενα φθάνουν 31,6 εκατ. ευρώ.! Στην πραγματικότητα το ύψος τους είναι μεγαλύτερο, αν υπολογιστούν και των 24 φαρμακευτικών εταιριών που δεν έδωσαν στοιχεία. Στην κορυφή των 10 πρώτων, βρισκόταν η «Novartis» με χορηγίες 2,6 εκατ. ευρώ, (2.527 χιλ. σε «επιστημονικούς φορείς» και 31 χιλ. σε «επιστήμονες υγείας») και ακολουθούν οι υπόλοιπες εννέα, με ποσά που κυμαίνονται από 1.3 εκατ. ως 2.3 εκατ. ευρώ.[24]
3.Ανάγκη εφαρμογής εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο
Το σκάνδαλο Novartis αναπόφευκτα έφερε στην επιφάνεια, τα σοβαρά προβλήματα  στον ευαίσθητο χώρο του Φάρμακου και γενικότερα του χώρου της Υγείας. Κατά συνέπεια η συζήτηση δεν πρέπει να παραμείνει στα «επιφαινόμενα» του σκανδάλου, αλλά κυρίως πρέπει να εστιαστεί στην ανάδειξη των αξόνων εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο και στην Υγεία, παράλληλα με την απαίτηση πλήρους διαλεύκανσης του σκανδάλου και του καταλογισμού των πολιτικών και ποινικών ευθυνών όπου υπάρχουν, καθώς και την απαίτηση επιστροφής όπου είναι εφικτό ….των «κλεμμένων».!
Όσον αφορά το πλαίσιο εναλλακτικής πολιτικής σημειώνουμε επιγραμματικά τα εξής:
Α. Αφετηριακό σημείο μιας φιλολαϊκής πολιτικής στο Φάρμακο, είναι η αντιμετώπιση του, κατ’ αρχάς όχι ως εμπόρευμα, αλλά ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό που θα πρέπει να εξασφαλίζεται η προσφορά του σε όσους έχουν ανάγκη. Αντίστοιχα η προσφορά σύγχρονων υπηρεσιών Υγείας, συνεπάγεται τη δημιουργία ολοκληρωμένου δημόσιου συστήματος υγείας με εξασφάλιση δωρεάν παροχής υγειονομικής φροντίδας σε όσους έχουν ανάγκη και την απαραίτητη οικονομική στήριξη από τον κρατικό προϋπολογισμό και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Β. Κρίσιμο ρόλο στην προώθηση της συγκεκριμένη πολιτικής, είναι η δημιουργία Εθνικής Βιομηχανίας και Εθνικής Φαρμακαποθήκης, καθώς και η ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου του ΕΟΦ, που θα εξασφαλίζουν την κάλυψη σε βασικά φάρμακα και θα λειτουργούν ως παρεμβατικοί μοχλοί σε όλο το κύκλωμα παραγωγής, τιμολόγησης, ποιοτικού ελέγχου και επάρκειας των αναγκαίων φαρμάκων.
Γ. Εφαρμογή τιμολογιακής πολιτικής στα φάρμακα, που θα στηρίζεται στον έλεγχο του πραγματικού κόστους παραγωγής, έλεγχο των αυθαίρετων ανατιμήσεων και των πρακτικών υπερ/υπο-τιμολογήσεων των πολυεθνικών και καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης, με ουσιαστικό έλεγχο από την «Επιτροπή Ανταγωνισμού».
Δ. Εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, με την κατάργηση των Μνημονίων, την προώθηση σχεδίου παραγωγικής ανόρθωσης της οικονομίας, αύξησης του εισοδήματος και δικαιότερης κατανομής του. Συγκρότησης κοινοβουλευτικής επιτροπής ελέγχου της φαρμακευτικής πολιτικής, διαχείρισης των φαρμακευτικών δαπανών και των προμηθειών νοσοκομείων (φαρμάκων, εξοπλισμού, κά).
Ε. Ενίσχυση και αναβάθμιση του ρόλου του ΙΦΕΤ στην προώθηση της φαρμακευτικής έρευνας και επιστημονικής ενημέρωσης των γιατρών στα νέα φάρμακα.
ΣΤ. Ολοκληρωμένη ανάπτυξη πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ΠΦΥ) και κέντρων υγείας (ΚΥ) αστικού τύπου 24ωρης λειτουργίας, με γιατρούς βασικών ειδικοτήτων, στροφή στην πρωτογενή πρόληψη και ολιστική προσέγγιση στην Υγεία.
Ζ. Ενίσχυση με αναγκαίο προσωπικό των δημοσίων δομών Υγείας, διασφάλιση εργασιακών δικαιωμάτων, θεσμοθέτηση κοινωνικού και εργατικού  ελέγχου, μαζί και των χρηστών υπηρεσιών υγείας, στα κέντρα αποφάσεων που χαράσσουν και υλοποιούν φαρμακευτική πολιτική και πολιτικές υγείας, κά.
Η. Τέλος αξιοποίηση της διεθνούς συνεργασίας, κυρίως με τις χώρες BRICS, που διαθέτουν σύγχρονη τεχνογνωσία στην παραγωγή παραδοσιακών αλλά και νέων φαρμάκων, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του «Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO), για τον απεγκλωβισμό από τον ασφυκτικό κλοιό και έλεγχο των πολυεθνικών, στην αγορά των αναγκαίων φαρμάκων με ευνοϊκότερους όρους.
Εξυπακούεται ότι η συνολική απόδοση του ανωτέρω πλαισίου πολιτικής, προϋποθέτει αντίστοιχες αλλαγές στο γενικότερο χαρακτήρα της οικονομικής πολιτικής και στην απαλλαγή της χώρας από την ευρωζωνική επιτροπεία, αλλάζοντας προσανατολισμό και θέτοντας ως προτεραιότητα την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, όλων εκείνων που δημιουργούν τον υλικό και πνευματικό πλούτο της ελληνικής κοινωνίας.
[1]. Κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής (21.2.18), ουδείς από τα 10 πολιτικά πρόσωπα που θα εξεταστούν στην προανάκριση από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή (Α.Σαμαράς, Π.Πικραμμένος, Ε.Βενιζέλος, Δ.Αβραμόπουλος, Α.Γεωργιάδης, Α.Λοβέρδος, Γ.Κουτρουμάνης, Μ.Σαλμάς και Γ.Στουρνάρας), δεν αποδέχτηκε την ύπαρξη οποιασδήποτε πολιτικής ευθύνης για το σκάνδαλο. Αναλυτικότερο ρεπορτάζ, βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 23.2.18
[2]. Αναλυτικότερα βλ. https://en.wikipedia.org
[3]. Αναλυτικότερα βλ. http://www.onmed.gr/farmako
[4]. Η Ελλάδα έχει κυρώσει τη Συμφωνία TRIPS με το Ν.2290/1995
[5]. Στις 15.12.17, έγινε στη Μόσχα η σύνοδος των χωρών BRICS, με αφορμή την ανάληψη της προεδρίας του «Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας» (WHO), από τη ρωσίδα υπουργό Υγείας V.I.Skvortsova, όπου χαράχτηκε η στρατηγική στα παραδοσιακά φάρμακα, το ρόλο του WHO στο πεδίο του Φάρμακου κά. http://www.defenddemocracy.press/ 7.1.2018
[6]. Policy Prescriptions: The firepower of the EU pharmaceutical lobby and implications on public health. “Corporate Europe Observatory” (CEO), September 2015. Research and writing: Rachel Tansey.
[7]. Στην κορυφή της λίστας των 10 πρώτων εταιριών, βρισκόταν η Bayer με 2,5 εκατ., η GlaxoSmithKline με 1,5-2 εκατ., η Novartis 1,5-2 εκατ., η AstraZeneca 1,5 εκατ., κοκ. Όσον αφορά τον αριθμό των συναντήσεων στο 2015, η GlaxoSmithKline είχε 15, η Novartis 8, η Jonhson & Jonhson 6, η Sanofi 6, κοκ. Το ίδιο με πιο πάνω σελ. 10, 13.
[8]. Το ίδιο με πιο πάνω, σελ. 15-17
[9]. Το ίδιο με 5, σελ. 25
[10]. Στις ΗΠΑ οι δαπάνες για μάρκετινγκ φαρμάκων είναι πολλαπλάσιες από τις δαπάνες για έρευνα. Εκτιμάται ότι για κάθε 1 δολάριο βασικής έρευνας, δαπανώνται 19 δολάρια για προβολή και διαφήμιση. Αναλυτικότερα βλ. Λ.Βατικιώτης. «Η γάγκραινα της παγκόσμιας φαρμακοβιομηχανίας», Πηγή: Νέα Σελίδα, 22.2.18
[11]. «Η Φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα. Γεγονότα & Στοιχεία, 2017, ΙΟΒΕ «Παρατηρητήριο Οικονομικών της Υγείας» και Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ).,
[12]. Αναλυτικότερα βλ. «Η Φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα. Γεγονότα & Στοιχεία, 2017, ΙΟΒΕ. Παρατηρητήριο Οικονομικών της Υγείας, σελ.49
[13]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 21.2.18
[14]. Τα 23 δις προκύπτουν σωρευτικά από το άλμα των φαρμακευτικών δαπανών στο διάστημα 2000-2015. Συγκεκριμένα από 1.278 εκατ. το 2000, ανέβηκαν σε 2.870 το 2005, σε 5.108 εκατ. το 2009 και σε συνέχεια σε 3.750 το 2011, σε 2.371 το 2013 και 1.945 εκατ. από το 2016 και μετά).
[15]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 7.2.18
[16]. Αναλυτικότερα, βλ. «Ναυτεμπορική», 13.2.18
[17]. Α.Δημόπουλος, πρ. γ.γ. Δημόσιας Υγείας, www.slpress.gr, 7.3.2018
[18]. Πηγή πρωτογενών στοιχείων του ΟΟΣΑ
[19]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 1/1/18
[20]. Το ίδιο με υποσημ.8, σελ. 42
[21]. Ιδιαίτερα πλήττονται από την αυξημένη δαπάνη σε φάρμακα, οι συνταξιούχοι, που έχουν υποστεί παράλληλα δραματική μείωση συντάξεων. Όπως αναφέρει ο πρόεδρος των Συνταξιούχων ΙΚΑ Νομού Ηρακλείου Ανδρέας Κριαράς, «όταν βλέπεις έναν συνταξιούχο 80 ετών, να έρχεται στο σωματείο και να ζητάει 10 ευρώ για να μπορέσει να συμπληρώσει να πάρει τα φάρμακα του, μπορείς να καταλάβεις, τι ακριβώς συμβαίνει στις μέρες μας. Όταν η φαρμακευτική αγωγή που πρέπει να λάβει, δε συμπεριλαμβάνεται στη λίστα με τα φάρμακα που συνταγογραφούνται, τότε αναγκάζεται να τα πληρώνει εξ ολοκλήρου από την τσέπη του». Πηγή: newsbeast.gr
[22]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 28.2.18
[23]. Αναλυτικότερα βλ. Οικονομία, RealNews, 4.3.18
[24]. Οι δέκα ΤΟΠ χορηγοί το 2016 ήταν: «Novartis» με 2,55 εκατ. ευρώ, η «Γένεσις Φάρμα» με 2,3 εκατ., η «ΕLPEN» 1,95 εκατ. η «PFIZER» με 1,75 εκατ., η «FARMASEB LILLY» 1,7 εκατ., η «ROCHE» 1,7 εκατ., η «GILEAD SIENCES» 1,5 εκατ., η «BAYER» 1,4 εκατ., η «ΒΙΑΝΕΞ» 1,3 εκατ., η «MERCK SHARP & DOHME» 1,3 εκατ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 16-18/2/18
*Ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ Οικονομικών, υπεύθ. Οικονομικής Πολιτικής «Λαϊκής Ενότητας» (ΛΑΕ)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας