Ένα είδος σοκ προκάλεσε η απόφαση του “Τιτάνα“, μιας ιστορικής Ελληνικής επιχείρησης τσιμέντου, να μεταφέρει την έδρα της στις Βρυξέλλες και να εισαχθεί, με πρωτογενή διαπραγμάτευση όλων των μετοχών της στο Euronext Βρυξελλών, ένα από τα μεγαλύτερα χρηματιστήρια της ΕΕ.
Ο Τιτάνας δεν είναι η μοναδική “πολυεθνική” εταιρεία που δραπετεύει από την Αθήνα. Οι πιο σημαντικές από τις εταιρείες που τα τελευταία μνημονιακά χρόνια είχαν μεταφέρει την έδρα τους σε μεγάλα χρηματιστικά κέντρα της Ευρώπης ήταν το 2012 η ΦΑΓΕ και η Coca Cola και η Βιοχάλκο το 2013, εταιρείες που είχαν αποκτήσει πολυεθνική βάση.
Οι λόγοι που ελληνικής καταγωγής εταιρείες βλέπουν ως μονόδρομο την μετακόμιση της έδρας του σε μεγάλα χρηματοπιστωτικά και χρηματοοικονομικά κέντρα, μόλις αποκτούν πολυεθνική βάση, είναι αυτονόητοι και αμείλικτοι.
Η αλλαγή έδρας και η εισαγωγή σε μεγάλα Χρηματιστήρια διασφαλίζει για τις μεγάλες εταιρείες μείωση κινδύνων, βελτίωση του δείκτη εταιρικής διακυβέρνησης, ευκολότερη πρόσβαση σε επενδυτές, αναλυτές, οίκους αξιολόγησης, ευκολότερη και φθηνότερη χρηματοδότηση, μεγάλη εμπορευσιμότητα μετοχών κλπ.
Αυτό το business drain έχει τεράστιες πολιτικές προεκτάσεις σε μια χώρα που ήδη κυριαρχεί το αμιγές ξένο πολυεθνικό κεφάλαιο και στην οποία οι τράπεζες της ελέγχονται από fund φορολογικών παραδείσων, τα οποία αντιπροσωπεύουν τα πιο ληστρικά και επιθετικά κεφάλαια της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Αν σε αυτό το φαινόμενο της φυγής από την Ελλάδα των μεγάλων ελληνικής καταγωγής εταιρειών, προσθέσουμε και την θάλασσα των επαγγελματιών, των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων που ως κύματα μεταφέρουν για φορολογικούς λόγους την έδρα τους στην Βουλγαρία και άλλες γειτονικές χώρες, τότε συμπληρώνεται μια ζοφερή εικόνα για την ελίτ του μεγάλου κεφαλαίου αλλά και μιας μερίδας μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας μας.
Και το ερώτημα που προκύπτει σχεδόν αβίαστα είναι προφανές: όλο αυτό το μπλοκ μεγάλων, διεθνούς βάσης, εταιρειών το οποίο συνιστά την αφρόκρεμα του πολυεθνικού και ελληνικού αστισμού, τι συμφέροντα εκπροσωπεί και υποστηρίζει στην Ελλάδα;
Προφανώς εκπροσωπεί και υποστηρίζει τα δόγματα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, την στρατηγική των μεγάλων ιμπεριαλιστικών κέντρων και την άβουλη πρόσδεση της Ελλάδας στους σχεδιασμούς και τις ορέξεις τους.
Αυτή είναι η οικονομική βάση της εξάρτησης και νεοαποικιοποίησης της χώρας, του “ελληνικού” καπιταλιστικού σχηματισμού, οι οποίες βασίζονται στο ξένο ή το “αφελληνισμένο“, άμεσα και έμμεσα, μεγάλο κεφάλαιο, ενώ και τα όποια ισχυρά κεφάλαια έχουν ελληνική βάση είναι στον μέγιστο βαθμό κρατικοδίαιτα και συνιστούν την αμαρτωλή εγχώρια βάση της διαπλοκής.
Πέραν τούτου, είναι εξίσου προφανές ότι μια χώρα σαν την Ελλάδα δεν έχει την παραμικρή τύχη όσο σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο κυριαρχούν οι λογικές των αγορών, της αγοραίας νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και επικρατούν μια χούφτα ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Η φυγή των εδρών, που λαμβάνονται οι αποφάσεις και συγκεντρώνονται τα κεφάλαια, των πιο παραγωγικών, ανταγωνιστικών και διεθνοποιημένων κεφαλαίων καταδικάζει μια χώρα όπως η Ελλάδα σε όλο και πιο βαθύτερη “περιφερειοποίηση“, αν όχι και τυπική “αποικιοποίηση” μιας νέας αλλά πολύ χειρότερης μορφής από την παραδοσιακή.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ελλάδα δεν μπορεί να ανασυγκροτηθεί και να ανορθωθεί εντός της ΕΕ και στο πλαίσιο μιας νεοφιλελεύθερης ψευτο-διεθνοποίησης των αγορών. Αυτός είναι ο λόγος που η Ελλάδα χρειάζεται να αποδεσμευθεί από αυτό το πλαίσιο για μια νέα διαφορετική προωθημένη ευρωπαϊκή (και παγκόσμια) αλλά και ισότιμη συνεργασία ελεύθερων, ανεξάρτητων, κυρίαρχων, δημοκρατικών χωρών, που για την Ευρώπη θα συμπεριλαμβάνει την Ρωσία και θα έχει δεσμούς αλληλεγγύης και πραγματικής αναπτυξιακής βοήθειας με όλο τον περίγυρό της από την Β. Αφρική και την Μ. Ανατολή έως και την Κεντρική Ασία.
Τα Βαλκάνια, η ευρύτερη περιοχή μας και η Ευρώπη χρειαζόμαστε ένα νέο όραμα και πρώτα απ’ όλα χρειαζόμαστε ένα νέο όραμα και μια νέα πρόταση για την Ελλάδα.
Κ.Τ