Το στρώμα του όζοντος που προστατεύει τη ζωή από την καρκινογόνο ηλιακή ακτινοβολία ανακάμπτει με ρυθμό ένα έως τρία τοις εκατό τη δεκαετία, αντιστρέφοντας πολλά χρόνια επικίνδυνης μείωσης του στρώματος αυτού εξαιτίας της απελευθέρωσης επικίνδυνων χημικών, σύμφωνα με έρευνα του ΟΗΕ που δημοσιεύεται σήμερα.
Η ανασκόπηση ανά τέσσερα χρόνια του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, μιας απαγόρευσης που επιβλήθηκε το 1987 στα αέρια που προκαλούνται από την ανθρώπινη δραστηριότητα τα οποία βλάπτουν το ευαίσθητο στρώμα του όζοντος που βρίσκεται σε μεγάλο ύψος, ανακάλυψε μακροπρόθεσμες μειώσεις στην ατμόσφαιρα ουσιών που προκαλούν εξασθένηση του όζοντος, και την εν εξελίξει ανάκαμψη του στρατοσφαιρικού όζοντος.
«Η τρύπα του όζοντος στην Ανταρκτική ανακάμπτει, ενώ εξακολουθεί να συμβαίνει κάθε χρόνο. Ως αποτέλεσμα του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ έχει αποφευχθεί μια πολύ πιο σοβαρή εξασθένιση του όζοντος στις πολικές περιοχές», σημειώνεται στην έκθεση.
Η τρύπα του όζοντος στην Ανταρκτική αναμενόταν να κλείσει σταδιακά, επιστρέφοντας στα επίπεδα του 1980, τη δεκαετία του 2060, σύμφωνα με την έκθεση.
«Στοιχεία που παρουσίασαν οι συγγραφείς δείχνουν πως το στρώμα του όζοντος σε ορισμένα τμήματα της στρατόσφαιρας ανακάμπτει με ρυθμό 1-3% ανά δεκαετία από το 2000», ανέφερε σε μια ανακοίνωση ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός.
«Με αυτούς τους ρυθμούς προβολής, το όζον του Βορείου Ημισφαιρίου και του μεσαίου γεωγραφικού πλάτους προβλέπεται να επανέλθει πλήρως μέχρι τη δεκαετία του 2030, ακολουθούμενο από το Νότιο Ημισφαίριο στη δεκαετία του 2050 και τις πολικές περιοχές μέχρι το 2060».
Ο ΟΗΕ έχει ήδη χαιρετίσει την επιτυχία του Πρωτοκόλλου, με βάση το οποίο απαγορεύθηκαν ή σταμάτησε σταδιακά η χρήση των χημικών που προκαλούν εξασθένηση του στρώματος του όζοντος, περιλαμβανομένων των χλωροφθορανθράκων (CFC) που χρησιμοποιούνταν ευρέως κάποτε στα ψυγεία και στα σπρέι, ωστόσο, σύμφωνα με την έκθεση, είναι η πρώτη φορά που υπάρχουν ενδείξεις ότι η τρύπα του όζοντος στην Ανταρκτική έχει μειωθεί σε μέγεθος και βάθος από το 2000.
Στην Αρκτική, οι ετήσιες μεταβολές είναι πολύ μεγαλύτερες, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί αν έχει υπάρξει μια οριστική ανάκαμψη του στρώματος του όζοντος από το 2000.
Ωστόσο, αν και η χρήση των περισσότερων απαγορευμένων αερίων έχει σταματήσει σταδιακά, η έκθεση εντοπίζει τουλάχιστον μία παραβίαση του πρωτοκόλλου: μια απροσδόκητη αύξηση της παραγωγής και των εκπομπών CFC-11 από την ανατολική Ασία από το 2012.
Η χώρα ή οι χώρες από την οποία/τις οποίες προήλθε δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί, σύμφωνα με την έκθεση.
Αν οι εκπομπές CFC-11 συνεχίζονταν με τον ίδιο ρυθμό, η επιστροφή των χημικών που προκαλούν εξασθένηση του όζοντος στο μέσο γεωγραφικό πλάτος και στους πόλους στις τιμές τους του 1980 θα καθυστερούσε περίπου κατά επτά και είκοσι χρόνια, αντίστοιχα, αναφέρεται στην έκθεση.