Alexander Lemoin, Observateur Continental 17-11-20
Η απόλυση εκατοντάδων πιλότων μαχητικών F-16 από την τουρκική κυβέρνηση μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 έχει επηρεάσει σοβαρά την επιχειρησιακή λειτουργία της πολεμικής αεροπορίας της χώρας, γεγονός που εξηγεί το ενδιαφέρον της Άγκυρας να αγοράσει ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα το συντομότερο δυνατόν.
Αυτό έγραψε ο στρατιωτικός αναλυτής Μάικλ Πεκ στο άρθρο του στις σελίδες του αμερικανικού περιοδικού The National Interest.
“Η εκπαίδευση στρατιωτικών πιλότων είναι πολύ ακριβή. Σύμφωνα με την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ, η εκπαίδευση ενός νέου πιλότου για να πετάξει ένα αεροσκάφος όπως το F-35 κοστίζει 11 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η εμπειρία αρκετών ετών ενός βετεράνου πιλότου είναι ανεκτίμητη», δήλωσε ο δημοσιογράφος.
Ωστόσο, για πολιτικούς λόγους η κυβέρνηση του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν “έχει καθαρίσει τόσο ριζικά την αεροπορία της για να ξεφορτωθεί τους πιθανόν μη πιστούς πιλότους και εκπαιδευτές που τώρα μετά βίας μπορεί να ελέγξει τα μαχητικά F-16“, συνεχίζει ο ειδικός.
Μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος, η τουρκική κυβέρνηση απέλυσε χιλιάδες στρατιωτικούς για φερόμενους δεσμούς με το κίνημα Χιζμέτ, του Ισλαμικού ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος θεωρείται ένας από τους διοργανωτές και “ιδεολογική έμπνευση” του στρατιωτικού πραξικοπήματος.
Σύμφωνα με τον Μάικλ Πεκ, όταν περισσότεροι από 300 Τούρκοι πιλότοι έμειναν άνεργοι, οι αρχές άρχισαν να αναζητούν ειδικούς στο εξωτερικό για να καλύψουν το έλλειμμά τους. Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέρριψαν το αίτημα της Τουρκίας να στείλει εκπαιδευτές πτήσεων και να βοηθήσει τον σύμμαχό της στο ΝΑΤΟ να εκπαιδεύσει νέους πιλότους των F-16. Στη συνέχεια, η Τουρκία ζήτησε από το Πακιστάν, το οποίο έχει επίσης τέτοιους Αμερικανούς μαχητικούς βομβιστές στις δυνάμεις του, “αλλά το αίτημα δεν απέδωσε”, ανέφερε ο αναλυτής, χωρίς να εξηγήσει τους λόγους για την αποτυχία της Άγκυρας να καθιερώσει συνεργασία με το Ισλαμαμπάντ.
Σύμφωνα με τον Μάικλ Πεκ, οι ελλείψεις προσωπικού στην Τουρκική Πολεμική Αεροπορία και η συνακόλουθη μείωση του επιχειρησιακού δυναμικού ώθησαν τη διοίκηση να λάβει ασύμμετρα μέτρα με τη μορφή ταχείας αγοράς αντιαεροπορικών συστημάτων S-400 από τη Ρωσία. Η εν λόγω σύμβαση υπεγράφη με τη Μόσχα το 2017 και δύο χρόνια αργότερα η Τουρκία απέκτησε το πρώτο μέρος αυτών των αντιαεροπορικών συστημάτων.
Το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία τη νύχτα της 15ης-16ης Ιουλίου 2016 άφησε πάνω από 150 νεκρούς και περισσότερους από 2.000 τραυματίες. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, οι τουρκικές αρχές κήρυξαν κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία ήρθη τον Ιούλιο του 2018. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι διώχθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται στρατιωτικό προσωπικό, αστυνομικοί, εισαγγελείς και δικαστικά όργανα, δημοσιογράφοι, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εκπρόσωποι άλλων επαγγελμάτων. Ο Ισλαμικός ιεροκήρυκας Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος κατοικεί στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1999, θεωρείται από τις τουρκικές αρχές ως ο ηγέτης του “τρομοκρατικού δικτύου” FET, το οποίο συμμετείχε στην απόπειρα πραξικοπήματος. Η Άγκυρα απαιτεί την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το τουρκικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε στις 25 Οκτωβρίου 2019 το τέλος του πρώτου σταδίου προμήθειας εξαρτημάτων των S-400 στη χώρα. Στο πλαίσιο του πρώτου σκέλους της σύμβασης μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, 30 αεροσκάφη προσγειώθηκαν στην αεροπορική βάση Murted. Οι πρώτες παραδόσεις των S-400 ξεκίνησαν στην Τουρκία στις 12 Ιουλίου 2019. Το δεύτερο στάδιο προμήθειας ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων στους Τούρκους ξεκίνησε στις 27 Αυγούστου και ολοκληρώθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου. Ρωσία και Τουρκία υπέγραψαν συμβόλαιο αγοράς των S-400 το 2017. Η Τουρκία έχει αποκτήσει τέσσερα τμήματα αυτών των συστημάτων για 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια.
Mετάφραση: Μ.Στυλιανού