Είναι προκλητικός ο τρόπος με τον οποίο επιχειρεί ΚΑΙ η στρατευμένη πολιτική αλλά ΚΑΙ η στρατευμένη δημοσιογραφία, να εμφανίσει ως τον πλέον ασφαλή μονόδρομο την αποκλειστικότητα της «στρατηγικής συνεργασίας της Ελλάδας και της Κύπρου, με το Ισραήλ και την Αίγυπτο – κυρίως με το Ισραήλ – και φυσικά υπό την υψηλή στρατηγική εποπτεία των ΗΠΑ…
Προϊόντος βεβαίως του χρόνου, η έννοια της «υψηλής εποπτείας» σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με τη διαχείριση του επιχειρησιακού σχεδιασμού στην ευρύτερη περιοχή, του οποίου το πρόσημο είναι αμιγώς επιθετικό – πολεμικό, αφού, χάρη στο μεγάλο πακέτο των επίσης «στρατηγικών» συμφωνιών τις οποίες υπογράφει το κυβερνητικό επιτελείο, η φυσιογνωμία της κυριότητας της χώρας έχει τροποποιηθεί δραματικά, και ο Αμερικανός πρέσβης Τζ. Πάιατ φροντίζει να υπενθυμίζει στην πρώτη ευκαιρία ποιος είναι το πραγματικό αφεντικό σε τούτον τον τόπο.
Το πρόσχημα πάντως για την προκλητική εμμονή όλων αυτών που επιμένουν να καθαγιάζουν την επιβαλλόμενη «στρατηγική συμμαχία» με το Ισραήλ και μέσω αυτής να προωθούν την απόλυτη υποταγή στα κελεύσματα των ΗΠΑ, είναι οι εξελίξεις στο Συριακό… Οι κλιμακούμενες επιχειρήσεις στην πόλη Ιντλίμπ… Και η πιθανολογούμενη αναδιάταξη στρατηγικών συμμαχιών, μπροστά σε αυτές ακριβώς τις εξελίξεις.
Ισχυρίζονται λοιπόν οι πένες που προσκύνησαν την Αμερικανική «παντοκρατορία» πως μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις… στην κλιμακούμενη επιθετικότητα του Ερντογάν… και στην διαφαινόμενη «ρήξη» που εμφανίστηκε κατά τη σύνοδο κορυφής της Τεχεράνης, η ισχυρή συμμαχία με ΗΠΑ… Αίγυπτο και Ισραήλ, είναι το μοναδικό εργαλείο το οποίο μπορεί να προστατεύσει την Ελλάδα και Κυρίως την Κύπρο από την βουλιμία του Ερντογάν.
Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν τα αυτονόητα, διότι η συγκεκριμένη επιχειρηματολογία, δεν είναι απλά αφελής, είναι και πολλαπλά επικίνδυνη, και δεν επιτρέπεται να διεμβολίσει την αντίληψη της Ελληνικής κοινωνίας.
ΠΡΩΤΟΝ: Η επίκληση του συγκεκριμένου επιχειρήματος, περί δήθεν προστασίας της Ελλάδας και της Κύπρου από την τουρκική επιθετικότητα, είναι πρωθύστερη, δόλια, προσχηματική και αποπροσανατολιστική. Επιχειρεί να προσδώσει εθνικό πρόσημο σε μια αλληλουχία δουλοπρεπών συμφωνιών που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, και οι οποίες από τη μια μεριά επισημοποιούν το ετεροβαρές αυτής της σχέσης σε βάρος της χώρας μας, και από την άλλη «κλειδώνουν» την παράδοση των κλειδιών, δηλαδή την αλλαγή του φορέα που ασκεί κυριότητα πάνω στην ίδια τη χώρα.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Αυτή η ετεροβαρής σχέση, ουδόλως προστατεύει το καθεστώς εθνικής κυριαρχίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Προστατεύει αποκλειστικά και μόνο συγκροτημένα ενεργειακά συμφέροντα, εάν και εφ όσον αυτά απειληθούν. Τα ενεργειακά συμφέροντα έχουν να κάνουν αποκλειστικά και μόνο με τη νομή του προϊόντος στα τμήματα της Κυπριακής ΑΟΖ που περιλαμβάνονται στις συγκεκριμένες εμπορικές συμφωνίες, και διόλου δεν αφορούν την εδαφική ακεραιότητα… την άσκηση εθνικής κυριαρχίας… και την ίδια την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε τελευταία ανάλυση.
- Ο κ. Γκουτιέρες απαιτεί ενδιάμεση συμφωνία μέσα από την οποία θα κλειδώσουν ανεπίτρεπτες εθνικές υπαναχωρήσεις στο Κυπριακό…
- Ο κ. Ερντογάν προειδοποιεί ότι θα ενισχύσει την παρουσία των κατοχικών στρατευμάτων στην Κύπρο…
Είδατε κανέναν από τους «στρατηγικούς» μας συμμάχους να αντιδρά στους επαπειλούμενους σχεδιασμούς;;; ΔΕΝ ΑΝΤΕΔΡΑΣΕ ΚΑΝΕΙΣ…
ΤΡΙΤΟΝ: Η αξιολόγηση των πραγματικών δεδομένων για τα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτό που επιχειρούν να προβάλλουν οι προσχηματικές πένες και η προσχηματική πολιτική.
Η διαφωνία της Τουρκίας με τις επιχειρήσεις στην Ιντλίμπ, ουδόλως σχετίζονται με το ενδιαφέρον για την ανθρωπιστική κρίση που ενδέχεται να προκαλέσει αυτή η επίθεση.
- Η Τουρκία δεν ανησυχεί για το κύμα των προσφύγων που ενδεχομένως να ανακύψει από αυτήν την επιχείρηση, άλλωστε το προσφυγικό είναι στα χέρια της ένα πολύτιμο εργαλείο εκβιασμού προς πάσαν κατεύθυνση, για να κάνει τη δουλεία της και να αποσπά ωφελήματα.
- Η Τουρκία τρέμει από την γενίκευση των επιχειρήσεων στην Ιντλίμπ, διότι πιέζεται αφόρητα από τους Τζιχαντιστές που αβαντάρισε. Η απειλή των Τζιχαντιστών απέναντι στον Ερντογάν, ήταν σαφής: «Αν μας πουλήσεις στο Ιντλίμπ, μέσα σε λιγότερες από δύο ώρες θα είμαστε στο Ρεϊχανλί».
Μια και μόνο ματιά στο χάρτη, αρκεί για να καταλάβει και ο πλέον δύσπιστος, ότι εισβολή των Τζιχαντιστών στο Τουρκικό Ρεϊχανλί, σημαίνει έναρξη εμφυλίου στην Τουρκία με επιπτώσεις απρόβλεπτες ΚΑΙ για την εδαφική της ακεραιότητα, αλλά ΚΑΙ για το μέλλον του Ερντογάν.
- Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπήρξε προσέγγιση στη σύνοδο κορυφής της Τεχεράνης…
- Αυτός είναι και ο λόγος που η Τουρκική εξωτερική πολιτική επιχειρεί να εμφανίσει τον τρόμο της ως «συμφωνία» με την Αμερικανική στρατηγική αναφορικά με τις επιχειρήσεις στην Ιντλίμπ.
Αλλά αυτό είναι αντικείμενο και αντιστάθμισμα ταυτόχρονα, της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία επιχειρεί να «ρεφάρει» στο γεωπολιτικό παζάρι ΚΑΙ με την Ουάσιγκτον αλλά ΚΑΙ με τη Μόσχα, προσβλέποντας σε πολλαπλά ωφελήματα.
Και το πρόβλημα βεβαίως, δεν είναι το αν θα του βγει αυτό το παιχνίδι του Ερντογάν, μιας και οι δυο ισχυροί διεκδικητές τον θέλουν στο χέρι κατ αποκλειστικότητα, και δεν συμβιβάζονται με τίποτε λιγότερο επ αυτού…
Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως σε κάθε περίπτωση, τόσο η Ελλάδα, όσο και η Κύπρος, την κρίσιμη στιγμή «προσφέρονται» ώστε ν αποτελέσουν φτηνά αναλώσιμα αντιπαροχής με αντάλλαγμα την προσβασιμότητα στον τουρκικό γεωστρατηγικό χώρο, και αυτό είναι ένα πρόβλημα που η διαχείρισή του απαιτεί σοβαρότητα, και σοβαρότητα δεν προκύπτει μέσα από τις λογικές του φτηνού και αγαπησιάρικου γεωστρατηγικού προσεταιρισμού.
Η Ελλάδα, αυτό που έχει ανάγκη αυτή τη στιγμή, δεν είναι να προσφερθεί ως χρήσιμο δεκανίκι, στους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς τρίτων οι οποίοι έχουν πλήρη επίγνωση ΚΑΙτης δουλοπρέπειας του προσωπικού της, αλλά ΚΑΙ της ανυπαρξίας εθνικής στρατηγικής σε ένα περιβάλλον με πολλαπλές προκλήσεις που αγγίζουν και την ίδια της την υπόσταση.
Αυτό που πραγματικά έχουμε ανάγκη, είναι την δραματική ανατροπή των όρων… την δραματική ανατροπή των πρωταγωνιστών… την εκ βάθρων τροποποίηση της κυρίαρχης φυσιογνωμίας και αντίληψης, με την οποία υποχρεούται να πορευτεί η πατρίδα μας στη σύγχρονη γεωπολιτική πιάτσα, εγκαταλείποντας οριστικά τη θέση του κολαούζου ή στην καλύτερη περίπτωση του αμυνόμενου, και μετακομίζοντας επίσης οριστικά στη θέση της ισχυρής γεωπολιτικής οντότητας, που διαθέτει στρατηγική, άποψη, πραγματική αντίληψη για τα τεκταινόμενα, και ρόλο στις εξελίξεις.
Είναι προφανές πως μιλάμε για μια νέα κατάσταση που απαιτεί ευρύτερες πολιτικές ανατροπές και εντελώς διαφορετική φυσιογνωμία εξουσίας με Δημοκρατικό – Πατριωτικό πρόσημο, πριν οι εξελίξεις καταστούν ανεπίστρεπτες.