Η Ρουάντα τιμά την 25η επέτειο της γενοκτονίας του 1994, για 100 ημέρες. Οι εκδηλώσεις μνήμης της σφαγής ξεκίνησαν τον Απρίλιο και κορυφώνονται στο τέλος Ιουλίου.
Οι εκδηλώσεις θα κλείσουν με την κατάθεση στεφάνων στο Εθνικό Μνημείο Γενοκτονίας στο Κιγκάλι. Αφή φλόγας στο στάδιο Αμαχόρο και μία φωτιά που θα καίει ως το τέλος Ιουλίου, για να θυμίζει τις 100 μέρες των εφιαλτικών σφαγών σε βάρος 800.000 έως 1.200.000 αμάχων,
Μέσα σε μόλις 100 ημέρες, μεταξύ του Απριλίου και του Ιουλίου 1994, περισσότεροι από 800.000 άνθρωποι σφαγιάστηκαν, βιάστηκαν, διαμελίστηκαν, σκοτώθηκαν σε μία οργανωμένη εκστρατεία για την εξάλειψη της εθνοτικής ομάδας Tutsi. Η γενοκτονία ξεκίνησε στις 7 Απρίλη 1994, μετά από το “μυστηριώδες” αεροπορικό δυστύχημα με θύματα τους Προέδρους της Ρουάντα και του Μπουρούντι και κράτησε ως τις 4 Ιούλη (συμπτωματικά μέρα …εορτασμού της «Ανεξαρτησίας» στις ΗΠΑ) με την πλήρη επικράτηση των ενόπλων ανταρτών… του «Πατριωτικού Μετώπου Ρουάντα» (RPF) υπό τον τότε αρχηγό τους και μετέπειτα Πρόεδρο Πολ Καγκάμε.
Η γενοκτονία ήταν αποτέλεσμα μιας καλά σχεδιασμένης και οργανωμένης επιχείρησης που εξυφαινόταν ήδη από τους πρώτους μήνες του 1990, στο πλαίσιο κλιμακούμενης αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Γαλλία, που επιθυμούσε να διατηρήσει την εξασφάλιση ενεργειακών πηγών και πόρων και των ΗΠΑ, που αναζητούσαν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο και έλεγχο σε περιοχές της Κεντρικής Αφρικής. Με άλλα λόγια, πίσω από το Ρουαντέζικο Στρατό και τις “πολιτοφυλακές” Χούτου μακελάρηδων από τη μια και των “ανταρτών” του «Πατριωτικού Μετώπου Ρουάντα» του Πολ Καγκάμε από την άλλη, δεν βρίσκονταν παρά δύο ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις – μέλη, μεταξύ άλλων, της κοινής λυκοσυμμαχίας του ΝΑΤΟ, που επέλεξαν ως πεδίο σύγκρουσης τη χώρα των λεγόμενων Χιλίων Λόφων για να λύσουν τις διαφορές τους…
Εντούτοις, πολύ προτού φθάσουμε στη γενοκτονία του ’94, είχαν προηγηθεί δεκαετίες καταπίεσης του λαού της χώρας, πρώτα από τους Γερμανούς αποικιοκράτες (1884 μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο) και στη συνέχεια από τους Βέλγους, που την έκαναν αποικία από το 1919 ως το 1962 οπότε, τυπικά ανεξαρτητοποιήθηκε, για να πέσει ως τις αρχές της δεκαετίας του ’90 στα χέρια… της Γαλλίας μέσω της «Κοινότητας Γαλλόφωνων Αφρικανικών Χωρών». Γερμανοί, Βέλγοι και Γάλλοι κυβερνούσαν διά της γνωστής μεθόδου «διαίρει και βασίλευε», καταδυναστεύοντας το Ρουαντέζικο λαό με ταξικά και ρατσιστικά εργαλεία. Σύντομα ανέθεσαν μικρά πόστα εξουσίας στους, κατά πολύ λιγότερους αριθμητικά, ψηλόλιγνους Τούτσι (κοινότητα με παλιά νομαδική παράδοση), κολλώντας στην πλειοψηφία των αγροτικών πληθυσμών της κοινότητας των Χούτου την «ταμπέλα» του «υποζυγίου».
Ως τις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Ρουάντα, υπό την επιρροή της ντόπιας αστικής τάξης και των Γάλλων, ήταν από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου με το κατά κεφαλήν εισόδημα να μην ξεπερνά ετησίως τα 430 δολάρια!!! Μέσα σε αυτό το κλίμα, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι διασταυρώνουν τα ξίφη τους στην ενδοϊμπεριαλιστική αρένα.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Ρουάντα ιδρύθηκε από τον ΟΗΕ το 1994 με έδρα την Αρούσα της Τανζανίας. Σε ποινή ισόβιας κάθειρξης καταδίκασε, τον πρώην πρωθυπουργό της χώρας Ζαν Καμπάντα ο οποίος, είχε κατηγορηθεί για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και κρίθηκε ένοχος για τη σφαγή 800.000 και πλέον συμπατριωτών του. Ο Καμπάντα, ήταν ο πρώτος καταδικασθείς από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ο πρώην πρωθυπουργός συνελήφθη το 1997 στο Ναϊρόμπι της Κένυας και μετά από συμφωνία, που διαφύλασσε τη ζωή της γυναίκας και των παιδιών του, ομολόγησε την ενοχή του και παραδέχτηκε ότι κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του διέταξε τη σφαγή δεκάδων χιλιάδων συμπατριωτών του (τόσο μελών της φυλής των Τούτσι όσο και μετριοπαθών μελών της τότε κυριαρχούσας φυλής των Χούτου), ενώ διευκόλυνε – πολλές φορές – και το έργο των σφαγιαστών. Οι πρώτοι 22 καταδικασθέντες, εκτελέστηκαν. Τα κοινοτικά δικαστήρια, γνωστά ως δικαιοδοσίες στο Γκάκα, υπέβαλαν σε δίκη περισσότερους από δύο εκατομμύρια ανθρώπους μετά τη γενοκτονία. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο των Ηνωμένων Εθνών καταδίκασε 62 άτομα, συμπεριλαμβανομένων πρώην υψηλόβαθμων κυβερνητικών αξιωματούχων και άλλων που διαδραμάτισαν ηγετικό ρόλο στη γενοκτονία. Ο Ρουαντέζος συνταγματάρχης Θεονέστ Μπαγκοσόρα, καταδικάστηκε σε ισόβια απ’ το δικαστήριο του ΟΗΕ για τη Ρουάντα ως ο «βασικός διοργανωτής» της γενοκτονίας εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων το 1994. Κρίθηκε ένοχος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας αφού κατά το δικαστήριο χρησιμοποίησε τη θέση του ως διευθυντή στο υπουργείο Αμυνας για να κατευθύνει τους στρατιώτες Χούτου κατά αμάχων της φυλής των Τούτσι και μετριοπαθών Χούτου. Ο 67χρονος Μπαγκοσόρα κρίθηκε ακόμη ένοχος και για τη δολοφονία της πρώην πρωθυπουργού Αγκάθ Ουγιλινγκγιμάνα.
Ωστόσο, οι ιμπεριαλιστές που έσπρωξαν προς τη γενοκτονία μένουν ακόμη και σήμερα, στο απυρόβλητο!!!