Όταν ο στρατός και η αστυνομία απαιτούν να παραιτηθεί ένας εκλεγμένος πρόεδρος ενός δημοκρατικού κράτους, ύστερα από μέρες ενορχηστρωμένων ταραχών, αυτός παραιτείται και ακολουθεί ένταλμα σύλληψης σε βάρος του, ένα όνομα υπάρχει για να περιγραφεί αυτό που συμβαίνει: πραξικόπημα.
Και όταν αφετηρία της πολιτικής κρίσης είναι η επιμονή του διαβόητου Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών ότι ήταν παράτυπη η προεδρική εκλογή στη Βολιβία, τότε μία περιγραφή υπάρχει: αμερικανοκίνητο πραξικόπημα.
Ο Έβο Μοράλες δεν είναι δικτάτορας. Το ακριβώς αντίθετο. Η εκλογή του το 2006 σήμαινε ότι στρώματα περιθωριοποιημένα από χρόνια νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που είχε φτάσει στο σημείο να θέλουν να ιδιωτικοποιήσει το πιο πολύτιμο αγαθό, το νερό, μπορούσαν ξανά να έχουν ελπίδα.
Ο Μοράλες σίγουρα δεν τα έκανε όλα καλά. Όμως, έκανε κάτι πολύ κρίσιμο: έδωσε ξανά αξιοπρέπεια στους φτωχούς. Και κάνοντας αυτό αμφισβήτησε την εξουσία εκείνων που χρόνια εκμεταλλεύονταν το φυσικό πλούτο της χώρας του αλλά και την αντίληψη των ΗΠΑ ότι η Λατινική Αμερική είναι η «πίσω αυλή» τους.
Η Βολιβία στα χρόνια του Μοράλες έγινε πιο δημοκρατική, πιο δίκαιη, πιο συμπεριληπτική για όλα τα κομμάτια του πληθυσμού της, πιο οικολογική.
Τα λάθη και οι συμβιβασμοί, κυρίως με την εξορυκτική βιομηχανία, ήταν εκεί. Όμως, αυτό δεν μπορεί να ακυρώσει τη συνολική εικόνα.
Ας μην έχουμε καμιά αμφιβολία: αυτοί που παίρνουν την εξουσία δεν εκπροσωπούν ούτε την κοινωνία ούτε τη δημοκρατία. Εκπροσωπούν τον αυταρχισμό, τη βία, την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, την οικολογική καταστροφή, την επιστροφή στις συνταγές του ΔΝΤ.
Το παράδειγμα του ακροδεξιού Μπολσονάρο στην Βραζιλία που αφού εξελέγη μετά από δικαστικό πραξικόπημα σε βάρος του σχεδόν βέβαιου νικητή των εκλογών Λούλα, συνδυάζει την συνειδητή καταστροφή του δάσους του Αμαζονίου με έναν ακραίο αυταρχισμό δείχνει πολύ καλά πώς είναι οι υποτιθέμενοι εκπρόσωποι της «δημοκρατικής αντιπολίτευσης» στη Λατινική Αμερική.
Γι’ αυτό και έχει τεράστια σημασία να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους: στη Βολιβία γίνεται πραξικόπημα και η αναγνώρισή του από τη «διεθνή κοινότητα» θα σηματοδοτεί απλώς συνενοχή.