Ο Λαϊκισμός Απαξιώνει Την Πολιτική

2079
ιμίων

Στον απόηχο της εκλογικής ανόδου της ακροδεξιάς και των ευρωσκεπτικιστών, που μετά από 70 χρόνια δίνει σταδιακά πάλι το απειλητικό ολοκληρωτικό παρόν της.

Η Ευρώπη σήμερα έχει κάθε λόγο να θρηνεί την χαμένη πολιτική αθωότητά της και τον προστατευτισμό των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που τα ανέπτυξε όλα στα μεταπολεμικά χρόνια.

Από την Αυστρία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ολλανδία, τη Νορβηγία αλλά και η γενέτειρα του Ναζισμού η Γερμανία, καταγράφει σταθερά μεγάλη μεταστροφή του εκλογικού σώματος προς την ακροδεξιά, παράλληλα όμως και προς την πιο ακραία μορφή της, είτε αυτή μεταφράζεται σε ένδειξη διαμαρτυρίας προς την εκάστοτε κυβέρνηση και αντιπολίτευση που δεν εκφράζουν το λαό, και αδιαφορούν για την μεσαία τάξη και γενικά του εργαζόμενου σώματος της κοινωνίας, υπηρετώντας τα οικονομικά συμφέροντα των ελίτ, απομακρυσμένη από το κοινωνικό σώμα. Η επιχειρηματολογία αυτής της μεταστροφής είναι: η σκληρή λιτότητα, η αύξηση της ανεργίας, η προώθηση των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων που καταργούν την διασφάλιση της επαγγελματικής καριέρας, η αθρόα μετανάστευση με ανοιχτά σύνορα και η λαϊκίστικη αναποτελεσματική πολιτική των κυβερνήσεων, οι κυβερνητικές συνεργασίες με τελείως διαφορετικές πολιτικές – οικονομικές θέσεις (αριστεράς – δεξιάς, σοσιαλιστές – νεοφιλελεύθεροι), απλά και μόνο για να είναι στην διακυβέρνηση, αφήνοντας ανοιχτούς τους δρόμους για το «σφετερισμό» των πατριωτικών – εθνικών ιδεωδών από την ακροδεξιά.

Εάν η Ευρώπη και κάθε κράτος – μέλος δεν απαντήσει κοινωνικά, οικονομικά, ιστορικά και δεν προσαρμόσει το κυβερνητικό του πρόγραμμα στην σημερινή πραγματικότητα και όχι σε λαϊκιστικές πολιτικές ή κεντροαριστερά – κεντροδεξιά, περιθωριοποιώντας τις παραδοσιακές τους αξίες, δίνει τη δυνατότητα στους λαϊκιστές να εκμεταλλευτούν αυτή τη σύγχυση προκαλώντας το ενδιαφέρον των πολιτών χωρίς κάποιο κυβερνητικό πρόγραμμα, να γίνουν ρυθμιστές της πολιτικής σκηνής όπως στη Γαλλία η Λεπέν, στην Ιταλία ο Μπέπε Γκρίλο, στην Αυστρία ο Χόφερ κ.ά.

Για πολλούς αναλυτές θεωρείται ότι μια αντισυστημική ψήφος διαμαρτυρίας ίσως εκ του ασφαλούς τιμωρητική. Οι εκλογολόγοι μιλάνε για καταγραφή μιας σαφούς απογοήτευσης του εκλογικού σώματος από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις.

Ο προβληματισμός που προκύπτει από την άνοδο της ακροδεξιάς στην πολιτική σκηνή είναι ο επαναπροσδιορισμός, της αριστεράς και του νεοφιλελευθερισμού που θα πρέπει να ισορροπήσουν τους ευσεβείς πόθους τους με την ιδεολογία που πρεσβεύουν και τη ρευστότητα των επιλογών τους. Τα παραδείγματα της Γαλλίας, της Αυστρίας της Ιταλίας, Ουγγαρίας, είναι η εκμετάλλευση του κενού που δημιουργούνται από αυτή τη θεωρητική πολιτική σύγχυση.

Μιλάμε για «ενισχυμένη ακροδεξιά» ή της «ριζοσπαστικής δεξιάς» γίνεται λόγος για ακαταμάχητη άνοδο του «λαϊκισμού» ή του «εθνικοσοσιαλισμού», δίχως να διευκρινίζεται πάντα αν αυτοί οι όροι αναφέρονται σε κινήματα, σε προγράμματα, σε προσωπικότητες, ή σε καθεστώτα, που προήλθαν από μια δεξιά ή αριστερή μήτρα.

Η απάντηση δεν βρίσκεται στην επαναφορά του δικομματισμού μεταξύ Αριστεράς – Δεξιάς, ούτε και της περιθωριοποίησης, με αφορισμούς της ακροδεξιάς. Μια υπόθεση που την είδαμε στη Γαλλία την εποχή Μιτεράν και στη χώρα μας με την εμφάνιση του ακροδεξιού νεοναζιστικού μορφώματος.

Το ζητούμενο μετά από τα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα παραμένει η ουσιώδης ενεργοποίηση των δημοκρατικών δυνάμεων, προς εξεύρεση όχι δημαγωγικών ή λαϊκιστικών απαντήσεων που γαργαλάνε ευχάριστα τα λαϊκά αυτιά, αλλά ικανοποιητικών απαντήσεων στα μείζονα προβλήματα της καθημερινότητας του πολίτη, με βασικό στόχο το κοινωνικό κράτος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας