Τουρκικά πολεμικά προέβησαν πρόσφατα σε πολύ σοβαρές προκλήσεις έξω από το Φαρμακονήσι, πραγματοποιώντας βολές εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων. Οι προκλήσεις αυτές δεν είναι οι μόνες. Αντίθετα, είναι πολλές και σχεδόν καθημερινές.
Ο Ν. Κοτζιάς σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό ΣΚΑΪ και τον Αλ. Παπαχελά αναγνώρισε ότι οι τουρκικές προκλήσεις στο Φαρμακονήσι ήταν σοβαρές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και προσέθεσε προειδοποιητικά και αινιγματικά ότι «πρέπει να ξέρουν ότι δεν θα είμαστε πάντοτε ανεκτικοί και η απάντησή μας δεν θα είναι μόνο αυτή που δώσαμε, θα είναι πολύ πιο σκληρή».
Ο Ν. Κοτζιάς συμπλήρωσε ότι «η Αθήνα έχει προειδοποιήσει την Άγκυρα για τις “κόκκινες γραμμές”» και, ερωτηθείς σχετικά σημείωσε ότι «στο Φαρμακονήσι η Τουρκία κόντεψε να πατήσει αυτήν την “κόκκινη γραμμή”».
Δεν γνωρίζουμε τι εννοεί ο Ν. Κοτζιάς ως «κόκκινες γραμμές», ούτε ξέρουμε ποιες είναι αυτές, για τις οποίες έχει «προειδοποιηθεί» η Άγκυρα και τι είδους είναι αυτή η προειδοποίηση.
Δεν θέλουμε, επίσης, να κάνουμε εικασίες για το ποιες θα είναι την επόμενη φορά οι «σκληρές απαντήσεις» της Αθήνας, για τις οποίες έκανε ο λόγο ο Ν. Κοτζιάς.
Το βέβαιον είναι ότι η Αθήνα μοιάζει τώρα να ανακαλύπτει την Αμερική.
Διότι οι «κόκκινες γραμμές» έχουν καταπατηθεί εδώ και καιρό από την Τουρκία.
Το Αιγαίο εδώ και δεκαετίες έχει «ρευστοποιηθεί» και «γκριζοποιηθεί» με το Πρωτόκολλο της Βέρνης από την άποψη των θαλασσίων δικαιωμάτων της χώρας μας.
Η Ελλάδα στην πράξη δεν μπορεί να ασκήσει το κυριαρχικό της δικαίωμα για επέκταση, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, των χωρικών της υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.
Η Τουρκία εδώ και χρόνια αμφισβητεί ευθέως την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας και την ελληνική κυριαρχία σε μεγάλη σειρά νησίδων, με αιχμή τα Ίμια και τα όσα συνέβησαν και συμφωνήθηκαν εκεί.
Οι «κόκκινες γραμμές» έχουν πάει στην πράξη περίπατο και η κατάσταση αυτή όχι μόνο δεν έχει συνειδητοποιηθεί και δεν έχει σχεδιαστεί να αντιμετωπιστεί πολιτικά, αλλά και απαντιέται από ελληνικής πλευράς με σπασμωδικές κινήσεις, τακτικές κατευνασμού και συχνότατα με ανέξοδους, χωρίς αντίκρυσμα, λεονταρισμούς τύπου Καμμένου, οι οποίοι περισσότερο δίνουν έναν γραφικό τόνο για την Ελλάδα, παρά συνιστούν ουσιαστική αντίδραση.
Η Ελλάδα εάν θέλει να προασπίσει τα νόμιμα δικαιώματά της ειδικότερα στο Αιγαίο, το οποίο κινδυνεύει με πλήρη, σχεδόν, «γκριζοποίηση», χρειάζεται πολλά, μα πρώτα απ’ όλα μια νέα πολυδιάστατη εξωτερική και αμυντική πολιτική και πολιτική διεθνών οικονομικών σχέσεων.
Είναι αδιανόητο η Ελλάδα να ανοίγει πόρτες και παράθυρα στον ευρωπαϊκό δρόμο της Τουρκίας, αγνοώντας την Κύπρο και χωρίς η Τουρκία να αποδέχεται το κυριότερο: το Δίκαιο της Θάλασσας, που είναι και Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Είναι αδιανόητο η Ελλάδα και μάλιστα αυτήν την περίοδο, να μην αναπτύσσει πλήρεις και ουσιαστικές σχέσεις με τους Κούρδους, τους Κούρδους της Τουρκίας, της Συρίας, του Ιράκ.
Σχέσεις που επιβάλλοντα πρώτα απ’ όλα για λόγους σεβασμού της δημοκρατίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων στη Μέση Ανατολή.
Είναι αδιανόητο η Ελλάδα να έχει αποσύρει την πρεσβεία της από τη Δαμασκό, στρεφόμενη με έναν τυχοδιωκτικό τρόπο κατά του Άσαντ, να διατηρεί κυρώσεις σε βάρος της Συρίας και να συνεχίζει ως σήμερα να μην έχει διπλωματικές σχέσεις μαζί της.
Είναι κυρίως αδιανόητο η Ελλάδα να μην προωθεί, αντίθετα να υπονομεύει, κάτι για το οποίο πρωταγωνιστούσε στον παλιό ΣΥΡΙΖΑ και στην πρώτη κυβέρνησή του ο Παν. Λαφαζάνης: Μια ειδική στρατηγική σχέση συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ρωσία.
Αυτή η ειδική στρατηγική ελληνορωσική σχέση θα μπορούσε να αποτελέσει το πιο ισχυρό πολιτικό φράγμα απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, κάτι που σήμερα, στις νέες πραγματικότητες που εξελίσσονται στην περιοχή, γίνεται κάτι περισσότερο από φανερό.
Δυστυχώς η κυβέρνηση Τσίπρα και το υποταγμένο μνημονιακό μπλοκ δεν μπορούν να συγκροτήσουν έναν νέο εθνικό προσανατολισμό, ο οποίος θα έχει όχι μονοσήμαντες , αλλά πολύπλευρες αναφορές και σχέσεις στον νέο μετα-δυτικό κόσμο που έχει αρχίσει να αποτυπώνεται.
ΜΑΙΡΗ ΒΡΑΝΑ