Το 1986 γίναμε μάρτυρες μιας… σφαγής αλλιώτικης από τις συνηθισμένες. Όχι μόνο γιατί ήταν ποδοσφαιρική και αναίμακτη, αλλά γιατί στη θέση του θύματος ήταν οι Σοβιετικοί, που στις αφηγήσεις των Δυτικών ήταν πάντα οι κακοί που διέπρατταν σφαγές κι εγκλήματα.
Βρισκόμαστε λίγους μήνες μετά το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ που επικύρωσε την Περεστρόικα, και από το πυρηνικό δυστύχημα στο Τσέρνομπιλ, που κατέδειξε τα όρια της δίδυμης έννοιας της “Γκλάσνοστ” (διαφάνειας). Η σοβιετική ομάδα έμοιαζε όμως… πυρηνοκίνητη. Τα Μινγκ του Βαλερί Λομπανόφσκι είχαν ως βάση τους τη μεγάλη Ντιναμό Κιέβου, που την ίδια χρονιά παίζοντας σπουδαία μπάλα, κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων, νικώντας με 3-0 την Ατλέτικο Μαδρίτης. Ο μεγάλος Όλεγκ Μπλαχίν -που έγινε αργότερα προπονητής του Ολυμπιακού και βουλευτής του ΚΚ Ουκρανίας- ήταν στην τελευταία χρονιά της λαμπρής καριέρας του, ενώ ο Ιγκόρ Μπελάνοφ είχε βραβευτεί με τη Χρυσή Μπάλα, ως ο κορυφαίος παίκτης εκείνης της χρονιάς. Τα πάντα έμοιαζαν να περιστρέφονται γύρω απ’ τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας (την έδρα της Ντιναμό, αλλά και του Τσέρνομπιλ), που τότε δε θύμιζε σε τίποτα τη σημερινή κατάσταση με το φασιστικό χάλι.
Το βασικό πάντως δεν ήταν τα πρόσωπα και ο τόπος, αλλά το σύστημα. Ή μάλλον ο τρόπος που το ποδοσφαιρικό σύστημα θα αναδείκνυε τα πρόσωπα και τις ικανότητές τους, αυξάνοντας διαλεκτικά τον αγωνιστικό χώρο και τα στενά όρια του γηπέδου. Το σημαντικό εξάλλου δεν ήταν η διάταξη των παικτών και το ψυχρό σύστημα, πχ το 3-5-2 που θεωρούνταν πρωτοποριακό τότε πάντως, αλλά η συλλογικότητα στην εκτέλεση των ενεργειών και του πλάνου, αφού κάθε παίκτης έπρεπε να ξέρει εξίσου καλά να αμύνεται και να επιτίθεται, με τον ίδιο τρόπο που στην κοινωνία του μέλλοντος, η βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη των μέσων παραγωγής θα είναι ο σφαιρικά ανεπτυγμένος, ολοκληρωμένος άνθρωπος και η προσωπικότητά του. Με άλλα λόγια, ήταν η συνέχεια της φιλοσοφίας του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου της Ολλανδίας και του Ρίνους Μίχελς, κι όχι ενός “ολοκληρωτικού συστήματος”, όπως ήθελαν να πιστεύουν οι δυτικοί.
Ο Λομπανόφσκι τα έγραψε όλα αυτά και σε μια έκθεση, που δημοσιεύτηκε μάλιστα σε ένα φύλλο του “Οδηγητή”, της εφημερίδας της ΚΝΕ, και παραμένει ένα πολύ σημαντικό ντοκουμέντο για την κατανόηση του ποδοσφαιρικού προτσές και της σοβιετικής φιλοσοφίας.
Όπως θα έλεγε και ο Βλαδίμηρος, αν τον παραφράζαμε, χωρίς επαναστατική προπονητική θεωρία, δεν υπάρχει πραγματικά επαναστατικό ποδόσφαιρο, που να εξελίσσει το άθλημα και τον τρόπο που παίζεται. Το ζήτημα ήταν όμως πώς θα περνούσαν όλα αυτά στην πράξη.
Οι Σοβιετικοί συνέτριψαν στην πρεμιέρα με 6-0 την Ουγγαρία του Ντέταρι, ήρθαν ισόπαλοι 1-1 με τους Γάλλους, στο ντέρμπι του ομίλου, και πήραν την πρωτιά στη διαφορά τερμάτων νικώντας με τους αναπληρωματικούς 2-0 τον αδύναμο Καναδά.
Στο πρώτο νοκ-άουτ αντιμετώπισαν τους Βέλγους, που είχαν προκριθεί μεταξύ των καλύτερων τρίτων από το δικό τους όμιλο. Οι Σοβιετικοί προηγήθηκαν δύο φορές, με δύο γκολ του Μπελάνοφ, κι οι Βέλγοι ισοφάρισαν ισάριθμες, με τη διαφορά πως και τα δύο γκολ τους προήλθαν από θέση οφσάιντ -μια “μικρή” λεπτομέρεια που θα άλλαζε την ιστορία, μαζί με κάποια ακόμα αμφισβητούμενα σφυρίγματα. Στην παράταση, οι Βέλγοι πέτυχαν άλλα δύο γκολ και ο Μπελάνοφ ολοκλήρωσε το δικό του χατ-τρικ, που έμεινε χωρίς αντίκρισμα, μειώνοντας σε 4-3. Η ομορφιά του ποδοσφαίρου, εντός και εκτός εισαγωγικών.
Στη συνέχεια, το Βέλγιο απέκλεισε την Ισπανία στα πέναλτι κι έφτασε στα ημιτελικά, κάνοντας την καλύτερη πορεία της ιστορίας του, αλλά έπεσε πάνω στην Αργεντινή του Μαραντόνα, που τους καθάρισε με δυο δικά του προσωπικά γκολ. Η Σοβιετική ομάδα έφτασε δύο χρόνια αργότερα στον τελικό του EURO, απέναντι στους Ολλανδούς, που τους είχε νικήσει στον όμιλο, αλλά λύγισε από το γκολ του Γκούλιτ κι ένα τρομερό, ιπτάμενο βολέ του Βαν Μπάστεν, όπου δεν μπορούσε να κάνει τίποτα ο Ντασάγιεφ. Ο Μπελάνοφ έχασε πέναλτι και την ευκαιρία να μειώσει, αφήνοντας με την όρεξη την κερκίδα με τα σφυροδρέπανα -ναι, υπήρχαν και τέτοια.
Το 1990, η Σοβιετική Ένωση συνάντησε την Αργεντινή -που μπορεί να την συναντούσε και το 86′ αν ήταν στη θέση των Βέλγων- και τον ίδιο Σουηδό διαιτητή Έριχ Φρέντικσον, με την ιστορία να επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Το χέρι του θεού, δηλ του Μαραντόνα, που λειτούργησε ως τερματοφύλακας, έβγαλε μάτια, αλλά δεν απασχόλησε αυτά του Σουηδού ρέφερι, που εξόργισε τους γενικά ήρεμους -σαν ειρηνική συνύπαρξη- Σοβιετικούς.
Αυτή ήταν η τελευταία διεθνής παρουσία τους σε Μουντιάλ, αφού η χώρα διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη μες στους επόμενους μήνες. Η καλύτερη θέση που είχε ποτέ ήταν το 66′, στο Μουντιάλ της Αγγλίας, με την παρουσία της στα ημιτελικά. Η μεγαλύτερη ευκαιρία της έμοιαζε να είναι όμως το Μουντιάλ του 86′ στο Μεξικό.
Παρόλα αυτά, η πιο αξιομνημόνευτη στιγμή ήταν ένας… αποκλεισμός από την τελική φάση, στα προκριματικά του Μουντιάλ του 1974, όταν αρνήθηκε να παίξει τον αγώνα μπαράζ στη Χιλή του Πινοτσέτ, λίγους μόλις μήνες μετά το πραξικόπημα κατά του Αγιέντε, για να μη νομιμοποιήσει τη δικτατορία. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία…
*Πηγή: katiousa.gr