Μία ακόμη μήνυση προστέθηκε σε όσες έχουν κατατεθεί από συγγενείς θυμάτων της τραγικής πυρκαγιάς στο Μάτι. Πρόκειται για μήνυση του αδελφού της 26χρονης Ελισάβετ Χαρδαλούπα, που άφησε προ ημερών την τελευταία πνοή της στην Εντατική του Νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», όπου πριν λίγες μέρες είχε αφήσει την τελευταία της πνοή και η μητέρα του, Μαρία Μόσχου, 56 χρόνων.
Στη μήνυση ο Γιάννης Χαρδαλούπας κάνει λόγο για εγκληματική και τεράστια ευθύνη των αρμοδίων για τον τραγικό θάνατο της μητέρας του και της αδελφής του, ενώ περιγράφει τον πανικό και το χάος που επικράτησε την ώρα της πυρκαγιάς.
Ο κ. Χαρδαλούπας, ο οποίος είναι μόνιμος κάτοικος Νέας Υόρκης, αναφέρει ότι δύο ημέρες πριν την τραγωδία είχε έρθει στην Αθήνα κι έμενε με τη μητέρα του και την αδελφή του, στο σπίτι τους στον Νέο Βουτζά. Το πρωί της Δευτέρας 23 Ιουλίου είχε κατέβει στην Αθήνα για δουλειές κι επέστρεψε κατά τις 5 το απόγευμα. Όπως αναφέρει, όταν έφτασε με το αυτοκίνητό του στο σπίτι «είδα πολλούς καπνούς και την αδελφή μου να ρίχνει νερό με το λάστιχο σε διάφορα μέρη του σπιτιού μας και της αυλής μας, κι έσπευσα να τη βοηθήσω κι εγώ. Στη συνέχεια, καταλάβαμε ότι οι καπνοί γινόντουσαν μεγαλύτεροι κι όλα έδειχναν ότι η φωτιά ήταν στο δάσος και πλησίον του Ν. Βουτζά κι ότι προφανώς υπήρχε σοβαρός κίνδυνος για τα σπίτια μας και για όλους μας».
Όπως επισημαίνει, δεν είδαν πουθενά πυροσβεστικά οχήματα, αλλά ούτε και εναέρια πυροσβεστικά μέσα.
«Μετά την 17.30 ώρα πέρασε τυχαία ένα περιπολικό όχημα της Αστυνομίας με δύο αστυνομικούς μέσα σ’ αυτό. Τους ρωτήσαμε τί συμβαίνει και μας δήλωσαν, τελείως αορίστως, πλήρη άγνοια, αλλά στη συνέχεια μας είπαν “για καλό και κακό φύγετε”, αλλά αυτό μας το είπαν τελείως ανεύθυνα και αόριστα, χωρίς να μας πουν, πού να πάμε και τι να κάνουμε για να σωθούμε.
Είχαμε, ως οικογένεια, δύο αυτοκίνητα. Εγώ μπήκα στο δικό μου και στο άλλο, της αδερφής μου, η αδελφή μου ως οδηγός και η μητέρα μου ως συνοδηγός. Μπροστά η αδελφή μου και εγώ από πίσω με κατεύθυνση τη β΄ έξοδο Νέου Βουτζά για τη Λεωφόρο Μαραθώνος. Είδαμε μπροστά μας πύρινη κόλαση και είχε πολλή κίνηση από αυτοκίνητα, και αντιληφθήκαμε ότι θα κατευθυνόμασταν στον θάνατο. Προχωρήσαμε και απομακρυνθήκαμε μόνο 20-30 μέτρα από το σπίτι, λόγω της μεγάλης κίνησης και των καπνών. Αμέσως, κατόπιν αυτού, έκανα αναστροφή και το ίδιο έκανε με το αυτοκίνητό της και η αδελφή μου.
Προχώρησα γύρω στα 400 μέτρα μέσα από φλόγες και αργότερα, όταν είχα καλύτερο οπτικό πεδίο, διαπίστωσα ότι η αδελφή μου δεν με είχε ακολουθήσει. Αμέσως επέστρεψα πίσω για να τις βρω και τις δύο (μητέρα και αδελφή) και να τις πάρω.
Όταν γύρισα ήταν πλέον και οι δύο εκτός αυτοκινήτου, περίπου έξω από το σπίτι μας. Το αυτοκίνητο είχε τελείως καεί, ενώ και αυτές είχαν φανερά και πολύ σοβαρά εγκαύματα. Πονούσαν πολύ και τις επιβίβασα στο αυτοκίνητό μου και ειδικότερα τη μητέρα μου μπροστά και την αδελφή μου πίσω, και φύγαμε με κατεύθυνση το Κέντρο Υγείας Νέας Μάκρης».
Όπως αναφέρει, οι αστυνομικοί εκεί του είπαν να πάει στο Μάτι, αλλά εκείνος αποφάσισε να πάει στην Αθήνα, τρέχοντας με 150 χ.λμ. την ώρα για να φθάσει γρήγορα σε νοσοκομείο.
«Ύστερα από πολύ κόπο φτάσαμε στο Ιατρικό Αθηνών και αμέσως τις παίρνουν και τις δύο μέσα για άμεση νοσηλεία. Μας είπαν, όμως, στη συνέχεια, ότι δεν είχαν τμήμα εγκαυμάτων. Πέρασαν, δυστυχώς, δύο πολύτιμες ώρες διαβουλεύσεων και συσκέψεων, για το πού θα έπρεπε να μεταφερθούν οι δύο σοβαρά τραυματίες. Μου είπαν για το Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και αυτό έκανα. Έτσι, διακομίστηκαν και οι δύο στον “Ευαγγελισμό”, αλλά στη συνέχεια η μητέρα μου κατέληξε 4/8/18 και η αδελφή μου 11/9/18».
Παράλληλα, ο αδελφός της 26χρονης αναφέρει ότι μετά τον θάνατο της μητέρας του, προσπάθησε να μεταφέρει την αδελφή του στην Αμερική, για να εισαχθεί σε κάποιο ειδικότερο Νοσοκομείο.
«Λόγω, όμως, μεγάλης γραφειοκρατίας και ευθυνοφοβίας στη χώρα μας, δεν κατάφερα να εκδώσω νέα ταυτότητα και ούτε και διαβατήριο, διότι ήθελαν την ίδια, κάτι όμως που αδύνατο. Σημειώνουμε ότι όλοι οι αστυνομικοί, για τη μεταφορά της αδελφής μου στις ΗΠΑ, μου φέρθηκαν πολύ καλά, ενώ αντιθέτως συνάντησα πολλά προβλήματα για την αποστολή των φωτογραφιών με τα τραύματα της αδελφής μου σε Νοσοκομείο των ΗΠΑ. Είχαν καεί όλα τα έγγραφά της με τα στοιχεία της (ταυτότητα, διαβατήριο, κ.λπ.) και δεν μπορούσα να εκδώσω νέα ταυτότητα. Μου ζητούσαν πληρεξούσιο, αλλά και αυτό δεν μπορούσε να γίνει, διότι ήταν σε καταστολή. Δεν πρόλαβα, δυστυχώς, να ολοκληρώσω τη διαδικασία δικαστικής συμπαράστασης, διότι την 11η Σεπτεμβρίου απεβίωσε και η αδελφή μου. Είναι προφανές ότι η ευθύνη των αρμοδίων για τον τραγικό θάνατο της μητέρας και αδελφής μας είναι τεράστια, αυτονόητη και εγκληματική», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Χαρδαλούπας.