Ριζικά νέα δεδομένα και ανατροπή πολυετών σχεδιασμών και φιλοδοξιών σηματοδοτεί η κατάληψη την Κυριακή 18 Μαρτίου από τον τουρκικό στρατό και τους συμμάχους του – κατσαπλιάδες της κουρδικής πόλης Αφρίν στα βόρεια της Συρίας.
Μεγάλος κερδισμένος της απρόσμενα εύκολης κατάληξης της επιχείρησης «Κλάδος Ελιάς» που ξεκίνησε στις 20 Ιανουαρίου είναι η Τουρκία. Το καθεστώς Ερντογάν, ενώ ετοιμαζόταν για μια πολύμηνη πολιορκία με σημαντικές απώλειες και ακόμη πιο σημαντικά πλήγματα στη δημόσια εικόνα του εξ αιτίας των εγκλημάτων πολέμου στα οποία θα προέβαινε, κατήγαγε μια απρόσμενη επιτυχία στα όρια του θριάμβου. Η απόφαση των Κούρδων υπερασπιστών του Αφρίν, των Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG), να παραδώσουν την πόλη χωρίς να πολεμήσουν δικαιώνει την επιλογή του Ερντογάν να εισβάλεις τη Συρία, προσπερνώντας όχι μόνο διεθνείς αντιδράσεις όταν για παράδειγμα παραβίαζε την εκεχειρία που επέβαλε ο ΟΗΕ, αλλά και ισχυρότατες εσωτερικές αντιδράσεις, εκ μέρους των Κούρδων και της δημοκρατικής αντιπολίτευσης – εδώ προφανώς δεν συμπεριλαμβάνεται το βαθύ κεμαλικό κράτος με το οποίο ο Ερντογάν ενισχύει συνεχώς τους δεσμούς του.
Τα πολιτικά κέρδη της Τουρκίας είναι τόσο σοβαρά ώστε ο Ερντογάν δημόσια δήλωσε πως η κατάληψη της Αφρίν, που ουδέποτε θα είχε συμβεί αν δεν ήθελαν οι Ρώσοι, ήταν μόνο η αρχή κι ο επόμενος στόχος είναι οι Κούρδοι που βρίσκονται στα ανατολικά. Εδώ μάλιστα βγήκε στην επιφάνεια και μια διάσταση, καθαρό αποτέλεσμα της αλαζονείας που προκάλεσε στην Άγκυρα η εξάλειψη του YPG από τον κουρδικό θύλακα του Αφρίν. Μέχρι πρόσφατα, η Τουρκία δήλωνε πώς αιτία πολέμου θεωρεί την παρουσία των Κούρδων δυτικά του Ευφράτη: από το Αφρίν μέχρι και την πόλη Μανμπίτζ, όπου οι Κούρδοι των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων επιχειρούν από κοινού μαζί με 2.000 αμερικανούς στρατιώτες. Σε αυτό το πλαίσιο είχαν διαρρεύσει πληροφορίες ακόμη και για από κοινού επιχειρήσεις των τουρκικών και αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στο Μανμπίτζ εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, όπου οι Τούρκοι θα υποκαθιστούσαν τους Κούρδους οι οποίοι θα στέλνονταν ανατολικά του Ευφράτη. Πλέον όμως ο Ερντογάν δηλώνει πώς θα φτάσει με το Βόρειο Ιράκ! Απειλεί τη Βαγδάτη πώς αν δεν λάβει στρατιωτικά μέτρα για να εξαλείψει τις βάσεις του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος από το ημι-αυτόνομο κουρδικό βόρειο Ιράκ, θα επέμβει όπως έπραξε και στη Συρία. Εδώ εμφανέστατα η Άγκυρα αναπροσάρμοσε τους στόχους της, επί το επιθετικότερο, έπειτα από την επιτυχία της Αφρίν.
Εντός της Τουρκίας, δεν αποκλείεται ο Ερντογάν να επισπεύσει τις προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το Νοέμβριο του 2019. Παρότι έχει κατ’ επανάληψη αποκλείσει τέτοιο ενδεχόμενο θεωρείται πιθανό να επιχειρήσει να κεφαλαιοποιήσει τα πολιτικά κέρδη που του εξασφάλισε η αποκαθήλωση από το κέντρο του Αφρίν του αγάλματος του επαναστάτη σιδερά Κάουα, σύμβολο του αγώνα του κουρδικού λαού για απελευθέρωση.
Μεγάλος χαμένος από την είσοδο στην Αφρίν του Τουρκικού στρατού και των συμμάχων του του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, ήταν το όραμα εκατομμυρίων Κούρδων για τη δημιουργία ενός ημι-αυτόνομου θύλακα στα βόρεια της Συρίας, που εν καιρώ θα μετασχηματιζόταν σε κράτος. Η δήλωση των Κούρδων πώς θα συνεχίσουν να πολεμούν τους εισβολείς με τακτικές ανταρτικού πολέμου και θα γίνουν ο καθημερινός τους εφιάλτης, μένει να αποδειχθούν. Ως προς το παρών οι σκηνές λεηλασίας και τρόμου που μετέδιδαν από το Αφρίν τα διεθνή Μέσα και ανταποκριτές αποτελούν το άδοξο τέλος σχεδίων που γράφτηκαν με αίμα χιλιάδων Κούρδων οι οποίοι πολέμησαν στο πλάι των Αμερικανών ελπίζοντας να ευεργετηθούν με το πράσινο φως για ένα δικό τους κράτος. Τους επόμενους μήνες δεν αποκλείεται η Τουρκία να επιχειρήσει να εγκαταστήσει στην Αφρίν τα 3 εκατ. προσφύγων πολέμου από τη Συρία που βρίσκονται στα εδάφη της, πετυχαίνοντας με αυτό τον τρόπο ένα διπλό στόχο: από τη μια να απαλλαγεί η ίδια από τους Σύρους πρόσφυγες κι από την άλλη να αλλοιώσει την εθνική σύνθεση της Αφρίν, όπως κάνει για παράδειγμα το Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ σε βάρος των Παλαιστινίων.
Στην πλευρά των χαμένων εντάσσεται και η Συρία. Ο Άσαντ μπορεί να απέτρεψε τη ντε φάκτο δημιουργία ενός κουρδικού ημι-αυτόνομου κρατιδίου στα βορειοδυτικά σύνορά του, αλλά αν έπρεπε να επιλέξει μεταξύ κουρδικής και τουρκικής κατοχής συριακών εδαφών, σίγουρα δεν θα επέλεγε την τουρκική. Φάνηκε άλλωστε και από τις τελευταίες εβδομάδες όταν δυνάμεις του συριακού στρατού και των συμμάχων του έσπευσαν στην Αφρίν προς ενίσχυση των Κούρδων. Ήταν όμως αργά…
Ενώ όλα τα παραπάνω θεωρούνται σίγουρα, έστω και σε ένα περιβάλλον που αλλάζει μέρα με τη ημέρα, άγνωστη παραμένει η απάντηση των Αμερικανών. Η αντίφαση που προκύπτει για την Ουάσινγκτον είναι εξόφθαλμη: Δεν μπορεί ο Τραμπ από την μια με την αλλαγή του δόγματος εθνικής ασφαλείας να απειλεί Κίνα και Ρωσία μαζί, κι από την άλλη να ανέχεται από τον Ερντογάν την ακύρωση στρατηγικών συμμαχιών για τις ΗΠΑ σε μια χώρα που σε λίγο η πλειοψηφία των κατοίκων της θα είναι ξένοι στρατοί που μάχονται μεταξύ τους. Γιατί η Τουρκία μπορεί να θέλει να αποτρέψει τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους που αργά ή γρήγορα θα συμπεριλάβει και τουρκικά εδάφη, για τις ΗΠΑ ωστόσο κρίνεται ολόκληρος ο σχεδιασμός τους για τη Μέση Ανατολή, καθώς με την παρουσία τους στη Συρία επιδιώκουν να ελέγχουν τη Ρωσία και το Ιράν. Πολεμώντας μαζί με τους Κούρδους, που είναι οι μεγάλοι χαμένοι κάθε γεωπολιτικής ανατροπής στην περιοχή, συγκαλύπτουν τα επεκτατικά – εμπρηστικά τους σχέδια και εμφανίζονται ως μια δύναμη σταθερότητας που απονέμει δικαιοσύνη και εγγυάται την ασφάλεια του Κουρδικού πληθυσμού. Επιτρέποντας όμως στις ορδές του τουρκικού στρατού να επιβάλλουν εθνοκάθαρση στα νότια σύνορα της Τουρκίας, γιατί αυτό επιδιώκει ο Ερντογάν, οι Αμερικάνοι εκτίθενται και φαίνονται ως αυτό που πραγματικά είναι: δύναμη εισβολής και αιτία όλων των δεινών που μαστίζουν την Μέση Ανατολή.
*Πηγή: Νέα Σελίδα