Κριτική Θεάτρου – Μισέλ φαν ντερ Άα: Το βιβλίο της ανησυχίας του Φερνάντο Πεσσόα, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, 15 και 16 Δεκεμβρίου
Ένα αδιαμφισβήτητα πρωτοποριακό στη σύλληψη και εκτέλεση «σκηνικό έργο», όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα της παράστασης, φιλοξενήθηκε στην κεντρική σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών την Παρασκευή και το Σάββατο 15 και 16 Δεκεμβρίου. Ο πολυβραβευμένος Ολλανδός συνθέτης και σκηνοθέτης Μισέλ φαν ντερ Άα συνεργάστηκε με καλλιτέχνες της χώρας μας, μεταφέροντας, ως έναν βαθμό πιστά, την παράστασή του Βιβλίο της ανησυχίας (2008) στο ελληνικό κοινό. Πρόκειται για ένα πολυσύνθετο θέαμα που βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του Φερνάντο Πεσσόα, του μεγαλύτερου, ίσως, συγγραφέα της Πορτογαλίας κι ενός από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες του εικοστού αιώνα.
Ο Πεσσόα (1888-1935) είναι μια πολύ ιδιότυπη προσωπικότητα· γράφει το έργο του «πολλαπλασιασμένος» σε ποικίλους εαυτούς, τους οποίους ονοματίζει και σκιαγραφεί σύμφωνα με το «τέχνασμα των ετερωνύμων», όπως το έχει ο ίδιος χαρακτηρίσει. Ανάμεσα στον εαυτό και τον άλλο, ή καλύτερα αποποιούμενος έναν «ανόθευτο και καθαρό εαυτό», καθώς αμφισβητεί βαθιά μια τέτοια εκδοχή του, εκφράζεται σαν να ήταν ο ίδιος οι «πολλοί και διάφοροι» αυτού του κόσμου. Στο Βιβλίο της ανησυχίας, ο ήρωας-εαυτός είναι ο Μπερνάντο Σοάρες (ίσως η πιο κοντινή στην προσωπικότητα του Πεσσόα φαντασιακή «ετερωνυμική» του κατασκευή), ο οποίος αφηγούμενος και περιηγούμενος στις πολυσύνθετες ατραπούς της σκέψης, της γνώσης και του ονείρου, κτίζει αυτό το «magnum opus», πολλών εκατοντάδων σελίδων, και μαζί έναν νέο, γοητευτικά δυσκολοδιάβατο δρόμο υπαρξιακής αναζήτησης.
Ο φαν ντερ Άα δούλεψε την παράστασή του αφενός αναδεικνύοντας το ύφος Του βιβλίου της ανησυχίας και του Πεσσόα και αφετέρου εντάσσοντας σε αυτήν όλα τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις μουσικές συνθέσεις και τις σκηνοθεσίες του: δημιούργησε μια παρτιτούρα κινούμενη στο χώρο της νέας μουσικής και των τεχνολογιών, εκτελεσμένη από μια δεκαπενταμελή ζωντανή ορχήστρα (Ergon Ensemble) υπό τη διεύθυνση του Kasper De Roo, η οποία λειτούργησε ως βάση που πάνω της ενσωματώθηκαν κινηματογραφικές εικόνες, η κίνηση του ζωντανού προσώπου/ ηθοποιού επί σκηνής (Μιλτιάδης Φιορέντζης), αλλά και ο λόγος του πορτογάλου συγγραφέα· πεζός, είτε στα πορτογαλικά, που ακούγονταν στην ταινία, είτε στα ελληνικά, που εκφέρονταν στη σκηνή (μετάφραση λιμπρέτου Άννυ Σπυράκου), αλλά πάντα ανοικτός προς μια ιδιότυπη ποιητικότητα, την οποία υποστήριζε η μουσική.
Τα σκηνικά (Marc Warning) ήταν μια σειρά από πέντε κύκλους, διαμέτρου από 1.5 έως 3 μέτρα, μετωπικά τοποθετημένοι σε όλο το μήκος της σκηνής, αλλά όχι στοιχισμένοι. Σε δύο από αυτούς προβαλλόταν το κινηματογραφημένο υλικό που, όμως, παρουσιαζόταν τεμαχισμένο σε δύο μέρη (κάθε κύκλος φιλοξενούσε το ένα μέρος). Ο τρίτος κύκλος, ανάμεσα στους άλλους δύο, ήταν σαν ένας σκοτεινός καθρέφτης που εμφάνιζε την εικόνα του φιλμ που προβαλλόταν στον έναν από τους παραπάνω κύκλους. Ο τέταρτος κύκλος μικρότερος λευκός και απομακρυσμένος στο βάθος της σκηνής παρέμεινε «ανενεργός» σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Ο πέμπτος ήταν ένα μεγάλο τσέρκι μπροστά από τον μη καθρεφτιζόμενο κύκλο προβολής αλλά έκκεντρα σε σχέση με αυτόν. Αυτοί οι λευκοί κύκλοι / πανί προβολής συχνά εμφανίζονταν και μέσα στο κινηματογραφημένο θέμα, λειτουργώντας σαν ένα οπτικό λάιτ μότιφ. Μπροστά από τους κύκλους ήταν τοποθετημένο ένα ξύλινο παλιό γραφείο πνιγμένο στα χειρόγραφα, στο οποίο εργαζόταν ο Σοάρες. Οι κινήσεις του ηθοποιού επί σκηνής επαναλάμβαναν συχνά τις αντίστοιχες του πορτογάλου ηθοποιού του φιλμ, αντιστρέφοντας τη συνθήκη όπου μια κάμερα κινηματογραφεί τον ηθοποιό καθώς παίζει για να τον προβάλλει ταυτόχρονα στην οθόνη.
Ο άψογος συγχρονισμός όλων των επιμέρους στοιχείων στηριζόταν αποκλειστικά σχεδόν στη μουσική παρτιτούρα του έργου και στην άρτια εκτέλεσή της από το Ergon Ensemble. Πρόκειται, άλλωστε, για ένα μουσικό σύνολο που έχει ξεχωρίσει με τις εμφανίσεις του στη Στέγη, στο Μέγαρο Μουσικής, στο Φεστιβάλ Αθηνών και σε διάφορα Φεστιβάλ του εξωτερικού.
Κλείνοντας θα ήθελα να κάνω ιδιαίτερη μνεία στον ξεχωριστό Μιλτιάδη Φιορέντζη. Υπήρξε ένας ουσιαστικά στοχαστικός Σοάρες, βαθιά συνεπαρμένος από τον πλούτο που του αποκαλύπτει η ενασχόληση με τον εσωτερικό του κόσμο και γι’ αυτό ενθουσιώδης, κινούμενος ανάμεσα στον οίστρο της δημιουργίας του Έργου και την αγωνία της ολοκλήρωσης του.
Τα ονόματα των υπόλοιπων συντελεστών και καλλιτεχνών, αυτού του ιδιότυπου «μουσικού θεάτρου για ηθοποιό, μουσικό σύνολο και ταινία» αξίζει να αναφερθούν εδώ χωρίς περικοπές:
ERGON ENSEMBLE: Νίκος Νικόπουλος (φλάουτο), Κώστας Τζέκος (κλαρινέτο), Παναγιώτης Σιωράς (κλαρινέτο), Δημήτρης Ντακοβάνος (φαγκότο), Σπύρος Λασκαρίδης (τρομπέτα), Μπάμπης Ταλιαδούρος (κρουστά σολίστ), Κώστας Παναγιωτίδης (βιολί), Παναγιώτη Τζιώτης (βιολί), Ευγένιος Ζιμπάι (βιολί), Αγγέλα Γιαννάκη (βιόλα), Μάριος Δαπέργολας (βιόλα), Δημήτρης Τραυλός (τσέλο), Αντώνης Πρατσινάκης (τσέλο), Νίκος Τσουκαλάς (κοντραμπάσο).
Καλλιτεχνικός συντονισμός: Αλέξανδρος Μούζας
Αριάννα Χατζηγαλανού: βοηθός σκηνοθέτη
Siemen van der Weij: τεχνική διεύθυνση
Floriaan Ganzevoort: σχεδιασμός φωτισμών
Simon Hendry: χειρισμός ήχου και βίντεο
*Η Ναταλί Μηνιώτη είναι Διδάκτωρ Θεατρολογίας