Το 51% των νέων κρουσμάτων στο Ισραήλ ήταν μεταξύ ατόμων που είχαν ήδη εμβολιαστεί με Pfizer, σύμφωνα με τον ιστότοπο της Ha’aretz.
Τα στοιχεία από το ποιο εμβολιασμένο κράτος στο κόσμο είναι πολύ ενδιαφέροντα καθώς αποτελούν απόδειξη και όχι εικασίες για την μετάλλαξη Delta του Covid 19.
Η μετάλλαξη Delta είναι μεταδοτική αλλά όχι ιδιαίτερα θανατηφόρα σε αντίθεση με την επικρατούσα άποψη.
Τα στοιχεία από το Ισραήλ αποτελούν απόδειξη ότι η μετάλλαξη Delta είναι πολύ λιγότερο θανατηφόρα, ωστόσο μπορεί να νοσήσουν και οι εμβολιασμένοι.
Τα πραγματικά δεδομένα από το Ισραήλ καταδεικνύουν ότι η μετάλλαξη Delta δεν είναι τόσο επικίνδυνη όσο παρουσιάζεται, μπορεί να είναι μεταδοτική αλλά όχι θανατηφόρα.
Στην Ελλάδα επιχειρούν να τρομοκρατήσουν τον κόσμο αναφέροντας ότι οι μη εμβολιασμένοι κινδυνεύουν αλλά με βάση πραγματικά στοιχεία και όχι υποθέσεις αυτό δεν ισχύει.
Στο Ισραήλ καταγράφεται μεγάλη αύξηση νέων κρουσμάτων, στις 5 Ιουλίου 2021 κατεγράφησαν 501 νέα κρούσματα ο υψηλότερος αριθμός από τον Μάρτιο του 2021.
Η αρμόδια επιτροπή που παρακολουθεί την εξέλιξη του κορωνοιού θα συνεδριάσει στις 6 Ιουλίου 2021 για να αξιολογήσει τα νέα δεδομένα.
Την Δευτέρα 5 Ιουλίου 2021 διεξήχθησαν περίπου 72.000 tests που αποτελεί υψηλό 3 μηνών και το 0,7% όσων ελέχθησαν βρέθηκαν θετικοί στον κορωνοιό, όπως αναφέρει η Jerusalem post.
Να σημειωθεί ότι περίπου 343 νέες κρούσματα κορωνοϊού διαγνώστηκαν στο Ισραήλ στις 4 Ιουλίου, με βάση τα 49 χιλιάδες tests που πραγματοποιήθηκαν όπως ανέφερε το Υπουργείο Υγείας.
Το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ πρόσθεσε ότι 35 ασθενείς επί του παρόντος βρίσκονται σε σοβαρή κατάσταση, 16 από τους οποίους είναι διασωληνωμένοι, και η πλειοψηφία αυτών ήταν εμβολιασμένοι.
Μέχρι στιγμής, ο αριθμός των θανάτων στο Ισραήλ από τον ιό ανέρχεται σε 6.428.
Συγκεκριμένα, το 51% των νέων κρουσμάτων ήταν μεταξύ ατόμων που είχαν ήδη εμβολιαστεί, σύμφωνα με τον ιστότοπο της Ha’aretz.
Υπάρχουν 2.957 ενεργά κρούσματα στο Ισραήλ, από 1.228 πριν μια εβδομάδα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι περίπου 5.645.604 Ισραηλινοί έχουν λάβει μέχρι στιγμής την πρώτη δόση του εμβολίου της Pfizer, ενώ 5.177.756 ήδη έχουν εμβολιαστεί και με την δεύτερη δόση.
Η σύγκριση
Το Ισραήλ αυτή την στιγμή έχει περίπου 2.900 κρούσματα σε σύγκριση με λιγότερα από 200 πριν από μερικές εβδομάδες.
Ταυτόχρονα, από την αρχή της νέας μετάλλαξης Delta, δεν παρατηρήθηκε αύξηση των σοβαρών περιπτώσεων.
Στις 6 Ιουλίου 2021 αριθμός των σοβαρών ασθενών ανήλθε σε 33 – τις τελευταίες ημέρες, ο αριθμός κυμαινόταν μεταξύ 31 και 35. Στο χαμηλότερο επίπεδο στα μέσα Ιουνίου, ήταν 21.
Τον Απρίλιο, με παρόμοιο αριθμό ενεργών κρουσμάτων, το Ισραήλ είχε περισσότερους από 100 σοβαρά ασθενείς και στο αποκορύφωμα της πανδημίας τον Ιανουάριο υπήρχαν περισσότεροι από 1.200.
Επιπλέον, από τις 13 Ιουνίου, μόνο ένας ασθενής υπέκυψε στον ιό.
Στο αποκορύφωμα της πανδημίας, χιλιάδες νέα κρούσματα και δεκάδες νέα θύματα καταγράφηκαν καθημερινά και ο συνολικός αριθμός ενεργών κρουσμάτων ανήλθε σε πάνω από 88.000.
Ωστόσο, ο τρέχων αριθμός νέων φορέων ιών σημειώνει σημαντική αύξηση σε σύγκριση με τις 10-20 νέα κρούσματα που εντοπίστηκαν στις αρχές Ιουνίου.
Επιπλέον, ένα σημαντικό ποσοστό μεταξύ των μολυσμένων ατόμων είχαν ήδη εμβολιαστεί πλήρως.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το Υπουργείο Υγείας του Ισραήλ, το εμβόλιο Pfizer έχει αποδειχθεί ότι είναι μόνο 64% αποτελεσματικό στην πρόληψη λοιμώξεων.
Ωστόσο το εμβόλιο παραμένει εξαιρετικά αποτελεσματικό 93% έναντι σοβαρών συμπτωμάτων, κάτι που θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί οι βαριά ασθενείς είναι μειωμένοι.
Stanford University: Γιατί τα μικρά παιδιά δεν νοσούν;
Εάν κάποιος έχει υποστεί λοίμωξη με παρόμοιους αλλά ήπιους κορωνοιούς μπορεί να έχει πιο ήπια συμπτώματα απέναντι στον COVID-19 σε περίπτωση που μολυνθεί σύμφωνα με νέα μελέτη από το Stanford University.
Σε έρευνα που δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό Science Immunology, η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο λόγος που ορισμένοι ασθενείς έχουν ήπια συμπτώματα ενώ έχουν μολυνθεί από Covid 19 οφείλεται στα Τ κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που «θυμούνται» έναν παρόμοιο, ασθενέστερο τύπο κορωνοϊού στο παρελθόν.
Τα Τ κύτταρα αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος του σώματος και έχουν την ικανότητα να θυμούνται παθογόνα, ώστε να μπορούν να τα καταπολεμήσουν πιο εύκολα.
Αυτό είναι σημαντικό καθώς μεγάλο μέρος της επιστημονικής συζήτησης για την ανοσία επικεντρώνεται σε αντισώματα – τα οποία είναι πρωτεΐνες που προσκολλώνται σε έναν ιό πριν μολύνει τα κύτταρα – αυτά μπορούν εύκολα να ξεγελαστούν.
«Τα παθογόνα εξελίσσονται γρήγορα και «μαθαίνουν» να κρύβουν τα κρίσιμα χαρακτηριστικά τους από τα αντισώματά μας», εξήγησε ο καθηγητής Mark Davis, επικεφαλής συγγραφέας και διευθυντής της μελέτης του Ινστιτούτου Ανοσίας, Μεταμόσχευσης και Λοίμωξης του Stanford.
Τα κύτταρα Τ, αντίθετα, λειτουργούν διαφορετικά και είναι πιο δύσκολο να παραπλανηθούν, και ως τέτοια μπορούν ακόμη και να προσφέρουν έναν τρόπο διασφάλισης της ανοσίας μετά την εξασθένιση των αντισωμάτων .
Τα ευρήματα αποκαλύπτουν μια πιθανή απάντηση για το γιατί μερικοί άνθρωποι είναι πιο ανθεκτικοί στο COVID-19 και ειδικά τα μικρά παιδιά.
Οι εποχιακοί κορωνοϊοί που μπορούν να προκαλέσουν το κοινό κρυολόγημα το οποίο είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στα παιδιά.
Αυτή η έκθεση μπορεί, στην πραγματικότητα, να έχει βοηθήσει τα Τ κύτταρα τους να αντισταθούν στο COVID-19.
Το 80% των παιδιών στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτίθενται στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής τους σε κρυολογήματα.
Τα ευρήματα υποστηρίζονται επίσης από μια άλλη μελέτη που έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο COVID-19 θα είναι τελικά μια ακόμη εποχική ίωση.
Διεξήχθη από ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Γιούτα και δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό Viruses, το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπινου σώματος έχει μάθει από την πανδημία και θα προσαρμοστεί.
Αυτό, με τη σειρά του, θα επηρεάσει τη σοβαρότητα της νόσου, αντί να αλλάξει η ίδια η ασθένεια.
Ένα παράδειγμα που έδωσε ο συγγραφέας της μελέτης καθηγητής Fred Adler ήταν ένας συγκεκριμένος τύπος εποχικού κορωνοϊού. Σήμερα το στέλεχος αυτό δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο ή σοβαρό. Ωστόσο, μπορεί κάποτε να ήταν ο ιός που προκάλεσε την πανδημία της ρωσικής γρίπης στα τέλη του 1800.
Όπως και η ρωσική γρίπη, ο COVID-19 θα μπορούσε σύντομα να ακολουθήσει μια παρόμοια πορεία.