Άλλος άνθρωπος πήγα στη συναυλία του Θάνου Μικρούτσικου κι άλλος έφυγα. Πήγα κουρασμένος από τα τρέχοντα, κατηφής, καταπτοημένος από τους τελευταίους μήνες που έτρεξαν πάνω μου σαν άρματα μηδικά, φορτωμένα με σαχλούς κι αχρείους. Πήγα με βέβαιη την ελπίδα ότι θα πιω λίγο γάργαρο νερό να πάρω δύναμη κι εν τέλει αναβαπτίσθηκα. Έφυγα με την ψυχή ολόφεγγη, φόρεσε το πρόσωπό μου ξανά τα καλά του, είδα τον λύκο τον μονιά να την κάνει μακριά με την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια και ξανάσμιξε η καρδιά μου με τη χαρά που μας προσφέρουν οι δημιουργοί.
Συγχωρήστε μου τον πρώτο ενικό, αλλά τον καταθέτω στα πόδια του Θάνου. Των μεγάλων ποιητών, των κορυφαίων τραγουδιστών, των σπουδαίων μουσικών, σ’ αυτή τη γιορτή του πολιτισμού που πλήθος Ελλήνων φέρουν μέσα τους προίκα και φυλαχτό, ελπίδα και ασπίδα.
Ήρθε ο Θάνος στη γιορτή φορτωμένος ποιητές, λαϊκές γειτονιές, πόθους και καημούς, επικές ιστορίες, χιούμορ και στοχασμό, ξέσπασμα και αρχοντιά, σημαίες βαμμένες στους βίους των ανθρώπων,
ήρθε στη γιορτή φορτωμένος άδολα δώρα και αιχμές από δόρατα. Έφερε μαζί του τους αγγέλους τραγουδιστές κι έβγαλε τις ψυχές του κόσμου στον χορό. Υποκλινόμουν και πετούσα. Έβλεπα γύρω μου τους ανθρώπους να αλλάζουν τις στιγμές σαν να βρίσκονταν σε λιτανεία, σε γλέντι, σε πάρτι, σε νεκρόδειπνο, έβγαιναν οι άνθρωποι στον κήπο, άλλος στις τριανταφυλλιές κι άλλος στα μπουγαρίνια, με το πένθος τους και τη χαρά τους, με τα λυμένα και τα άλυτα, αναβόσβηνε η νύχτασε τοπία ολοφάνερα και μυστικά, από το ένα τραγούδι στο άλλο, με τον Θάνο μέγα δημιουργό επί σκηνής να διευθύνει, να οργανώνει και να ελευθερώνει τον θίασο που μέσα του παίζαμε όλοι. Χρόνια το κάνει αυτό ο Μικρούτσικος, χρόνια ακούει τη βουή, την αντάρα και τη σιωπή, γράφοντας με μουσική τις ζωγραφιές της Ποικίλης Στοάς στις πόλεις των Νεοελλήνων.
Το έρμα του λαού είναι ο πολιτισμός του και το οικουμενικό φορτίο που φέρει – αυτό είναι που διευρύνει την αντίληψη των πολλών και των πληβείων, αυτό είναι που τους κρατά ανθρώπους και δεν αφήνει τους Δυνατούς να τους αποβλακώσουν, να τους κάνουν μηχανές και δούλους. Μεγάλη υπόθεση, διαρκής επανάσταση.
Ο τίτλος «Θάνος Μικρούτσικος» που έβαλα σε αυτό το μικρό κομμάτι δεν υπηρετείται απ’ όσα γράφω – είναι μέγιστος δημιουργός και ουδέποτε θα τολμούσα να τον αποτιμήσω – απλώς ο τίτλος μπήκε για να τραβήξει το ενδιαφέρον σας. Για ένα και μόνον πράγμα που θέλω να πω: «λαμπρυνόν μου τη στολή της ψυχής».
«Ζούμε σε σκοτεινούς καιρούς», μάχες γίνονται στις αγορές και το έρεβος έχει συμμαχήσει με την άβυσσο. Οι φάροι θέλουν βράχους για να στήνονται και τα καντηλάκια θέλουν παράθυρα για να φέγγουν στον έξω κόσμο όπου επί ματαίω αλωνίζουν τα στοιχειά κι αλυχτάνε τα σκυλιά. Ο Θάνος μας γυρίζει κάθε μέρα στο σπίτι, να πλυθούμε απ’ τη μισανθρωπία και να δειπνήσουμε με τα όνειρά μας. Να ακονίσουμε τις λεπίδες μας και τις ελπίδες μας. Φεύγοντας προχθές οι άνθρωποι από τη συναυλία έλεγαν «ήταν ωραία!» – πόσον «ωραίο και αληθινό» κρύβεται σ’ αυτήν τη μικρή φρασούλα, πόσο νάμα και νέκταρ! Και πόσο κέφι.
Όταν γλεντάμε ανεβαίνει η τσίκνα στους θεούς κι όταν οι θεοί μας στέλνουν αντίδωρο τους δημιουργούς, μοσχοβολάει ο κόσμος! Θάνο…
Πηγή: topontiki.gr