Μια εξελισσόμενη αντιπαλότητα ανάμεσα σε δύο συμμαχικές δυνάμεις συντελεί στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου.
Όταν οι τιμές του πετρελαίου είναι σε άνοδο, καθώς η επιστροφή της παγκόσμιας οικονομίας σε ρυθμούς ανάκαμψης οδηγεί και σε αυξημένη ζήτηση για καύσιμα, θα περίμενε κανείς ότι οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες θα μπορούσαν πιο εύκολα να συνεννοηθούν σε μια διαδικασία αύξησης της προσφοράς ώστε η αύξηση των τιμών να μην είναι ανεξέλεγκτη.
Αυτή υποτίθεται ότι ήταν η γενική κατεύθυνση στις διαπραγματεύσεις που γίνονταν σε επίπεδο OPEC+. Η βασική πρόταση ήταν να διατηρηθούν ο κορμός των περιορισμών που είχαν συμφωνηθεί, ώστε να κρατηθούν σχετικά ψηλά οι τιμές, αλλά και να υπάρξει μια σταδιακή αύξηση της προσφοράς κατά 400.000 βαρέλια ημερησίως το μήνα, που στο τέλος θα σήμαινε μια αύξηση κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια. Αυτό θα ισοδυναμούσε με μια συνολική αύξηση 2% σε σχέση με την προ πανδημίας ζήτηση. Αυτό θα άνοιγε το δρόμο και για επόμενες αυξήσεις της προσφοράς ώστε σταδιακά να αναιρεθούν οι πολύ μεγάλες μειώσεις 10 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα που είχαν αποφασιστεί όταν εν μέσω περιοριστικών μέτρων κατέρρευσε η ζήτηση για πετρέλαιο και κατά συνέπεια και η τιμή του πετρελαίου.
Τώρα σε πρώτη φάση κανείς μπορεί να αναμένει μια σχετική αύξηση των τιμών του πετρελαίου – μια πρόγευση ήταν ότι την Τρίτη 6 Ιουλίου το Μπρεντ έφτασε να διαπραγματεύεται έως και στα 77,84 δολάρια το βαρέλι και το West Texas Intermediate στα 76,98, τις υψηλότερες τιμές από το 2018 και το 2014 αντίστοιχα, πριν υποχωρήσουν.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη ανησυχία δεν είναι τόσο ότι οι τιμές θα αυξηθούν – αρκετοί εκτιμούσαν ότι οι τιμές θα κινηθούν γύρω στα 80 δολάρια το βαρέλι – όσο ότι η αποτυχία των διαπραγματεύσεων προμηνύει μια συνολικότερη αδυναμία λειτουργίας αυτής της συνεννόησης. Και αυτό γιατί τότε θα υπάρξει μια ευρύτερη αναστάτωση με πολέμους τιμών αλλά και το διαρκή πειρασμό χώρες να δοκιμάσουν να ξεφύγουν από το σύστημα των προσυμφωνημένων όγκων αυξάνοντας την προσφορά τους, κάτι που θα υπονόμευε συνολικά τον τρόπο με τον οποίο είναι δομημένη η αγορά του πετρελαίου.
Η σημασία της στάσης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων
Στο επίκεντρο της αδυναμίας να υπάρξει συμφωνία βρίσκεται η στάση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Η χώρα, που είναι η έβδομη παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο, θεωρεί ότι ο τρόπος που αυτή τη στιγμή υπολογίζεται η δική της συμμετοχή την αδικεί, καθώς την υποχρεώνει ακόμη σε σημαντικές μειώσεις. Και αυτό γιατί έχει επενδύσει σημαντικά στο να έχει μεγάλη προσφορά πετρελαίου και θα ήθελε να μπορεί να διαθέσει μεγαλύτερο όγκο, καθώς έχει ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα 122 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να μπορέσει να αυξήσει την παραγωγή της κατά ένα εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μέχρι το 2030. Όλα αυτά δικαιολογούνται και στη βάση της προσπάθεια να υπάρξουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα έσοδα από τους υδρογονάνθρακες τα επόμενα χρόνια, πριν οι περιορισμοί για την κλιματική αλλαγή οδηγήσουν σταδιακά σε ριζική μείωση της ζήτησης, ώστε να μπορέσει η χώρα να χρηματοδοτήσει τη μετάβασή της σε μια οικονομία που δεν θα στηρίζεται στο πετρέλαιο.
Όμως θα ήταν λάθος να δούμε αυτή την αντιπαράθεση μόνο με όρους οικονομικούς. Υπάρχει και η πλευρά ενός εντεινόμενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Τις συμβαίνει με τις σχέσεις Σαουδικής Αραβίας και ΗΑΕ;
Παραδοσιακά η Σαουδική Αραβία και τω Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ήταν δύο πολύ στενοί σύμμαχοι. Μάλιστα στο παρελθόν είχαν υπάρξει και συζητήσεις ανάμεσα στα δύο κράτη για ενδεχόμενη πολιτική ένωση με τη μορφή μιας συνομοσπονδίας. Επιπλέον, οι δύο χώρες είχαν παραδοσιακές θέσεις και για τα συμπόρευση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μια συντηρητική ανάγνωση του Ισλάμ και μια αυταρχική αντίληψη για την εξουσία, την αντιπαλότητα με το Ιράν, την καχυποψία απέναντι στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τη δική της εκδοχή πολιτικού Ισλάμ. Δεν είναι τυχαίο ότι συνεργάστηκαν στενά στην αντιπαράθεση με το Κατάρ, ενώ τα ΗΑΕ στο πλευρό της Σαουδικής Αραβίας πολέμησαν τους αντάρτες στην Υεμένη.
Όμως, το τελευταίο διάστημα αποτυπώνονται σημαντικές αποκλίσεις. Σε σχέση με το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία τον Ιανουάριο ανακοίνωσε ότι διακόπτει το μποϊκοτάζ, όμως τα ΗΑΕ δεν έχουν αποφασίσει ακόμη να σταματήσουν την αντιπαράθεση.
Αντίστοιχα, ενώ τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προχώρησαν στην «ομαλοποίηση» των σχέσεων με το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία έχει αποφύγει μέχρι στιγμής να κάνει μια ανάλογη κίνηση (ενώ παράλληλα αναζητά και κάποια συνεννόηση με το Ιράν).
Στην Υεμένη, ήδη από το 2019 τα Εμιράτα έχουν αποσύρει τις δικές τους δυνάμεις, ενώ η Σαουδική Αραβία συνεχίζει τις επιχειρήσεις.
Διαφωνίες υπάρχουν και στον τρόπο χειρισμού της πανδημίας, με την Σαουδική Αραβία να ανακοινώνει απαγόρευση των πτήσεων προς τα ΗΑΕ, την Αιθιοπία και το Βιετνάμ.
Ενδεικτική του κλίματος αντιπαράθεσης και η ανακοίνωση της Σαουδικής Αραβίας ότι τροποποιεί τους κανόνες για τις εισαγωγές από χώρες-μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, και πλέον εξαιρεί τα προϊόντα που παράγονται σε ελεύθερες ζώνες ή περιλαμβάνουν συστατικά ή εξαρτήματα που παράγονται στο Ισραήλ, από την προνομιακή μεταχείριση ως προς τους δασμούς. Αυτό αποτελεί ένα πλήγμα στα ΗΑΕ που κατεξοχήν έχουν επενδύσει στις ελεύθερες ζώνες για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις προσφέροντας δυνατότητα πλήρους κατοχής του 100% από ξένους επενδυτές και παράλληλα έχουν υπογράψει φορολογική συμφωνία με το Ισραήλ στο πλαίσιο της εξομάλυνσης.
Όλα αυτά παραπέμπουν σε μια συνολικότερη «μεταβατική» συνθήκη στην ευρύτερη περιοχή του Περσικού Κόλπου και σε έστω και μερικώς αποκλίνουσας τακτικές για το επόμενο διάστημα.
Τι θα γίνει στον OPEC+;
Γύρω από τις τιμές του πετρελαίου το ενδιαφέρον είναι μεγάλο και καμία από τις μεγάλες οικονομίες δεν θα ήθελε ούτε μια πολύ μεγάλη αύξηση ούτε και μια μεγάλη αστάθεια στις τιμές του πετρελαίου. Στην προηγούμενη κρίση στον OPEC+, με την αντιπαράθεση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία ήταν ο πρόεδρος Τραμπ αυτός που παρενέβη δημόσια για να βρεθεί λύση, ενώ ταυτόχρονα βοήθησε να ξεμπλοκάρουν οι συνομιλίες όταν ο Μεξικό δήλωσε αντιρρήσεις. Ο Τζο Μπάιντεν δεν έχει κάνει κάποια δημόσια παρέμβαης αλλά είναι σαφές ότι ο Λευκός Οίκος θα προσπαθήσει να πιέσει για μια συμφωνία, ώστε να μην εκτιναχθούν οι τιμές του πετρελαίου. Άλλωστε, τόσο η Σαουδική Αραβία όσο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι παραδοσιακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ.
Όμως και η Ρωσία θα προσπαθήσει να επαναφέρει όλες τις πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η Ρωσία θέλει να υπάρξει συμφωνία και να μπορέσει να αυξήσει την παραγωγή της (κάτι που θα επιτρέψει και να αποφύγει μια αύξηση των εσωτερικών τιμών της βενζίνης παραμονές των βουλευτικών εκλογών του Σεπτεμβρίου).
Αυτές οι παρεμβάσεις ωστόσο δεν θα οδηγήσουν αυτόματα σε υποχωρήσεις. Είναι πιθανό η αντιπαράθεση ανάμεσα στο Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι πρώτα να κλιμακωθεί, με τ τουλάχιστον σε επίπεδο δημόσιων ανακοινώσεων, ενδεχομένως και με απειλές από τα Εμιράτα ότι θα αποχωρήσουν από τον OPEC, πριν βρεθεί κάποιο σημείο ισορροπίας.