Οι αντιφάσεις είναι ένα στοιχείο που ενυπάρχει σε αφθονία στην πορεία των δύο ετών της κυβέρνησης Τσίπρα. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως αυτές βγάζουν μάτι σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εξοργίζουν ακόμη και τον πλέον καλόπιστο παρατηρητή. Η πρόσφατη απόφαση για ουσιαστική απελευθέρωση της κυριακάτικης λειτουργίας των καταστημάτων στο όνομα της δεύτερης αξιολόγησης σαφέστατα και είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις.
Γιατί όσο κι αν στρουθοκαμηλίζουν στο ΣΥΡΙΖΑ, είναι δεδομένο ότι η συγκεκριμένη «μεταρρύθμιση» μόνο θετικό αντίκτυπο δεν πρόκειται να έχει για τα κατώτερα στρώματα, τα οποία ευαγγελίζεται πως προσπαθεί να προστατέψει το κυβερνών κόμμα. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως οι εκπρόσωποι των δανειστών, από την πρώτη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στη χώρα μας, έθεταν μετ’ επιτάσεως το ζήτημα της κυριακάτικης λειτουργίας των καταστημάτων. Λέτε να καίγονταν για την επάνοδο της Ελλάδας στην ανάπτυξη ή μήπως λειτουργούσαν προς όφελος συγκεκριμένων (πολύ μεγάλων ομολογουμένως) επιχειρηματικών συμφερόντων; Δυστυχώς, αυτό είναι κάτι που θα το διαπιστώσουμε πολύ σύντομα στην πράξη.
Η (πικρή) αλήθεια είναι ότι η εμπειρία από την πιλοτική εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου ελάχιστα βοήθησε τη λεγόμενη πραγματική οικονομία. Αυτό άλλωστε προκύπτει ξεκάθαρα μέσα από τις βασικές διαπιστώσεις της ΕΣΕΕ, οι οποίες περιλαμβάνονται σε σχετική επιστολή (συνοδευόμενη από τεκμηριωμένα στοιχεία) που απέστειλε πρόσφατα στον πρωθυπουργό. Σε αυτήν επισημαίνει ότι, από άποψη τζίρου, η κυριακάτικη λειτουργία όχι μόνο δεν βοηθά τον εμπορικό κόσμο, αλλά επιδεινώνει την υπάρχουσα βεβαρημένη κατάσταση σε περίοδο εκτεταμένης ύφεσης, ενώ την ίδια στιγμή εντείνει την πίεση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Προσθέτει δε με νόημα ότι πρόκειται για μια νέα καταναλωτική συνήθεια, που σε μια εποχή με χαμηλή αγοραστική κίνηση και ακόμη πιο χαμηλό διαθέσιμο εισόδημα, δεν πρόκειται έχει θετική αντιπροσφορά.
Ακόμη χειρότερες αναμένεται να είναι οι επιπτώσεις που αναμένεται να επιφέρει η κυριακάτικη λειτουργία των καταστημάτων σε επίπεδο εργασιακών δικαιωμάτων. Γιατί, ενώ έχει καταστεί σαφές (μέσω εμπεριστατωμένων επιστημονικών μελετών) ότι η κυριακάτικη λειτουργία των καταστημάτων δεν προσφέρει ούτε στοιχειωδώς στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, είναι επίσης ηλίου φαεινότερο ότι δημιουργεί συνθήκες ακραίας εκμετάλλευσης των πλέον χαμηλά αμειβόμενων εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων, 8 στους 10 εργαζόμενους, όχι μόνο δε λαμβάνουν την (προβλεπόμενη από το νόμο για κυριακάτική εργασία) προσαύξηση 75% ή κάποιο ρεπό ως αντιστάθμισμα, αλλά δηλώνονται για απασχόληση 4 ωρών, ενώ δουλεύουν ως επί το πλείστον μέχρι και 10 ώρες. Μαντέψτε επιπλέον τι αντιμετώπιση έχει όποιος διεκδικήσει τα δικαιώματά του, αρνούμενος να συνεχίσει να υφίσταται τέτοιου είδους συνθήκες εργασιακής γαλέρας.
Κάπου εδώ προκύπτει μια ακόμη «θανατηφόρα» αντίφαση για την κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία ας μην ξεχνάμε είχε θέσει τα εργασιακά ως την υπέρτατη «κόκκινη γραμμή» στη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση. Δεν ξέρω όμως κατά πόσο θα μπορέσουν να στηρίξουν ένα τέτοιο αφήγημα, όταν με τη νομοθέτηση λειτουργίας των καταστημάτων 30 Κυριακές το χρόνο συμβάλλουν αποφασιστικά στην περαιτέρω αποδιάρθρωση του εργασιακού τοπίου στην Ελλάδα. Ούτε μπορώ να φανταστώ πώς θα μπορέσουν να πείσουν για το όφελος που θα έχει η πραγματική οικονομία από την εν λόγω ρύθμιση, την ώρα που είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι μόνοι που θα επωφεληθούν (και πίεσαν σε αυτή την κατεύθυνση) είναι οι μεγάλοι πολυεθνικοί όμιλοι. Άλλωστε, ακόμη και για τους ίδιους είναι προφανές πως η ανάπτυξη δεν πρόκειται να έρθει ούτε Κυριακή.