Ο κυκλώνας “Μαρία” χτύπησε με μεγάλη σφοδρότητα το Πουέρτο Ρίκο στις 20 Σεπτεμβρίου 2017 σαρώνοντας τα πάντα και αφήνοντας την περιοχή κατεστραμμένη σχεδόν ολοσχερώς. Τότε οι Αρχές είχαν ανακοινώσει έναν αμφιλεγόμενο αριθμό νεκρών. Τώρα ανεξάρτητη έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ καταγράφει ότι ο αριθμός των θυμάτων ήταν…70 φορές μεγαλύτερος από εκείνον που ανακοινώθηκε.
Στο πλαίσιο μιας επιτόπιας έρευνας, μια ομάδα του Πανεπιστημίου διαπίστωσε ότι το ποσοστό θνησιμότητας στην περιοχή, το διάστημα των τριών μηνών μετά τη θεομηνία, εκτοξεύθηκε κατά 62% σε σύγκριση με τα συνηθισμένα επίπεδα, κυρίως επειδή ο αριθμός των κατοίκων, που δεν είχαν ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, τηλέφωνο ή δυνατότητα μετακινήσεων, δεν μπορούσαν να φθάσουν σε ιατρική βοήθεια.
Η έρευνα υπολογίζει ότι ο κυκλώνας προκάλεσε τον θάνατο 4.600 ανθρώπων και όχι μόλις 64 που είχαν ανακοινώσει οι αρχές.
Σχεδόν αμέσως μετά το ξέσπασμα του κυκλώνα, το δίκτυο ηλεκτροδότησης διαλύθηκε από το μένος των ακραίων καιρικών φαινομένων. Όπως και το οδικό δίκτυο. Κατάσταση χάους επικράτησε στις πόλεις, ενώ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ, όπου υπάγεται το Πουέρτο Ρίκο, επικρίθηκε σφόδρα για την ολιγωρία της, καθώς οι αρχές, έπειτα από εντολή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έδωσαν προτεραιότητα στο Τέξας και τη Λουιζιάνα, που είχαν επίσης πληγεί την ίδια περίοδο από έναν άλλο ισχυρό κυκλώνα, τον “Χάρβεϊ”.
Το Πουέρτο Ρίκο δεν αποτελεί μέρος των 50 αμερικανικών πολιτειών, όμως είναι μία από τις πέντε περιοχές που ανήκουν στις ΗΠΑ. Τα τρία εκατομμύρια κάτοικοί του έχουν την αμερικανική υπηκοότητα, ωστόσο το Πουέρτο Ρίκο δεν εκλέγει εκπροσώπους στο Κογκρέσο και ορισμένοι νόμοι του διαφοροποιούνται από την αμερικανική νομοθεσία.
Οι τοπικές αρχές έδωσαν έναν επίσημο απολογισμό 64 θανάτων που σχετίζονται με τον κυκλώνα, ωστόσο ο αριθμός αυτός σύντομα τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Σε μια έρευνα, για παράδειγμα, που διεξήγαν οι New York Times τον Δεκέμβριο, βασιζόμενοι στα πιστοποιητικά θανάτου, καταμετρήθηκαν περισσότεροι από 1000 θάνατοι το πρώτο 40ήμερο μετά τον κυκλώνα.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, η οποία δημοσιεύτηκε στο New England Journal of Medicine, το πρόβλημα είναι ότι προκειμένου ο θάνατος ενός ανθρώπου να καταμετρηθεί στον επίσημο απολογισμό μιας φυσικής καταστροφής, πρέπει να έχει ταυτοποιηθεί από το Ινστιτούτο Ιατροδικαστικών Επιστημών του Πουέρτο Ρίκο, κάτι που κατέστη δύσκολο εξαιτίας της καταστροφής των δρόμων και των προβλημάτων στις μετακινήσεις.
Η έρευνα διεξήχθη τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2018. Στατιστικώς, τα αποτελέσματα είναι αξιόλογα και συνέβαλαν στο να καθοριστεί ένα ποσοστό θνησιμότητας 14,3 θανάτων για 1000 ανθρώπους εκείνη την περίοδο, ήτοι 62% περισσότεροι σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2016. Αυτό ισοδυναμεί με 4.645 επιπλέον νεκρούς.
Την ίδια ώρα οι ερευνητές εξηγούν ότι οι υπολογισμοί τους είναι πιθανόν χαμηλότεροι, για έναν απλό λόγο: δεν μπόρεσαν να μετρήσουν τα πρόσωπα που έμεναν μόνα και απεβίωσαν, καθώς εξ ορισμού δεν μπορούσαν να απαντήσουν στη δημοσκόπηση.
«Οι εκτιμήσεις μας είναι σε συμφωνία με τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο, στα οποία υπολογιζόταν ο αριθμός των νεκρών τους πρώτους μήνες μετά τον κυκλώνα» γράφουν οι επιστήμονες.
Βρήκαν, κατά μέσο όρο, ότι τα νοικοκυριά πέρασαν 84 ημέρες χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, 64 ημέρες χωρίς νερό και 41 ημέρες χωρίς πρόσβαση στο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας.
Στις πιο απομονωμένες περιοχές της νήσου, το 83% των νοικοκυριών ζούσε χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα στο σύνολο της εξεταζόμενης περιόδου, ήτοι άνω των τριών μηνών.
Σχεδόν το ένα τρίτο όλων των νοικοκυριών ανέφερε ότι αντιμετώπισαν προβλήματα στη δυνατότητα να έχουν ιατρική περίθαλψη: ασθενείς δεν μπορούσαν καν να αγοράσουν τα φάρμακά τους. Εξαιτίας των διακοπών στην ηλεκτροδότηση, μηχανήματα αναπνευστικής υποστήριξης δεν λειτουργούσαν, ενώ πολλά κέντρα υγείας και κλινικές έκλεισαν και πολλοί γιατροί είτε δεν ήταν δυνατό να εντοπιστούν ή δεν μπορούσαν να μετακινηθούν.
Η κυβέρνηση του Πουέρτο Ρίκο δηλώνει ότι έχει επίγνωση για τον μη ρεαλιστικό απολογισμό της και ανέθεσε τον περασμένο Φεβρουάριο σε μια ομάδα του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσιγκτον να διεξάγει μια έρευνα για τη θνησιμότητα από τον Σεπτέμβριο έως τον Φεβρουάριο του 2018.