Σε συνθήκες μνημονιακής ταύτισης όλων των αστικών κομμάτων, η κυβέρνηση επιχειρεί να κάνει πολιτική, με την έννοια της απόσπασης της ανοχής και της ψήφου τμήματος του εκλογικού σώματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ πασχίζει να διασωθεί/σταθεροποιηθεί ως πυλώνας του νέου δικομματισμού, τη στιγμή που διαλύει οικονομικά τους ψηφοφόρους του.
Ο βασικός άξονας της πολιτικής του, η βασική ιδέα, είναι το “μικρότερο κακό”. Έχοντας εμπεδώσει στην κοινωνία το μνημονιακό μονόδρομο, την ανημπόρια αμφισβήτησης Ευρώ – ΕΕ, το “δε γίνεται τίποτα”, τον πήχη χαμηλών προσδοκιών, την παραίτηση, κατασκευάζει τις οριοθετήσεις του απέναντι στη ΝΔ στη βάση των ατομικών δικαιωμάτων αφενός, της κοινωνικής πολιτικής με ψίχουλα αφετέρου.Το νομοσχέδιο για το κοινωνικό μέρισμα είναι το βαρύ πυροβολικό της κυβερνητικής πολιτικής “αυτοδιάσωσης” για την περίοδο που διανύουμε. Αν και η τραγωδία με τις πλημμύρες στην Αττική και η υποχρεωτική αναβολή της ψήφισης του, από την Πέμπτη για τη Δευτέρα, λόγω εθνικού πένθους, χαλάει κάπως το πολιτικό κλίμα που θα επιθυμούσε η κυβέρνηση.
Σε πρώτη φάση, ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη διάθεση 1.4 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 720 εκατ. προορίζονται για την ενίσχυση των οικονομικά ασθενέστερων (σε 3,4 εκατ. πολίτες), τα 315 εκατ. πρόκειται να επιστραφούν στους συνταξιούχους από τους οποίους έχουν παράνομα κρατηθεί (ως εισφορές υπέρ υγείας μέχρι 30/6/2016), ενώ τα 360 εκατ. θα δοθούν στη ΔΕΗ (για τη ρύθμιση χρεών του Δημοσίου, ώστε να μην αυξηθούν τα τιμολόγια, καθώς και για μειώσεις στο ρεύμα 300.000 δικαιούχων του κοινωνικού τιμολογίου).
Τώρα, η κυβέρνηση διατείνεται ότι μπορεί να διαθέσει 300 εκατ. επιπλέον των 1.4 δις, λόγω αναθεώρησης της υπεραπόδοσης προς τα πάνω. Με πιθανή διάθεση (α) προς τους πλημμυροπαθείς (β) προς τα εισοδήματα 20.000 – 30.000 ευρώ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να καθιερώσει έναν θεσμό που θα αποδεικνύει τη “λαϊκότητά της”. Πέρυσι το μέρισμα ονομάστηκε “13η σύνταξη”. Η βιασύνη και το “πολιτικό άγχος” έφερε προχειρότητα. Τότε μοιράστηκε απλά στους συνταξιούχους χωρίς να εξεταστεί αν έχουν εισοδήματα από ενοίκια ή μεγάλη ακίνητη περιουσία. Πέρυσι πήραν κοινωνικό μέρισμα ακόμα και βουλευτές. Φέτος η κυβέρνηση είναι πιο προσεκτική. Για την καταβολή του, θέτει εισοδηματικά κριτήρια αλλά και όρια στις καταθέσεις. Το ύψος του μερίσματος θα ποικίλλει ανάλογα με το εισόδημα. Το κοινωνικό μέρισμα είναι “πιο ταξικό”.
Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει φέτος μεγαλύτερη συναίνεση από τους θεσμούς. Πέρυσι της τράβηξαν το αυτί και κατευθείαν ο υπουργός ζήτησε συγγνώμη. Φυσικά, οι θεσμοί θα προτιμούσαν άλλες προτεραιότητες (πληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου), αλλά μάλλον η καταβολή του κοινωνικού μερίσματος δε θα κινδυνεύσει. Απομένει να συμφωνηθούν τα νούμερα του πλεονάσματος από τις 2 πλευρές. Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση έχει πλήρως ευθυγραμμιστεί με τις αξιώσεις του ευρωπαϊκού κέντρου και εργάζεται με ζήλο και μετρήσιμα αποτελέσματα στις κατευθύνσεις αυτές, δεν υπάρχει λόγος πρόκλησης αστάθειας για τις λεπτομέρειες. Έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των θεσμών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Είναι σαφής η πρόθεση της κυβέρνησης να απευθυνθεί προς τα πιο χαμηλά οικονομικά στρώματα. Τη στιγμή που με την πολιτική της έχει χάσει τους συνταξιούχους και τη μεσαία τάξη, εντοπίζει ως προνομιακά στρώματα, για την εκλογική της υποστήριξη, τους “φτωχότερους φτωχούς”. Αυτούς που η ίδια, με τη συνέχιση και ένταση της μνημονιακής πολιτικής, φτωχοποίησε και φτωχοποιεί καθημερινά. Το γεγονός αυτό, αν και σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει παράλογο, ενδεχομένως να κρύβει και έναν ρεαλισμό: αυτοί που δεν έχουν ελπίδα να γλιτώσουν από τη φτώχεια, μπορούν να εκτιμήσουν μια κίνηση προσωρινής ανακούφισης.
Μια οικογένεια με ένα παιδί και ετήσιο εισόδημα 5.000 ευρώ θα λάβει μέρισμα περίπου 800 ευρώ, ενώ μια οικογένεια με ένα παιδί και εισόδημα 10.000 ευρώ θα λάβει μέρισμα 600 ευρώ. Τα ποσά αυτά, τη στιγμή που δε λύνουν κανένα πρόβλημα μακροπρόθεσμα, είναι μια ανάσα, μια ανακούφιση. Και το επιτελείο του Τσίπρα ποντάρει στην πολιτική εξαργύρωση της ανάσας, σε εποχές που και οι ανάσες είναι κρίσιμο μέγεθος.
Την ίδια στιγμή, επιδιώκει να αποσυνδέσει την επιδοματική πολιτική από τη διαξαγωγή εκλογών. Να δώσει το χαρακτήρα “θεσμών” που πιστοποιούν τη φιλολαϊκή της θέληση και πολιτική, σε αντίθεση με άλλους πολιτικούς χώρους. Να “στοιχειοθετήσει” το ότι ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ έχουν μεγάλες διαφορές, οι οποίες είναι ορατές, ακόμα και σε ασφυκτικές συνθήκες άσκησης πολιτικής. Πως “όταν υπάρχει η δυνατότητα, σπεύδει να κάνει πράξη πολιτικές ενίσχυσης των φτωχών”.
Κανένα κόμμα του κοινοβουλίου δεν έχει αναλάβει το πολιτικό κόστος της καταψήφισης του νομοσχεδίου για το κοινωνικό μέρισμα, αν και πολλά θα το ήθελαν (πρώτη και καλύτερη η εν αναμονή κυβερνητικής εξουσίας ΝΔ). Η κυβέρνηση έχει επιτύχει να σύρει την αντιπολίτευση στη δική της ατζέντα και να ψηφίζει καταγγέλλοντας. Αυτό καταδεικνύει τη ύπαρξη ενός πολιτικού κενού, που δεν το εκφράζει με πρακτικό τρόπο κανείς, και καταλήγει να το εκφράζει η ίδια η κυβέρνηση.
Όχι τυχαία, οι υπουργοί του οικονομικού επιτελείου με δηλώσεις τους “κάρφωσαν” δύο φορές τη μεσαία τάξη. Πρώτον όταν δήλωσαν ότι η κυβέρνηση συνειδητά επέλεξε να επιβαρύνει δυσανάλογα τη μεσαία τάξη. Δεύτερον, όταν ο Τσακαλώτος προσδιόρισε τη μεσαία τάξη στα εισοδήματα 12.000-18.000, που σημαίνει ότι όσοι είναι πάνω από το όριο αυτό θεωρούνται ανώτερα οικονομικά στρώματα από την κυβέρνηση. Άρα, η μεσαία τάξη χτυπιέται και θα χτυπιέται ανηλεώς από φορολογική άποψη.
Η λεγόμενη “μεσαία τάξη” (μεγαλογιατροί, μεγαλοδικηγόροι, μηχανικοί κλπ) στήριξε τον Τσίπρα, καθώς είχε χτυπηθεί αλύπητα από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις. Διέρρηξε τους δεσμούς της με το ΠΑΣΟΚ μετά από δεκαετίες. Επί κυβέρνησης Τσίπρα, η ίδια πολιτική εξαφάνισης της μεσαίας τάξης συνεχίζεται, κυρίως μέσω της υπερφορολόγησης. Είναι δεδομένη η μετακίνηση της προς τη ΝΔ και το κυβερνητικό επιτελείο ψάχνει για αναπλήρωση της εκλογικής δυναμικής στα ασθενέστερα στρώματα, στους ούτως ή άλλως απελπισμένους “φτωχότερους φτωχούς”.
Για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις κατόπιν εορτής, οι υπουργοί χρεώνονται σιωπηρά με “φάουλ” ενώ συζητιέται η πιθανότητα “μέρος των 300 έξτρα εκατομμυρίων να κατευθυνθει προς εισοδήματα 20.000 – 30.000”, δηλαδή προς τη μεσαία τάξη. Όμως Τσακαλώτος – Χουλιαράκης έστειλαν στην κοινωνία το μήνυμα που επιθυμούσε η κυβέρνηση.
Συμπερασματικά:
Το κοινωνικό μέρισμα δε σηματοδοτεί ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής, αλλά συνέχεια της. Τα μνημόνια και οι πολιτικές της ΕΕ είναι οι βασικοί πυλώνες της πολιτικής επιλογής του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά από 8 χρόνια κοινωνικής ανατίναξης, η διάλυση και η φτωχοποίηση θα ενταθούν, δε θα υποχωρήσουν. Για την εξασφάλιση κάποιας εκλογικής πελατείας, ορισμένα ψίχουλα κρίνονται αρκετά από το κυβερνητικό επιτελείο.
Φέτος η Ελλάδα είχε υποχρέωση για πλεόνασμα στο ύψος του 1.75% του ΑΕΠ. Η εξασφάλιση πλεονάσματος υπέρτερου, της τάξης του 3% περίπου (“αιματοβαμμένο πλεόνασμα” χαρακτηρίστηκε από διάφορους) δίνει τη δυνατότητα του κοινωνικού μερίσματος. Για τα έτη 2018 και 2019, η αντίστοιχη δέσμευση της χώρας είναι για πλεόνασμα στο ύψος του 3,57% του ΑΕΠ. Οπότε μέρισμα για τα επόμενα 2 χρόνια δεν προβλέπεται.
Τα δύο κόμματα εξουσίας, ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ στοχεύουν σε διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες. Η ΝΔ θέλει να εκφράσει τη μεσαία τάξη, και πολιτεύεται με πρωμετωπίδα της την φορο – ελάφρυνση (η “Καθημερινή” γράφει: “υπόθεση για λίγους οι φόροι. Το 19.2% των φορολογούμενων πληρώνει το 83.2% των εσόδων”) . Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να εκφράσει τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα. Φυσικά και οι 2 πολιτικές αποτελούν παρωδίες: πριν από όλα και από κοινου, ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ έχουν ταχθεί με την υλοποίηση των πολιτικών των μνημονίων, που εκφράζουν τη γερμανική πολιτική και τα γερμανικά συμφέροντα. Τα μνημόνια όπως έχει γίνει φανερό τα τελευταία 8 χρόνια, τσακίζουν και μεσαία τάξη και τους φτωχότερους φτωχούς. Η διαφοροποίηση είναι μια ελάχιστη μεταφορά πόρων από τη μια κατηγορία στην άλλη.
Η γραμμή της ΝΔ “μειώστε τους φόρους”, δεν είναι η πολιτική των “θεσμών”, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Το παρόν σχέδιο από την τρόικα είναι “υπερφορολόγηση”. Αυτός είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για την εισροή εσόδων στο κράτος. Αν οι θεσμοί εκτιμούν ότι “υπάρχει ακόμη λίπος να καεί στην Ελλάδα”, αυτό στοχοποιεί για μια ακόμη φορά τη διαλυμένη τα τελευταία χρόνια μεσαία τάξη.
Είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός λαϊκού προγράμματος που θα μπορεί να συσπειρώνει δυνάμεις. Συγκεκριμένα – αιχμηρά αιτήματα οφείλουν να υποστυλώνουν το σύνθημα “ούτε ΣΥΡΙΖΑ – ουτε ΝΔ”. Οι γενικές περιγραφές δεν αρκούν, όταν τα φτωχά νοικοκυριά έχουν άμεσα προβλήματα να λύσουν. Ο λαός κρίνει με βάση συγκεκριμένες, πρακτικές διαφορές. Όσο δε γίνονται βήματα σε αυτή την κατεύθυνση, θα ζούμε το παράλογο της ταυτόχρονης άσκησης διακυβέρνησης και αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ελπίδα του λαού δεν είναι τα κοινωνικά μερίσματα. Είναι η ανατροπή της πολιτικής που εφαρμόζεται με αμείωτους ρυθμούς εδώ και 8 χρόνια. Που εξαθλιώνει το λαό για χάρη της Γερμανίας και των Βρυξελλών. Ελπίδα του λαού είναι η αμφισβήτηση των δανειστών, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η συλλογική διεκδίκηση και ο ξεσηκωμός.
*Πηγή: antapocrisis.gr
Σε πρώτη φάση, ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη διάθεση 1.4 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 720 εκατ. προορίζονται για την ενίσχυση των οικονομικά ασθενέστερων (σε 3,4 εκατ. πολίτες), τα 315 εκατ. πρόκειται να επιστραφούν στους συνταξιούχους από τους οποίους έχουν παράνομα κρατηθεί (ως εισφορές υπέρ υγείας μέχρι 30/6/2016), ενώ τα 360 εκατ. θα δοθούν στη ΔΕΗ (για τη ρύθμιση χρεών του Δημοσίου, ώστε να μην αυξηθούν τα τιμολόγια, καθώς και για μειώσεις στο ρεύμα 300.000 δικαιούχων του κοινωνικού τιμολογίου).
Τώρα, η κυβέρνηση διατείνεται ότι μπορεί να διαθέσει 300 εκατ. επιπλέον των 1.4 δις, λόγω αναθεώρησης της υπεραπόδοσης προς τα πάνω. Με πιθανή διάθεση (α) προς τους πλημμυροπαθείς (β) προς τα εισοδήματα 20.000 – 30.000 ευρώ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να καθιερώσει έναν θεσμό που θα αποδεικνύει τη “λαϊκότητά της”. Πέρυσι το μέρισμα ονομάστηκε “13η σύνταξη”. Η βιασύνη και το “πολιτικό άγχος” έφερε προχειρότητα. Τότε μοιράστηκε απλά στους συνταξιούχους χωρίς να εξεταστεί αν έχουν εισοδήματα από ενοίκια ή μεγάλη ακίνητη περιουσία. Πέρυσι πήραν κοινωνικό μέρισμα ακόμα και βουλευτές. Φέτος η κυβέρνηση είναι πιο προσεκτική. Για την καταβολή του, θέτει εισοδηματικά κριτήρια αλλά και όρια στις καταθέσεις. Το ύψος του μερίσματος θα ποικίλλει ανάλογα με το εισόδημα. Το κοινωνικό μέρισμα είναι “πιο ταξικό”.
Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει φέτος μεγαλύτερη συναίνεση από τους θεσμούς. Πέρυσι της τράβηξαν το αυτί και κατευθείαν ο υπουργός ζήτησε συγγνώμη. Φυσικά, οι θεσμοί θα προτιμούσαν άλλες προτεραιότητες (πληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου), αλλά μάλλον η καταβολή του κοινωνικού μερίσματος δε θα κινδυνεύσει. Απομένει να συμφωνηθούν τα νούμερα του πλεονάσματος από τις 2 πλευρές. Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση έχει πλήρως ευθυγραμμιστεί με τις αξιώσεις του ευρωπαϊκού κέντρου και εργάζεται με ζήλο και μετρήσιμα αποτελέσματα στις κατευθύνσεις αυτές, δεν υπάρχει λόγος πρόκλησης αστάθειας για τις λεπτομέρειες. Έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των θεσμών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Είναι σαφής η πρόθεση της κυβέρνησης να απευθυνθεί προς τα πιο χαμηλά οικονομικά στρώματα. Τη στιγμή που με την πολιτική της έχει χάσει τους συνταξιούχους και τη μεσαία τάξη, εντοπίζει ως προνομιακά στρώματα, για την εκλογική της υποστήριξη, τους “φτωχότερους φτωχούς”. Αυτούς που η ίδια, με τη συνέχιση και ένταση της μνημονιακής πολιτικής, φτωχοποίησε και φτωχοποιεί καθημερινά. Το γεγονός αυτό, αν και σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει παράλογο, ενδεχομένως να κρύβει και έναν ρεαλισμό: αυτοί που δεν έχουν ελπίδα να γλιτώσουν από τη φτώχεια, μπορούν να εκτιμήσουν μια κίνηση προσωρινής ανακούφισης.
Μια οικογένεια με ένα παιδί και ετήσιο εισόδημα 5.000 ευρώ θα λάβει μέρισμα περίπου 800 ευρώ, ενώ μια οικογένεια με ένα παιδί και εισόδημα 10.000 ευρώ θα λάβει μέρισμα 600 ευρώ. Τα ποσά αυτά, τη στιγμή που δε λύνουν κανένα πρόβλημα μακροπρόθεσμα, είναι μια ανάσα, μια ανακούφιση. Και το επιτελείο του Τσίπρα ποντάρει στην πολιτική εξαργύρωση της ανάσας, σε εποχές που και οι ανάσες είναι κρίσιμο μέγεθος.
Την ίδια στιγμή, επιδιώκει να αποσυνδέσει την επιδοματική πολιτική από τη διαξαγωγή εκλογών. Να δώσει το χαρακτήρα “θεσμών” που πιστοποιούν τη φιλολαϊκή της θέληση και πολιτική, σε αντίθεση με άλλους πολιτικούς χώρους. Να “στοιχειοθετήσει” το ότι ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ έχουν μεγάλες διαφορές, οι οποίες είναι ορατές, ακόμα και σε ασφυκτικές συνθήκες άσκησης πολιτικής. Πως “όταν υπάρχει η δυνατότητα, σπεύδει να κάνει πράξη πολιτικές ενίσχυσης των φτωχών”.
Κανένα κόμμα του κοινοβουλίου δεν έχει αναλάβει το πολιτικό κόστος της καταψήφισης του νομοσχεδίου για το κοινωνικό μέρισμα, αν και πολλά θα το ήθελαν (πρώτη και καλύτερη η εν αναμονή κυβερνητικής εξουσίας ΝΔ). Η κυβέρνηση έχει επιτύχει να σύρει την αντιπολίτευση στη δική της ατζέντα και να ψηφίζει καταγγέλλοντας. Αυτό καταδεικνύει τη ύπαρξη ενός πολιτικού κενού, που δεν το εκφράζει με πρακτικό τρόπο κανείς, και καταλήγει να το εκφράζει η ίδια η κυβέρνηση.
Όχι τυχαία, οι υπουργοί του οικονομικού επιτελείου με δηλώσεις τους “κάρφωσαν” δύο φορές τη μεσαία τάξη. Πρώτον όταν δήλωσαν ότι η κυβέρνηση συνειδητά επέλεξε να επιβαρύνει δυσανάλογα τη μεσαία τάξη. Δεύτερον, όταν ο Τσακαλώτος προσδιόρισε τη μεσαία τάξη στα εισοδήματα 12.000-18.000, που σημαίνει ότι όσοι είναι πάνω από το όριο αυτό θεωρούνται ανώτερα οικονομικά στρώματα από την κυβέρνηση. Άρα, η μεσαία τάξη χτυπιέται και θα χτυπιέται ανηλεώς από φορολογική άποψη.
Η λεγόμενη “μεσαία τάξη” (μεγαλογιατροί, μεγαλοδικηγόροι, μηχανικοί κλπ) στήριξε τον Τσίπρα, καθώς είχε χτυπηθεί αλύπητα από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις. Διέρρηξε τους δεσμούς της με το ΠΑΣΟΚ μετά από δεκαετίες. Επί κυβέρνησης Τσίπρα, η ίδια πολιτική εξαφάνισης της μεσαίας τάξης συνεχίζεται, κυρίως μέσω της υπερφορολόγησης. Είναι δεδομένη η μετακίνηση της προς τη ΝΔ και το κυβερνητικό επιτελείο ψάχνει για αναπλήρωση της εκλογικής δυναμικής στα ασθενέστερα στρώματα, στους ούτως ή άλλως απελπισμένους “φτωχότερους φτωχούς”.
Για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις κατόπιν εορτής, οι υπουργοί χρεώνονται σιωπηρά με “φάουλ” ενώ συζητιέται η πιθανότητα “μέρος των 300 έξτρα εκατομμυρίων να κατευθυνθει προς εισοδήματα 20.000 – 30.000”, δηλαδή προς τη μεσαία τάξη. Όμως Τσακαλώτος – Χουλιαράκης έστειλαν στην κοινωνία το μήνυμα που επιθυμούσε η κυβέρνηση.
Συμπερασματικά:
Το κοινωνικό μέρισμα δε σηματοδοτεί ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής, αλλά συνέχεια της. Τα μνημόνια και οι πολιτικές της ΕΕ είναι οι βασικοί πυλώνες της πολιτικής επιλογής του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά από 8 χρόνια κοινωνικής ανατίναξης, η διάλυση και η φτωχοποίηση θα ενταθούν, δε θα υποχωρήσουν. Για την εξασφάλιση κάποιας εκλογικής πελατείας, ορισμένα ψίχουλα κρίνονται αρκετά από το κυβερνητικό επιτελείο.
Φέτος η Ελλάδα είχε υποχρέωση για πλεόνασμα στο ύψος του 1.75% του ΑΕΠ. Η εξασφάλιση πλεονάσματος υπέρτερου, της τάξης του 3% περίπου (“αιματοβαμμένο πλεόνασμα” χαρακτηρίστηκε από διάφορους) δίνει τη δυνατότητα του κοινωνικού μερίσματος. Για τα έτη 2018 και 2019, η αντίστοιχη δέσμευση της χώρας είναι για πλεόνασμα στο ύψος του 3,57% του ΑΕΠ. Οπότε μέρισμα για τα επόμενα 2 χρόνια δεν προβλέπεται.
Τα δύο κόμματα εξουσίας, ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ στοχεύουν σε διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες. Η ΝΔ θέλει να εκφράσει τη μεσαία τάξη, και πολιτεύεται με πρωμετωπίδα της την φορο – ελάφρυνση (η “Καθημερινή” γράφει: “υπόθεση για λίγους οι φόροι. Το 19.2% των φορολογούμενων πληρώνει το 83.2% των εσόδων”) . Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να εκφράσει τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα. Φυσικά και οι 2 πολιτικές αποτελούν παρωδίες: πριν από όλα και από κοινου, ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ έχουν ταχθεί με την υλοποίηση των πολιτικών των μνημονίων, που εκφράζουν τη γερμανική πολιτική και τα γερμανικά συμφέροντα. Τα μνημόνια όπως έχει γίνει φανερό τα τελευταία 8 χρόνια, τσακίζουν και μεσαία τάξη και τους φτωχότερους φτωχούς. Η διαφοροποίηση είναι μια ελάχιστη μεταφορά πόρων από τη μια κατηγορία στην άλλη.
Η γραμμή της ΝΔ “μειώστε τους φόρους”, δεν είναι η πολιτική των “θεσμών”, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Το παρόν σχέδιο από την τρόικα είναι “υπερφορολόγηση”. Αυτός είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για την εισροή εσόδων στο κράτος. Αν οι θεσμοί εκτιμούν ότι “υπάρχει ακόμη λίπος να καεί στην Ελλάδα”, αυτό στοχοποιεί για μια ακόμη φορά τη διαλυμένη τα τελευταία χρόνια μεσαία τάξη.
Είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός λαϊκού προγράμματος που θα μπορεί να συσπειρώνει δυνάμεις. Συγκεκριμένα – αιχμηρά αιτήματα οφείλουν να υποστυλώνουν το σύνθημα “ούτε ΣΥΡΙΖΑ – ουτε ΝΔ”. Οι γενικές περιγραφές δεν αρκούν, όταν τα φτωχά νοικοκυριά έχουν άμεσα προβλήματα να λύσουν. Ο λαός κρίνει με βάση συγκεκριμένες, πρακτικές διαφορές. Όσο δε γίνονται βήματα σε αυτή την κατεύθυνση, θα ζούμε το παράλογο της ταυτόχρονης άσκησης διακυβέρνησης και αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ελπίδα του λαού δεν είναι τα κοινωνικά μερίσματα. Είναι η ανατροπή της πολιτικής που εφαρμόζεται με αμείωτους ρυθμούς εδώ και 8 χρόνια. Που εξαθλιώνει το λαό για χάρη της Γερμανίας και των Βρυξελλών. Ελπίδα του λαού είναι η αμφισβήτηση των δανειστών, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η συλλογική διεκδίκηση και ο ξεσηκωμός.
*Πηγή: antapocrisis.gr